Το 2006 ο γερμανός μηχανικός Οτο Χενς ήταν 26 ετών. Σε όλη τη διάρκεια του Παγκοσμίου Κυπέλλου που φιλοξενήθηκε στη χώρα του είχε κρεμασμένη στο μπαλκόνι του σπιτιού του τη γερμανική σημαία.

Οπως ομολόγησε στην «Γκάρντιαν» στο τέλος της διοργάνωσης, ήταν η πρώτη φορά που καμάρωνε για τη γερμανική σημαία.

Ο Χενς και εκατομμύρια συμπατριώτες του ένιωσαν εκείνο το καλοκαίρι να απενοχοποιούνται για το ματωμένο παρελθόν της χώρας τους. Αισθάνθηκαν πως επιστρέφουν ξανά στην αγκαλιά της Ευρώπης, του κόσμου.

Πως έκλεισαν τα βιβλία του παρελθόντος, πως αρκετά είχαν πληρώσει οι νέες γενιές τα εγκλήματα των παππούδων τους. Μια απενοχοποίηση που συντελέστηκε μέσα από μια ποδοσφαιρική γιορτή. Σε ένα πάρτι όπου ήταν προσκεκλημένοι όλοι.

Το Τείχος του Βερολίνου υπήρχε πια μόνο σε ένα μικρό σημείο της πόλης για να θυμίζει το ένοχο παρελθόν.

Λέξεις όπως «Ναζί» και «Τρίτο Ράιχ» είχαν ξεφτίσει και χάσει την αξία τους. Μέσα σε λίγες ημέρες οι Γερμανοί έπαψαν να νιώθουν στιγματισμένοι για κάτι που δεν ευθύνονταν οι ίδιοι αλλά οι πρόγονοί τους.

Ηταν η αρχή της νέας πορείας της Γερμανίας που στηρίχθηκε σε ένα ποδοσφαιρικό παραμύθι.

Την προηγούμενη Δευτέρα ο εκπρόσωπος Τύπου του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ, σχολιάζοντας το κλίμα ευφορίας που επικρατεί στη Ρωσία με αφορμή τη νίκη της εθνικής ομάδας επί της Ισπανίας στο Μουντιάλ, παρομοίασε τις εκδηλώσεις χαράς του ρωσικού λαού με αυτές της 9ης Μαΐου 1945, ημέρα που γιόρτασαν οι Σοβιετικοί τη νίκη τους επί των Ναζί στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Το Κρεμλίνο προσπαθεί βεβαίως να εκμεταλλευτεί πολιτικά τη μεγάλη αθλητική νίκη, ωστόσο υπάρχουν ενστάσεις αν θα μπορέσει να την ταυτίσει με τον πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν. Οι Ρώσοι φωνάζουν ρυθμικά τα ονόματα των παικτών και τραγουδούν για την Εθνική τους, την ομάδα που εκπροσωπεί όλους τους πολίτες της χώρας.

Μέσα σ’ αυτή την ποδοσφαιρική παραζάλη ο Πούτιν περνά δύσκολους νόμους που αφορούν την αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης. Οι «Νιου Γιορκ Τάιμς» προβλέπουν πως όταν οι Ρώσοι θα ξυπνήσουν θα έχουν βαρύ πονοκέφαλο, όπως συμβαίνει πάντοτε ύστερα από μεγάλα γλέντια.