Το βράδυ της Κυριακής 28 Ιουλίου του 2019, η αίθουσα αφίξεων του αεροδρομίου Μπεν Γκουριόν του Τελ Αβίβ έδειχνε έτοιμη να υποδεχθεί κάποιον χρυσό Ολυμπιονίκη που επέστρεφε στα πάτρια εδάφη. Υπήρχε κόσμος πολύς, ενθουσιασμός, κομφετί, σαμπάνιες. Ο ανταποκριτής της γαλλικής «Libération» Γκιγιόμ Ζεντρόν ήταν εκεί, τα κατέγραψε όλα. «Η υπερηφάνεια του Ισραήλ!» διαβεβαίωσε μάλιστα κάποιον δημοσιογράφο ένας άνδρας με ανεβασμένο στους ώμους το κοριτσάκι του τη στιγμή που εμφανίστηκαν οι «ήρωες» της ημέρας. Παράξενοι ήρωες, πάντως. Δώδεκα έφηβοι Ισραηλινοί, ηλικίας 15-18 χρόνων, που επέστρεφαν από την Κύπρο. Και που βάλθηκαν να τραγουδούν με το που βγήκαν από το αεροπλάνο φορώντας το λευκό κιπά τους στο κεφάλι και το κρεμαστό τής Τορά στον λαιμό, λίγο προτού ευχαριστήσουν τον Θεό που τους έσωσε, το εξής: «Η Brit’ είναι μια πουτ***, η Brit’ είναι μια πουτ***, η Brit’ παίρνει π*** από όλη τη γειτονιά».

Η «Brit’» είναι μια 19χρονη Βρετανίδα που κατήγγειλε τον περασμένο Ιούλιο στην Αστυνομία πως είχε πέσει θύμα ομαδικού βιασμού από 12 νεαρούς Ισραηλινούς σε δωμάτιο ξενοδοχείου στην Αγία Νάπα, κατόπιν απέσυρε την καταγγελία της υποστηρίζοντας ότι την έκανε για να εκδικηθεί τους Ισραηλινούς που την είχαν βιντεοσκοπήσει χωρίς τη συναίνεσή της ενόσω έκανε σεξ με κάποιους από αυτούς και δικάζεται σήμερα – σήμερα συνεχίζεται η υπόθεση στο Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου, έπειτα από δύο εβδομάδες διακοπής της δίκης – με την κατηγορία της δημόσιας βλάβης λόγω ψευδούς κατάθεσης για βιασμό. Σημαντική λεπτομέρεια: οι συνήγοροι υπεράσπισής της ισχυρίζονται πως η 19χρονη εξαναγκάστηκε να αποσύρει την καταγγελία της και να υπογράψει, έπειτα από έξι ώρες παραμονής στον αστυνομικό σταθμό, περί τις 2 τα ξημερώματα, όντας σε κακή ψυχολογική κατάσταση, δήλωση υπαγορευμένη από την Αστυνομία.

Αν είδατε πρόσφατα τη συγκλονιστική μίνι-σειρά του Netflix «Unbelievable» (αν όχι, δείτε την), κάντε μια προσπάθεια να μην παρασυρθείτε από το θυμικό. Ναι, πρόκειται για αληθινή ιστορία, βασισμένη σε ένα ρεπορτάζ βραβευμένο με Πούλιτζερ, και ναι, οι δύο ιστορίες μοιάζει να έχουν αρκετά κοινά σημεία (νεαρή εύθραυστη κοπέλα καταγγέλλει τον βιασμό της, αντιμετωπίζεται με δυσπιστία, πιέζεται να ανακαλέσει, δικάζεται για ψευδή καταγγελία), αλλά αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα κάτι, και οι σελίδες μιας εφημερίδας δεν είναι αίθουσες δικαστηρίων. Εδώ μόνο παρατηρήσεις μπορούμε να κάνουμε, με την έννοια τόσο της επισήμανσης όσο και του προσεκτικού, εξακολουθητικού κοιτάγματος. Από μια τέτοια παρατήρηση του κυπριακού Τύπου προκύπτει, για παράδειγμα, ότι προσφάτως κυπριακό δικαστήριο καταδίκασε 81χρονο που κρίθηκε ένοχος για τη σεξουαλική κακοποίηση ενός πεντάχρονου παιδιού σε φυλάκιση τριών ετών, λιγότερο δηλαδή και από το διάστημα που κακοποιούσε σεξουαλικά το κοριτσάκι, επικαλούμενο μεταξύ άλλων και το προχωρημένο της ηλικίας του, ενώ το 2016 άλλο δικαστήριο είχε αποφασίσει μειωμένες ποινές για δύο 27χρονους οι οποίοι κατηγορήθηκαν για τον βιασμό μιας 50χρονης που έκανε οτοστόπ, εξαιτίας του νεαρού της ηλικίας τους, καθώς και του προχωρημένου της ηλικίας του θύματος. Αλλά ας μην μπλέκουμε άσχετες μεταξύ τους ιστορίες.

