Και με το ΝΑΤΟ και με τις ΗΠΑ και με τη Ρωσία και με την Παλαιστίνη και με το Ισραήλ και με την Ευρωπαϊκή Ενωση και με τη Βενεζουέλα. Αν υπάρχει ένας τομέας όπου μπορεί κανείς να ζαλιστεί παρακολουθώντας και καταγράφοντας τις ρητορικές μεταστροφές και τους πολιτικούς ακροβατισμούς της κυβέρνησης, αυτός είναι η στάση της σε διεθνή ζητήματα.

Το κυβερνών κόμμα μέχρι και πριν από πολύ λίγα χρόνια, ακριβώς μέχρι να του έρθει σαν δώρο στα χέρια η κρίση, είχε συνηθίσει, χωρίς κανένα κώλυμα, να κάνει δημόσιες εξομολογήσεις αγάπης στον σύντροφο Τσάβες, να διακηρύττει την επιθυμία του να διαλυθεί το ΝΑΤΟ, η χώρα να διακόψει τις συμμαχίες με τους ιμπεριαλιστές «φονιάδες των λαών», τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, κι η εξωτερική πολιτική να στραφεί στη μαμά Ρωσία, σε μέρος του αραβικού κόσμου και στη Λατινική Αμερική, με την οποία μπορεί να μην έχουμε καμία στρατηγική εγγύτητα, αλλά μας ενώνει η ψυχή και τα καρναβάλια και, σε έναν κόσμο χωρίς πόλεμο και όπλα, αυτά θα είναι παραπάνω από αρκετά. Καφίγια, κασάσα, αγάπη και παγκόσμια ειρήνη.

Μετά ήρθε η σκληρή πραγματικότητα και σε αυτήν προσαρμόστηκαν ισορροπώντας, με τη γνωστή, πλέον, αμείλικτη αποφασιστικότητα που ανέδειξε η εξουσία.

Μετά το διάστημα της περήφανης διαπραγμάτευσης του «15 και την κατάρρευση των φαντασιώσεων των προμηθειών από τη Βενεζουέλα και των τελάρων με τα λεφτά του Πούτιν, η κυβέρνηση καταφέρνει να κρατά τους συμμάχους της ήσυχους, να παραμένει ένα συνεπές μέλος του ΝΑΤΟ, να επαινείται από τον Τραμπ, ενώ ντιλάρει μαζί του για τα F-16, να συνεχίζει και να εμβαθύνει τη συνεργασία με το Ισραήλ.

Ταυτοχρόνως, αντί να συγχύζει και να ταλαιπωρεί τους ψηφοφόρους και τους βουλευτές της με τρανταχτές δηλώσεις γι» αυτές της τις επιτυχίες, συνεχίζει, σε επίπεδο κυβερνώντος κόμματος ειδικά αλλά όχι μόνο, να δείχνει πως ανήκει σε εκείνη την ομάδα των ευρωπαίων πολιτικών που στέκονται κριτικά απέναντι στη Δύση και τις συμμαχίες της, όπως ο Τζέρεμι Κόρμπιν, ο Πάμπλο Ιγκλέσιας, ο Ζαν-Λικ Μελανσόν και τα αστέρια του Κόμματος των 5 Αστέρων, Λουίτζι ντι Μάιο και Αλεσσάντρο ντι Μπατίστα. Αυτούς τους Ιταλούς που θα διέλυαν μαζί το κακό γερμανοκρατούμενο ευρωσύστημα και τώρα τους συμβουλεύει να αφήσουν την επανάσταση και να κάνουν ό,τι τους πει η Κομισιόν.

Η σχέση με τη Ρωσία

Χαρακτηριστικότερη όλων η στάση που επιδεικνύει εντός κι εκτός η κυβέρνηση, σε ό,τι αφορά τη Ρωσία. Τον Ιανουάριο του «15, λίγες μέρες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του υπουργού Εξωτερικών από τον Νίκο Κοτζιά. Μια από τις πρώτες ειδήσεις, αν όχι η πρώτη, που έβγαλε ο υπουργός, ήταν η οργή του προς την επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, Φεντερίκα Μογκερίνι, για το γεγονός ότι προέβη σε δήλωση «Αρχηγών Κρατών και Κυβερνήσεων της ΕΕ» που απειλούσε τη Ρωσία με νέες κυρώσεις εξαιτίας της κλιμάκωσης των συγκρούσεων στην Ουκρανία, χωρίς να ερωτηθεί η ελληνική κυβέρνηση. Το θέμα δεν έμεινε καν σε αυτό το επίπεδο όμως, αφού την ενόχλησή του διατύπωσε και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με την ίδια και το Μέγαρο Μαξίμου προς το επιτελείο του Ντόναλντ Τουσκ. Μερικές μέρες μετά, ο Νίκος Κοτζιάς συμμετείχε στην έκτακτη Σύνοδο των υπουργών Εξωτερικών των χωρών της ΕΕ, όπου, όπως είχε πει η κυβέρνηση, θα έθεταν ζήτημα επανεξέτασης των ευρωρωσικών σχέσεων και διακοπής των κυρώσεων. Οταν βγήκε από τη Σύνοδο οι κυρώσεις είχαν ομοφώνως παραταθεί, απλώς δεν επεκτάθηκαν, και ο κ. Κοτζιάς έλεγε πως σε επόμενη παράταση θα σκεφτούμε το βέτο.

