Αποτιμώντας τη συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής με αφορμή την πρόταση δυσπιστίας που έκανε η αξιωματική αντιπολίτευση κατά του υπουργού Οικονομικών Χρήστου Σταϊκούρα θα λέγαμε πως δεν προσέθεσε στον ΣΥΡΙΖΑ το πολιτικό πλεονέκτημα του προσδοκούσε. Η συζήτηση για τον πτωχευτικό κώδικα, εξάλλου, εκ των πραγμάτων μετακινούσε τα επιχειρήματα της κυβερνητικής και όχι μόνον πλευράς στις ημέρες διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και στην πορεία του από το 2010 και μετά. Και εδώ όπως έλεγε πεπειραμένος αριστερός πολιτικός που έδωσε το παρών στα έδρανα του τριημέρου, «τα φαντάσματα βγήκαν». Και θύμισαν στον Αλέξη Τσίπρα ίσως μια βασική αρχή της πολιτικής: δεν προχωράς αν δεν έχεις ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς σου με τον εαυτό σου και τον κόσμο. Κι εδώ είναι η μείζονα δυσκολία για να αναταχθεί ο ΣΥΡΙΖΑ και να επανατοποθετηθεί ως δεύτερος πολιτικός πόλος.

Αναστοχασμός, αυτοκριτική και κοινοποίηση στον κόσμο δεν έχει γίνει ευρέως. Πιθανώς στην Κουμουνδούρου ξεχνούν, πως η αυτοκριτική είναι ακόμη πιο υποχρεωτική όταν έχεις κυβερνήσει τη χώρα. Και πολύ περισσότερο εν μέσω μνημονιακής επιτροπείας, παράδοξης συγκατοίκησης με τον Καμμένο και περιδίνησης ταυτοτικής. Πολλοί εντοπίζουν στον ΣΥΡΙΖΑ αυτό ως βασικό ανασχετικό παράγοντα καθήλωσης και αμηχανίας σήμερα. Πως ούτε με τον κυβερνητικό ΣΥΡΙΖΑ έχει συνομιλήσει. Ούτε με τον προμνημονιακό. Επιστρέφουμε στη Βουλή και στη συζήτηση στον πτωχευτικό κώδικα. Για πολλούς ήταν άστοχο από τη μεριά του Τσίπρα για παράδειγμα να μιλάει τόσο κολακευτικά για τον νόμο Κατσέλη και το πόσο προστατευτικός ήταν όταν την ίδια ώρα ο τότε ΣΥΡΙΖΑ δεν τον είχε… ψηφίσει. Βεβαίως για τότε είχε μια δική του αιτιολογία, δεν τον έβρισκε εξόχως προστατευτικό, όμως όταν ανακινείς το θέμα μετά από 10 χρόνια, οφείλεις να προσέλθεις με ένα γενναίο mea culpa ή με ένα πιο συμπαγές επιχείρημα.

Οι παρεμβάσεις Λαφαζάνη

Η δε συζήτηση στη Βουλή, έκανε ένα ακόμη φάντασμα να βγει. Αυτό της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Σαν ενοχλητική αλογόμυγα οι παρεμβάσεις του Παναγιώτη Λαφαζάνη σε τούτη την εφημερίδα, θύμιζαν πως η πρώτη κατοικία έγινε επισφαλής και επί ημερών ΣΥΡΙΖΑ. Και πως το 2017 με ονομαστική ψηφοφορία που ζήτησε τότε το ΚΚΕ ψηφίστηκε τροπολογία που προέβλεπε την ποινικοποίηση με αυτεπάγγελτες διώξεις των κινητοποιήσεων ενάντια στους πλειστηριασμούς των σπιτιών των λαϊκών οικογενειών. Κοινώς πας επιθετικά για τον νέο πτωχευτικό κώδικα, αλλά όχι με τα νώτα του παρελθόντος σου ακάλυπτα. Ο ΣΥΡΙΖΑ κυβέρνησε και αυτή είναι η διαφορά του και με τις κάλπες του Ιανουαρίου του 2015 και του Σεπτεμβρίου του 2015 (που επίσης είχε ήδη κυβερνήσει επτά μήνες αλλά αποδείχθηκε πως η κοινή γνώμη του έδινε δεύτερη ευκαιρία).