Η υπόθεση των 12 νεαρών Ισραηλινών που έγιναν δεκτοί ωσάν ήρωες επιστρέφοντας από την Κύπρο, έπειτα από ένα δεκαήμερο κράτησης, δίχασε ιδιαίτερα την ισραηλινή κοινωνία. Υπήρξαν εκείνοι που πανηγύρισαν την απαλλαγή αυτών των «κακόμοιρων αγοριών» που ήθελαν απλώς να διασκεδάσουν πριν κληθούν να υπηρετήσουν στον στρατό, υπήρξαν και εκείνοι που κατήγγειλαν την «τοξική αρρενωπότητα» και την «κουλτούρα του βιασμού» που δηλητηριάζει την ισραηλινή νεολαία. Μια αντίστοιχη αναστάτωση, όμως, έχει προκαλέσει και στην Κύπρο η δίκη της 19χρονης Βρετανίδας. Πολλοί θεωρούν σκανδαλώδες το γεγονός ότι κρατήθηκε στο νησί (έπειτα από έναν μήνα παραμονής στις φυλακές μένει σήμερα σε ένα καταφύγιο της Λευκωσίας, με περιοριστικούς όρους) αντί να της επιτραπεί να επιστρέψει στη χώρα και στις σπουδές της, με τους ίδιους όρους που παραμένει μέχρι σήμερα στην Κύπρο, τουλάχιστον για τα μεσοδιαστήματα της δίκης της – ενώ βρίσκεται κατά γενική ομολογία σε αλγεινή ψυχολογική κατάσταση.

Εντεκα ΜΚΟ απέστειλαν την περασμένη εβδομάδα επιστολή προς τον Γενικό Εισαγγελέα και την Αστυνομία της Κύπρου κάνοντας λόγο για «πρωτοφανή διαπόμπευση της 19χρονης»: «Η ανεπαρκής προστασία της από την έκθεση στα ΜΜΕ, η παρατεταμένη ταλαιπωρία της από το δικαστικό Σώμα αλλά και οι ισχυρισμοί της για απαράδεκτη μεταχείριση από αστυνομικούς οι οποίοι έλαβαν την αρχική της κατάθεση στο ΤΑΕ Αμμοχώστου, εγείρουν σοβαρά ερωτήματα» σημείωσαν ζητώντας, μεταξύ άλλων, αναστολή της δίωξης. Υπάρχουν καταγγελίες για ασφυκτικές παρασκηνιακές πιέσεις, ακόμη και από διπλωμάτες, για «εκπτώσεις» στον βωμό της προστασίας του τουρισμού, για έναν απαράδεκτο κοινωνικό κανιβαλισμό. Ο ίδιος ο κύπριος υπουργός Υγείας παραδέχθηκε πρόσφατα ότι μέχρι σήμερα δεν υπάρχει θεσμοθετημένο πρωτόκολλο αντιμετώπισης θυμάτων σεξουαλικής βίας από τα Τμήματα Ατυχημάτων και Επειγόντων Περιστατικών. Και, σύμφωνα με τους συνηγόρους της 19χρονης, τίποτα από όσα συμβαίνουν εντός των κυπριακών αστυνομικών σταθμών δεν καταγράφεται, ηχητικά ή σε βίντεο.

Επίλογος δεν υπάρχει. Θα τον γράψει η Δικαιοσύνη. Και η ζωή θα συνεχιστεί, καλύτερη ή χειρότερη.