Στο μικροσκόπιο των αμερικανικών Αρχών μπαίνει για ακόμα μία φορά η Κυπριακή Δημοκρατία, στο πλαίσιο της έρευνας του ειδικού ανακριτή Ρόμπερτ Μιούλερ για τυχόν ανάμειξη της Ρωσίας στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ. Ο Ρόμπερτ Μιούλερ κατέθεσε νέο κατηγορητήριο την Παρασκευή 8/6/2018 εναντίον του Πολ Μάναφορτ, πρώην επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας του αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, στο οποίο παρουσιάζονται δεκάδες εκατομμύρια δολάρια –προϊόν φοροδιαφυγής –να ξεπλένονται μέσω ενός δαιδαλώδους συστήματος εταιρειών, κυρίως μέσω της Κύπρου.

Το πρόσθετο κατηγορητήριο κατατέθηκε από τις αμερικανικές Αρχές σε επαρχιακό δικαστήριο της Κολούμπια και σύμφωνα με αυτό ο Πολ Μάναφορτ φέρεται ότι είχε εισοδήματα δεκάδων εκατομμυρίων δολαρίων από τις δραστηριότητές του ως πολιτικός σύμβουλος του Γιανούκοβιτς, στην Ουκρανία, από το 2006 μέχρι και το 2017 μαζί με άλλους, μεταξύ των οποίων και ο Ρίτσαρντ Γκέιτς ΙΙΙ, τα οποία απέκρυψε από τις φορολογικές Αρχές των ΗΠΑ.

Ο Μάναφορτ προχώρησε σε εκτεταμένη φοροαποφυγή, αποκρύπτοντας εισοδήματα δεκάδων εκατομμυρίων δολαρίων με εικονικά δάνεια σε οφσόρ εταιρείες, αλλά και μέσω μη δηλωμένων πληρωμών εκατομμυρίων από λογαριασμούς στο εξωτερικό σε τραπεζικούς λογαριασμούς που ήλεγχε και σε άλλες εταιρείες στις ΗΠΑ, με τα χρήματα να περνούν στη συντριπτική τους πλειονότητα μέσω της Κύπρου.

Το κατηγορητήριο εμφανίζει τον Μάναφορτ να διοχετεύει εκατομμύρια δολάρια σε διάφορες υπεράκτιες εταιρείες και τραπεζικούς λογαριασμούς, κυρίως στην Κύπρο, καθώς επίσης στον Αγιο Βικέντιο και Γρεναδίνες, στις Σεϋχέλλες και το Ηνωμένο Βασίλειο.

ΤΙ ΔΕΙΧΝΟΥΝ ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ. Ο Μάναφορτ ξέπλυνε σύμφωνα με τις αμερικανικές Αρχές ποσά άνω των 30 εκατομμυρίων δολαρίων. Τα στοιχεία που εμφανίζονται στο κατηγορητήριο δείχνουν εμβάσματα άνω των 12 εκατ. δολαρίων από το 2008 μέχρι το 2014 σε εταιρείες (vendors) για αγορά προσωπικών αντικειμένων, χωρίς όμως αυτά να δηλωθούν ως εισόδημα. Τα συγκεκριμένα ποσά αφορούν εισοδήματα εταιρειών στο εξωτερικό, που είτε ήταν ιδιοκτησία είτε ελέγχονταν από τον Μάναφορτ και εμφανίζονταν ως εμβάσματα σε εταιρείες στις ΗΠΑ για αγορά ακινήτων, αυτοκινήτων, εργασίες ανακαίνισης κ.λπ.

Από τα εμβάσματα αυτά, πάνω από 10 εκατ. δολάρια έγιναν από την Κύπρο στο διάστημα 2008-2013.

Τα εικονικά δάνεια που επίσης χρησιμοποιήθηκαν στη φοροδιαφυγή είναι της τάξεως των 13,214 εκατ. δολαρίων και εμφανίζονται να δόθηκαν από τις εταιρείες του Μάναφορτ και συνεργατών του, που ήταν εγγεγραμμένες στην Κύπρο, σε εταιρείες που ανήκαν επίσης στον ίδιο με έδρα τις ΗΠΑ.

«Τα δάνεια αυτά ήταν μια απάτη σχεδιασμένη για να μειώσει το δηλωμένο φορολογητέο εισόδημα του Μάναφορτ», υπογραμμίζεται χαρακτηριστικά στο κατηγορητήριο. Ιδιαίτερης σημασίας ωστόσο είναι ότι στον μακρύ κατάλογο των συναλλαγών με στόχο το ξέπλυμα που έγιναν μέσω Κύπρου και ξεπερνούν τις 150 περιλαμβάνονται και εικονικά δάνεια, που προήλθαν από την Κύπρο το 2014 και το 2015.

Τα εικονικά δάνεια που κάνουν ιδιαίτερη εντύπωση στο κατηγορητήριο είναι ύψους 1 εκατ. δολαρίων το 2015 και 900.000 δολαρίων το 2014 με δανειστή την εταιρεία Telmar Investments Ltd στην DMI –εταιρεία του Μάναφορτ στις ΗΠΑ –και τα οποία προήλθαν από την Κύπρο.

«Δάνεια» τα οποία δόθηκαν μετά το 2013, που υποτίθεται ότι ήταν η χρονιά που ξεκίνησε η «κάθαρση» του κυπριακού χρηματοοικονομικού συστήματος από ύποπτες συναλλαγές.