Οι λογαριασμοί παραμένουν ανεξόφλητοι και στο πεδίο της Πολιτικής και στο πεδίο των τεχνικών της εξουσίας όπου μια σειρά υποθέσεις επιστρέφουν ως μπούμερανγκ (βλέπε Νοβάρτις). Είναι κοινώς γνωστόν πως όλες αυτές τις ημέρες που κλιμάκια του ΣΥΡΙΖΑ εξορμούσαν σε λαϊκές γειτονιές έπεφταν πάνω σε ένα πρώτο κύμα δυσαρέσκειας για την κυβέρνηση αλλά την ίδια ώρα και σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις υποχρεώνονταν να απαντήσουν για πλευρές της δικής τους διακυβέρνησης. Και εδώ πολλοί βλέπουν την εξήγηση του γιατί η Κουμουνδούρου παραμένει καθηλωμένη στα δημοσκοπικά ποσοστά της. Εξάλλου το ασφαλιστικό ήταν το πρώτο σημείο που άρχισε να αποξενώνει τον ΣΥΡΙΖΑ των κυβερνητικών ημερών από τις κοινωνικές του αναφορές. Το Μάτι, η Μάνδρα, το κομμένο ΕΚΑΣ, ένας κάποιος κυνισμός και μια δόση αλαζονείας που τότε διαπερνούσε τα νεότερα κυρίως στελέχη, ακόμη είναι αιτίες να απολογείται ο ΣΥΡΙΖΑ στον κόσμο. Κι ένα ακόμη φάντασμα που το επεσήμανε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Η λογική «θα το κάναμε μα δεν προφταίναμε», δεν είναι πειστική για τον κόσμο σήμερα που διψάει για λύσεις και όχι για λόγια εν μέσω πανδημίας.

Στον καθρέφτη

Ενα αισιόδοξο σενάριο λέει πως στην πορεία προς το 3ο συνέδριο, ο ΣΥΡΙΖΑ θα καταφέρει να ξαναδεί τον εαυτό του στον καθρέφτη. Θα βοηθήσουν και οι παλιότεροι και εμπειρότεροι όπως ο Σταθάκης, ο Δραγασάκης ή ο Μπαλτάς και όσοι έχουν επιφορτιστεί το νέο πρόγραμμα. Η προηγούμενη αυτοκριτική για τα κυβερνητικά πεπραγμένα  κρίθηκε επαρκής και τολμηρή. Δεν είναι όμως εύκολο να φτάσει στον κόσμο, να πείσει τους νεότερους, να γίνει κτήμα των πολλών. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα κόμμα εν κινήσει, την ίδια ώρα που πρέπει να σταθεί θαρραλέα απέναντι στον κόσμο, θέλει και να κάνει υψηλή αντιπολίτευση στην κυβέρνηση. Οποτε δε, σηκώνει τους τόνους θυμίζει εσχάτως τον προμνημονιακό ΣΥΡΙΖΑ και απομακρύνεται από κάθε ποθητή θεσμικότητα και αυτοκριτική διάθεση. Το σημερινό σκηνικό επίσης δεν διευκολύνει την κάθαρση και την ανασυγκρότηση του κόμματος.

Το ψευδές δίπολο

Η αναζωπύρωση της πανδημίας απομακρύνει το συνέδριο, τη διεύρυνση, την ανανέωση του κόμματος. Κεφάλι παίρνουν οι πιο σκληροί κομματικοί, όσοι θεωρούν πως η περίοδος 2015 – 2019 ήταν η καλύτερη δυνατή για τον συσχετισμό δύναμης και άρα δεν χρειάζεται να αξιολογηθεί εκ νέου «όταν έχεις απέναντί σου μια σκληρή Δεξιά». Καθόλου τυχαία η κουβέντα σήμερα στον ΣΥΡΙΖΑ οριοθετείται στο ψευδές δίπολο αρχηγός – κόμμα. Στο δίπολο κεντροαριστερή παράταξη ή σκέτη Αριστερά. Εχει μετατραπεί σε ένα σιωπηλό και ενίοτε και θορυβώδη πόλεμο μεταξύ ομάδων. Κι όμως συχνά τα φαντάσματα επιστρέφουν. Ο ΕΝΦΙΑ ή το Μνημόνιο που δεν σκίστηκε, παρότι το πρόγραμμα βγήκε. Το κράτος που δεν άλλαξε προς το καλύτερο – και εδώ συχνά ακούγεται ακόμη το επιχείρημα πως «είχαμε την εξουσία, όχι όμως το κράτος». Ο Πάνος Καμμένος. Επιμύθιον: ο αντιπολιτευόμενος σημερινός ΣΥΡΙΖΑ προσκρούει περισσότερο στον κυβερνητικό ΣΥΡΙΖΑ. Η «δεύτερη φορά θα είναι αλλιώς» αποφώνησε ο Αλέξης Τσίπρας καθώς τελείωνε την ομιλία του την περασμένη Κυριακή στη Βουλή. Κι αυτό είναι για τον ίδιο το καλό σενάριο. Το κακό το ξέρει επίσης.