Εληξε χθες η προθεσμία υποβολής υποψηφιοτήτων για την πλήρωση των θέσεων των επικεφαλής των δύο εκ των τριών θεματικών Διευθύνσεων του υπουργείου Πολιτισμού, των Γενικών Διευθύνσεων Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς και Αναστήλωσης, Μουσείων και Τεχνικών Εργων. Πρόκειται για το σύνολο των κρατικών υπηρεσιών που συγκροτούν την Αρχαιολογική Υπηρεσία, η οποία από το 1834 έχει στην ευθύνη της τη διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας. Για το νεοσύστατο κράτος η πολιτιστική κληρονομιά αποτέλεσε κρίσιμο στοιχείο της εθνικής του ταυτότητας και υπόστασης.

Από την ίδρυσή της η Αρχαιολογική Υπηρεσία έχει διφυή χαρακτήρα: επιστημονικό και διοικητικό. Τα στελέχη της ως κρατικοί λειτουργοί και συγχρόνως ειδικοί επιστήμονες οφείλουν να υπηρετούν τα μνημεία και τους πολίτες. Το έργο που επιτελούν είναι εξαιρετικά ευαίσθητο και απολύτως εξειδικευμένο. Η προστασία, η συντήρηση, η ανάδειξη, η διαχείριση εν γένει του πολιτιστικού αποθέματος της χώρας είναι μια σύνθετη και υψηλών απαιτήσεων εργασία, που απαιτεί επιστημονική επάρκεια και συνεχή ενημέρωση. Παράλληλα, κρίσιμη είναι η σχέση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας με τον πολίτη στο πλαίσιο του κράτους δικαίου, με δεδομένο ότι η ελληνική επικράτεια αποτελεί ένα πυκνότατο αρχαιολογικό παλίμψηστο, η προστασία του οποίου επιβάλλει δεσμεύσεις στην ιδιοκτησία.

Η ανάγκη της επιστημονικής γνώσης και εξειδίκευσης των επικεφαλής της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας εθεωρείτο –μέχρι χθες τουλάχιστον –προφανής. Ομως το λογικό και το προφανές φαίνεται ότι δεν συμπίπτει με το σκεπτικό των πολιτικά αρμοδίων ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Σύμφωνα με τις προκηρύξεις, οι θέσεις των Γενικών Διευθυντών Αρχαιοτήτων και Αναστήλωσης δύναται να πληρωθούν και με αποφοίτους «της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης ανεξαρτήτως του τίτλου σπουδών που κατέχουν και τυχόν απαιτούμενα πρόσθετα προσόντα». Είναι πράγματι τόσο ανεύθυνοι και άσχετοι ή υπηρετούν κομματικές σκοπιμότητες επιχειρώντας να «κατακτήσουν την εξουσία»;

Μπορεί κάποιος μη αρχαιολόγος ή μη μηχανικός να ανταποκριθεί στις αρμοδιότητες των δύο θέσεων; Σταχυολογώ τυχαία δύο σημεία από το καθηκοντολόγιο όπως ορίζεται στις προκηρύξεις: «Εποπτεύει την αρχαιολογική έρευνα πεδίου… τα έργα συντήρησης (κινητών και ακινήτων) μνημείων…». Οταν δεν γνωρίζει τι σημαίνει καν ανασκαφικός κάνναβος ή στρωματογραφία, κονίαμα ή ένεμα; Πώς θα «εκπροσωπεί τη χώρα σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο για θέματα της αρμοδιότητάς του», όταν δεν θα είναι εξοικειωμένος με το επιστημονικό γίγνεσθαι, ούτε καν με την ανάγνωση κατόψεων και τομών ισταμένων μνημείων; Πώς να μπορέσει, αδαής ων, να συντονίσει και να κατανοήσει εξειδικευμένους επιστήμονες και να προτείνει λύσεις σε καθημερινά προβλήματα πολιτών;

Η ελληνική δημόσια Διοίκηση έχει ανάγκη από ικανά διοικητικά στελέχη και η Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης παρέχει εχέγγυα. Ομως θα είναι καταστροφικό να παραγνωριστεί η εξειδικευμένη γνώση και εμπειρία ως βασικό προαπαιτούμενο για κρίσιμες θέσεις στον δημόσιο τομέα όπως αυτές των επικεφαλής της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Στις περιπτώσεις αυτές οι διοικητικές γνώσεις και ικανότητες πρέπει να είναι το επιπλέον προσόν στην επιστημονική κατάρτιση. Το αυτονόητο, που όμως δεν είναι προφανές. Η κομματική ταυτότητα δεν καλύπτει τα πάντα.

Η Λίνα Μενδώνη είναι αρχαιολόγος και πρώην γενική γραμματέας

του υπουργείου Πολιτισμού