Το κατηγορητήριο του ειδικού ανακριτή σημειώνει μεταξύ άλλων ότι ο Πολ Μάναφορτ και οι συνεργάτες του ενέγραψαν στην Κύπρο συνολικά 11 εταιρείες στο χρονικό διάστημα από τον Ιούνιο του 2007 μέχρι τον Μάρτιο του 2011.

ΒΑΡΙΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ. Ο τέως επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας του αμερικανού προέδρου, Πολ Μάναφορτ, αντιμετωπίζει έξι κατηγορίες στις οποίες περιλαμβάνονται: η συνωμοσία εναντίον των ΗΠΑ, η συνωμοσία για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, η μη δήλωση εκπροσώπου ξένου παράγοντα, οι ψευδείς δηλώσεις βάσει του νόμου για αντιπρόσωπο ξένου παράγοντα (FARA), οι ψευδείς φορολογικές δηλώσεις, για παρεμπόδιση της Δικαιοσύνης και για συνωμοσία παρεμπόδισης της Δικαιοσύνης. Τα οικονομικά στοιχεία του κατηγορητηρίου δείχνουν την Κύπρο να είναι το βασικό «πλυντήριο» του Πολ Μάναφορτ για τα έσοδα που ήθελε να αποκρύψει από τις φορολογικές Αρχές των ΗΠΑ.

ΠΑΝΙΚΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ

Υπερβολικά μεγάλα ποσά για να περάσουν απαρατήρητα

Σχολιάζοντας το πρόσθετο κατηγορητήριο που κατέθεσε εναντίον του Πολ Μάναφορτ ο ειδικός ανακριτής Ρόμπερτ Μιούλερ, ο Πανίκος Δημητριάδης, καθηγητής Χρηματοοικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Λέστερ και τέως διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου (από τις 3 Μαΐου 2012 μέχρι τις 10 Απριλίου 2014, οπότε και παραιτήθηκε), τονίζει σε δήλωσή του στα «ΝΕΑ» ότι «οι αμέτρητες αναφορές στην Κύπρο που υπάρχουν στο νέο κατηγορητήριο Πολ Μάναφορτ προκαλούν κατάθλιψη, αν όχι και ντροπή, σε κάθε αντικειμενικά σκεπτόμενο κύπριο πολίτη». Οπως σημειώνει: «Το κατηγορητήριο παραθέτει 12 ονόματα εταιρειών – κέλυφος που ο Μάναφορτ είχε εγγράψει στην Κύπρο κατά την περίοδο Αυγούστου 2007 – Μαρτίου 2012. Γνωρίζουμε από προηγούμενα δημοσιεύματα ότι η εγγραφή των εταιρειών αυτών έγινε μέσω γνωστού πολιτικά συνδεδεμένου δικηγορικού γραφείου. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Μάναφορτ χρησιμοποίησε –ίσως εναλλακτικά –δύο εταιρείες στις Γρεναδίνες κατά την περίοδο 2013-14, η οποία συμπίπτει με τη λήψη σημαντικών μέτρων για την καταπολέμηση του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος στην Κύπρο».

ΤΙ ΕΚΑΝΑΝ ΟΙ ΑΡΧΕΣ. «Από το κατηγορητήριο προκύπτουν ερωτήματα για τις κυπριακές Αρχές. Συγκεκριμένα, έχουν προσαχθεί κατηγορίες σε άτομα ή/και δικηγορικά γραφεία ή/και τράπεζες που διευκόλυναν τον Μάναφορτ στις πράξεις ξεπλύματος και αν όχι γιατί όχι; Προκύπτουν επίσης ερωτήματα για τα εικονικά δάνεια που έγιναν το 2014 και 2015, ύψους 1,9 εκατ. δολαρίων, μετά που υποτίθεται βελτιώθηκε το πλαίσιο καταπολέμησης του ξεπλύματος. Τα ποσά είναι υπερβολικά μεγάλα για να περάσουν απαρατήρητα» τονίζει ο πρώην κεντρικός τραπεζίτης και σημειώνει: «Οι εξελίξεις αυτές προσθέτουν δυστυχώς στην αρνητική εικόνα που ήδη υπάρχει για την Κύπρο διεθνώς και παρατηρώ μια προσπάθεια να τύχουν υποβάθμισης από την κυπριακή κυβέρνηση. Οι γενικόλογες δηλώσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου –ότι δηλαδή η Κύπρος έχει υιοθετήσει αυστηρό πλαίσιο καταπολέμησης του ξεπλύματος και ότι έχει συνεργαστεί με τις αμερικανικές διωκτικές Αρχές –είναι μόνο ένα μέρος της πραγματικότητας».

Καταλήγοντας ο Πανίκος Δημητριάδης αναφέρει ότι «παραμένει η λήψη μέτρων –ποινικών ή/και διοικητικών –εναντίον εκείνων των ατόμων ή οργανισμών που διευκόλυναν στη συγκεκριμένη περίπτωση το ξέπλυμα δεκάδων εκατομμυρίων εκ μέρους του Πολ Μάναφορτ. Μόνο έτσι υπάρχει ελπίδα να καθαρίσει το όνομα της Κύπρου και να πεισθούν τα διεθνή ΜΜΕ».