Στο «Φεγγάρι του Δία», ταινία που βγαίνει στους κινηματογράφους την ερχόμενη Πέμπτη, ένας νεαρός μετανάστης πυροβολείται καθώς περνάει τα σύνορα. Τρομαγμένος, σε κατάσταση σοκ, ο Αριαν μπορεί τώρα να… πετάει. Μετά τον αριστουργηματικό «Λευκό Θεό», ο Ούγγρος Κορνέλ Μουντρούτσο παρουσιάζει ένα αμφιλεγόμενο και προκλητικό φιλμ.

Τι συνέβη τελικά στην Ουγγαρία; Πώς αντιμετωπίστηκε η προσφυγική κρίση, που είναι το θέμα της ταινίας;

Νομίζω πως μετά την οικονομική κρίση η Ουγγαρία βυθίστηκε σε έναν καινούργιο φόβο, βαθιά υπαρξιακό, και έτσι η νέα κυβέρνηση θεώρησε πως έπρεπε να δημιουργήσει νέους εχθρούς για να διατηρήσει την «εθνική ενότητα». Οι πρόσφυγες χρησιμοποιούνται ως τέτοιοι. Είναι τρελό. Η αντιδραστικότητα κυριαρχεί. Και θεωρώ πως όταν ο εχθρός έχει πρόσωπο, τότε η συλλογική παράνοια κυριαρχεί. Το πρόβλημα είναι περίπλοκο. Και απάντηση δεν έχω. Η πιο τίμια είναι απλά «δεν ξέρω». Το ξέρω πως το φανταστικό στοιχείο στην ταινία δείχνει ακραίο, αλλά ήθελα να αγγίξω τον ουρανό για να ρωτήσω ξανά τον εαυτό μου τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος. Να μπορείς ν’ αγαπήσεις ξανά; Μοιάζει περισσότερο με πίνακα, παρά με σινεμά ο τρόπος που τη συνέθεσα.

Προφανώς γνωρίζατε πως πολλοί θα αντιδρούσαν με το φανταστικό στοιχείο.

Η πρόθεσή μου ήταν να γυρίσω μια ταινία για την ελευθερία και να «απελευθερώσω» τον θεατή, δίνοντάς του κάτι που μπορεί και να μην έχει ξαναδεί. Η τέχνη έχει και αυτή τη «χρησιμότητα». Ημουν 16 ετών όταν είδα πρώτη φορά μια ταινία του Φασμπίντερ. Και θυμάμαι να σκέφτομαι «είναι τόσο διαφορετικό απ’ οτιδήποτε έχω δει, που δεν παρακολουθώ καν την ιστορία». Υπάρχουν άλλοι κώδικες για κάποιες ταινίες. Στη δική μου υπάρχει ένα κομμάτι βαθιά ριζωμένο στη πραγματικότητα. Και φυσικά ένα άλλο που αγγίζει την επιστημονική φαντασία. Εχω δυσκολέψει κόσμο εδώ, το ξέρω, ούτε «σινεφίλ» τη λες, ούτε «ταινία είδους» αυστηρά. Ηθελα όμως να το πάω μέχρι εκεί, να αγγίξω το όριο.

Εχω την εντύπωση πως τόσο εδώ όσο και στον «Λευκό Θεό» το ζήτημα είναι οι κοινωνικές δομές και πως αυτές απειλούνται. Συμφωνείτε;

Είναι ακριβώς αυτό, συν το στοιχείο του παραλόγου. Τα σκυλιά δεν μπορούν να επιδείξουν ανθρώπινη συμπεριφορά, όπως κάνουν στον «Λευκό Θεό» και, προφανώς, οι πρόσφυγες δεν μπορούν να πετάξουν. Αλλά μου αρέσει πολύ να παρακολουθώ τις αντιδράσεις μιας κοινωνίας απέναντι στον παραλογισμό. Σίγουρα εδώ έχουμε να κάνουμε με μια πιο σκοτεινή ταινία, ο χαρακτήρας του γιατρού είναι βαθιά κυνικός, όμως σιγά σιγά βρίσκει τον εαυτό του. Εδώ επίσης κινώ την κάμερα διαρκώς, δεν υπάρχει ένα στατικό πλάνο, έχεις μια πραγματικότητα που διαρκώς έρχεται κατά πάνω σου. Και μερικές φορές αισθάνεσαι πως χρειάζεσαι ένα θαύμα για να αποδράσεις.

Κι αν σας πουν πως ένα ρεαλιστικό δράμα θα άγγιζε περισσότερο την αλήθεια αυτής της δραματικής κατάστασης;

Δεν πιστεύω στον ρεαλισμό, ειδικά στον σοσιαλιστικό, όπως αντανακλάται σήμερα στο σινεμά. Είναι μια μορφή αφήγησης που θεωρώ πως ταιριάζει περισσότερο στους δημοσιογράφους παρά στους σκηνοθέτες –αν και δε γράφονται πια τέτοια άρθρα. Εγώ δεν μπορώ να κάνω βήμα χωρίς την ποίηση. Δεν υπάρχει σινεμά για μένα χωρίς ποίηση.