Η άσκηση μπορεί να βοηθήσει τον εγκέφαλο να δημιουργήσει ανθεκτικές αναμνήσεις μέσα από καλές και κακές στιγμές. Σύμφωνα με παλαιότερες έρευνες, το άγχος και οι καθημερινές αντιξοότητες αποδυναμώνουν την ικανότητα του εγκεφάλου να μαθαίνει και να διατηρεί πληροφορίες. Ομως σύμφωνα με μια αξιόλογη νέα νευρολογική μελέτη σε ποντίκια, η τακτική άσκηση μπορεί να εξουδετερώσει αυτά τα φαινόμενα ενισχύοντας την επικοινωνία μεταξύ των κυττάρων του εγκεφάλου.

Η μνήμη θεωρείται κάτι σαν βιολογικό αίνιγμα. Οι αναμνήσεις κωδικοποιούνται στα κύτταρα του εγκεφάλου, στον ιππόκαμπο, το κέντρο μνήμης του εγκεφάλου. Αν οι μνήμες μας δεν καταγράφονταν εκεί, δεν θα ήταν διαθέσιμες για μεταγενέστερη ανάκληση και κάθε εγκέφαλος θα έμοιαζε με εκείνον της Ντόρι –το ξεχασιάρικο ψάρι της ταινίας «Ψάχνοντας τον Νέμο». Αλλά οι αναπαραστάσεις των εμπειριών μας είναι εξαιρετικά περίπλοκες· τα κομμάτια των αναμνήσεών μας πρέπει να εξαπλωθούν σε πολλά εγκεφαλικά κύτταρα, σύμφωνα με τους νευροεπιστήμονες. Αυτά τα κελιά πρέπει να μπορούν να συνδέονται μεταξύ τους, έτσι ώστε το σύνολο της μνήμης να παραμένει ανέπαφο.

Οι συνάψεις των νευρώνων

Οι συνδέσεις μεταξύ των νευρώνων, γνωστές ως συνάψεις, αποτελούνται από ηλεκτρικά και χημικά σήματα που μετακινούνται από κύτταρο σε κύτταρο. Τα σήματα μπορούν είτε να είναι σχετικά αδύναμα και σποραδικά είτε να ρέουν με σθένος και συχνότητα. Σε γενικές γραμμές, όσο ισχυρότερα είναι τα μηνύματα μεταξύ των νευρώνων, τόσο πιο ανθεκτικές και πιο μόνιμες οι μνήμες που συγκρατούν. Είναι γνωστό στους ειδικούς πως η ισχύς των συνάψεών μας εξαρτάται σε κάποιο βαθμό από το πώς ζούμε. Η έλλειψη ύπνου, το αλκοόλ, η διατροφή και άλλες πτυχές του τρόπου ζωής μας, ιδιαίτερα το άγχος, μπορεί να επιβραδύνουν τη ροή των μηνυμάτων μεταξύ των εγκεφαλικών κυττάρων, ενώ η άσκηση την ενισχύει. Οταν επαναλαμβάνουμε μια ενέργεια, τα σήματα μεταξύ των κυττάρων που διατηρούν την ανάμνηση αυτής της ενέργειας μπορούν να ενισχυθούν. Με άλλα λόγια, μαθαίνουμε.

Υπάρχουν επίσης στοιχεία ότι η άσκηση μπορεί να επηρεάσει τις συνάψεις στον ιππόκαμπο. Η άσκηση έχει αποδειχθεί σε πολλές μελέτες ότι βελτιώνει τη μάθηση και τη μνήμη. Αλλά λίγες μόνο μελέτες σε ζώα εξέτασαν προσεκτικά τις αλλαγές στις συνάψεις μετά την άσκηση, ενώ καμία δεν ερεύνησε ταυτόχρονα το άγχος, βγάζοντας έτσι συμπεράσματα μη αντιπροσωπευτικά της πραγματικής ζωής, η οποία πάντοτε περιλαμβάνει ένα ποσοστό στρες.