Για κάποιον λόγο αυτό στο εσωτερικό εμφανίστηκε ως διπλωματική νίκη της Ελλάδας, της καλής φίλης της Ρωσίας. Κι ενώ η κυβέρνηση περνούσε τη φάση της προσαρμογής πίσω από τις κλειστές πόρτες των συνόδων, οι αριστεροί ευρωβουλευτές καταψήφιζαν κάθε ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου εναντίον της Ρωσίας, το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων λάνσαρε συνεργασία με το πρακτορείο Σπούτνικ και όλοι έμεναν ικανοποιημένοι.

Μιλώντας για προσαρμογή, δυο μήνες μετά, σε συνέντευξη που έδωσε ο Αλέξης Τσίπρας σε ρωσικό πρακτορείο, ενόψει της πρώτης επίσημης επίσκεψής του στη Μόσχα, είπε πως στην πρώτη Σύνοδο Κορυφής που μετείχε ως Πρωθυπουργός, ρώτησε τους ομολόγους του «τι ρόλο δίνουν στη Ρωσία στο πλαίσιο της αρχιτεκτονικής ασφαλείας στην ΕΕ». Δεν μετέφερε (δυστυχώς) τις αντιδράσεις τους, πρόσθεσε απλώς πως δεν του απάντησαν.

Οι κυρώσεις πάντως συνεχίζονται και η Ελλάδα δεν έχει φέρει καμία αντίσταση σε αυτό, σε επίπεδο συλλογικό ή μονομερώς. Δυο χρόνια έπειτα από εκείνη την πρώτη Σύνοδο, ο Πρωθυπουργός που κατηγορούσε ως αντιπολίτευση τον Ευάγγελο Βενιζέλο για «κάλυψη» στους Ουκρανούς «νεοναζί», συνάντησε την πολιτική ηγεσία της Ουκρανίας, έκανε κοινές δηλώσεις με τον Ποροσένκο, στις οποίες ξεκαθάρισε και τον σεβασμό της Ελλάδας στην εδαφική ακεραιότητα της χώρας του.

Στο άρμα του ΝΑΤΟ

Η πρόσδεση στο ευρωατλαντικό άρμα δεν διαταράχθηκε ποτέ επί της ουσίας. Επισημοποιήθηκε, δε, μετά βαΐων και κλάδων, με τη συμφωνία των Πρεσπών και την απέλαση των ρώσων διπλωματών επειδή, σύμφωνα με πληροφορίες, εργάζονταν με σκοπό την υπονόμευση της συμφωνίας. Καθώς μάλιστα η Ελλάδα, ως μέλος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, καταδίκασε τον νέο γύρο επιθετικότητας της Μόσχας στον Πορθμό Κερτς, ουδείς γνωρίζει με τι ατζέντα ακριβώς θα βρεθεί ο Αλέξης Τσίπρας εκεί στην επικείμενη επίσκεψή του.

Συμβολικές κινήσεις

Ταυτόχρονα, οι ιδεολογικές ταυτίσεις του παρελθόντος συντηρήθηκαν εντέχνως στο επίπεδο των συμβολισμών. Μερικά παραδείγματα είναι η δημόσια συζήτηση για την άρνηση της κυβέρνησης να παραστεί σε εκδήλωση της εσθονικής προεδρίας της ΕΕ για τα εγκλήματα των κομμουνιστικών καθεστώτων, η σύγκριση, από τον Πάνο Καμμένο, της κυβέρνησης με τον Γοργοπόταμο και η παρουσία του Πρωθυπουργού στην κηδεία του Φιντέλ Κάστρο. Αυτά, όταν περιορίζονται στο πεδίο των συμβόλων, δεν απασχολούν τους συμμάχους, εφόσον οι στρατηγικοί τους στόχοι τηρούνται. Σε επίπεδο ελληνικής κοινωνίας όμως διατηρούν ατόφια τη δαιμονοποίηση της παγκοσμιοποίησης και της συναντίληψης του «ανήκομεν εις την Δύσιν».