Οι ομάδες των ποντικών

Ετσι, για τη νέα μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε αυτόν τον μήνα στην επιθεώρηση «Νευροβιολογία της Μάθησης και της Μνήμης», οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Μπράιχαμ Γιανγκ από τη Γιούτα των ΗΠΑ χρησιμοποίησαν ποντίκια. Χώρισαν τα ζώα σε τέσσερις ομάδες. Στα κλουβιά των δύο τοποθέτησαν τροχούς. Τα ποντίκια φαίνεται να απολαμβάνουν το τρέξιμο και με ενθουσιασμό έτρεχαν περίπου 5 χλμ. καθημερινά! Επειτα από έναν μήνα, η μία ομάδα από τα ζώα που δεν ασκούνταν εκτέθηκαν σε τρεις ημέρες αγχωτικών εμπειριών. Αυτά αφορούσαν ως επί το πλείστον κάποιο είδους περιορισμό. Οι ερευνητές προσπαθούσαν να προσομοιάσουν στα ζώα ένα σχετικά χρόνιο άγχος παρόμοιο με αυτό που οι περισσότεροι από εμάς μπορεί να νιώθουμε με συνεχή πίεση στη δουλειά ή άλλες ανησυχίες. Η μία ομάδα από τα ποντίκια – δρομείς επίσης στρεσαρίστηκε τεχνητά. Στη συνέχεια, για να διαπιστώσουν τυχόν αλλαγές στις συνάψεις των εγκεφάλων τους, οι ερευνητές έβαλαν τα ποντίκια από κάθε ομάδα να μάθουν έναν λαβύρινθο με μια κρυμμένη λιχουδιά. Τέλος, οι ερευνητές εξέτασαν με μικροσκόπιο τις λειτουργίες των συνάψεων που ενώνουν τους νευρώνες στους ιπποκάμπους των ζώων. Με την ηλεκτρική διέγερση μερικών κύτταρων που απομόνωσαν, μπόρεσαν να δουν πόσα και τι είδους μηνύματα «ανταλλάχθηκαν».

Τα συμπεράσματα

Εγινε αμέσως σαφές ότι οι τρεις ημέρες διαρκούς στρεσαρίσματος μείωσαν περισσότερο την αποτελεσματικότητα των συνάψεων στα ζώα που δεν ασκούνταν, σε σύγκριση με εκείνα που δεν στρεσαρίστηκαν. Οι ενδοκυτταρικές συνδέσεις σε αυτά ήταν πολύ πιο αδύναμες. Τα αστρεσάριστα ποντίκια – δρομείς, από την άλλη πλευρά, είχαν πλέον τις ισχυρότερες, πιο «πολυάσχολες» συνάψεις, υποδηλώνοντας ότι η ικανότητά τους να μαθαίνουν και να θυμούνται θα ήταν υψηλότερη από ό,τι στα άλλα ζώα.

Ισως το πιο ενδιαφέρον, τα ζώα που έτρεχαν και είχαν υποβληθεί σε στρες διαρκείας είχαν συνάψεις που έμοιαζαν με εκείνες των αστρεσάριστων. Δεν ήταν τόσο δυνατές όσο των «χαλαρών» ποντικιών – δρομέων, αλλά πολύ ισχυρότερες από εκείνες όσων είχαν στρεσαριστεί αλλά δεν ασκούνταν καθόλου.

Τα ποντίκια – δρομείς, στρεσαρισμένα ή όχι, έμαθαν πολύ πιο γρήγορα να βρίσκουν τις λιχουδιές στον λαβύρινθο απ’ ό,τι τα ζώα που δεν ασκούνταν, και τη θυμούνταν πιο γρήγορα και με ακρίβεια αρκετές εβδομάδες αργότερα.

Απαιτείται περαιτέρω διερεύνηση

Πάνω απ’ όλα, φαίνεται ότι η άσκηση είχε βελτιώσει τη μνήμη των ζώων ακόμα και σε καταστάσεις άγχους, αυξάνοντας τις συνάψεις και παρεμποδίζοντας τις αρνητικές συνέπειες που αλλοίωναν τις νευρικές συνδέσεις, λέει στους «New York Times» η επικεφαλής της έρευνας δρ Ροξάν Μίλερ. Δεν είναι ακόμη σαφές όμως, παρατηρεί, με ποιον τρόπο η άσκηση άλλαξε τις συνάψεις σε μοριακό επίπεδο. Οι ερευνητές εντόπισαν αύξηση στη δραστηριότητα ορισμένων γονιδίων, καθώς και στα επίπεδα μερικών πρωτεϊνών στους εγκεφάλους των ποντικιών – δρομέων που θα μπορούσαν να έχουν συμβάλει στις αλλαγές στις συνάψεις. Ωστόσο, χρειάζεται πολύ περισσότερη έρευνα στο ζήτημα αυτό. Και φυσικά, τα ποντίκια δεν είναι άνθρωποι και είναι αδύνατο να γνωρίζουμε εάν οι ίδιες ακριβώς αλλαγές συμβαίνουν στις συνάψεις στους δικούς μας εγκεφάλους όταν ασκούμαστε. Ακόμα κι έτσι όμως, τα αποτελέσματα αυτά φαίνεται να προσφέρουν έναν ακόμα λόγο ότι το… να βγαίνει κανείς για τρέξιμο είναι πολύ καλή ιδέα, έτσι δεν είναι;