Το 19ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος σηματοδότησε σημαντικές αλλαγές για την πορεία της Κίνας. Συμβόλισε, καταρχάς, την απόλυτη συγκέντρωση εξουσίας στο πρόσωπο του Σι Τζινπίνγκ μετά την πρώτη πενταετία διακυβέρνησης. Ο Σι, προερχόμενος από πολιτική οικογένεια, διαφέρει αισθητά από το μοντέλο των τεχνοκρατών ηγετών που μας είχε συνηθίσει η Κίνα τις τελευταίες δεκαετίες. Είναι περισσότερο πολιτικός, αρκετά χαρισματικός και απόλυτα αδίστακτος στη συγκέντρωση εξουσίας. Το μήνυμά του ήταν σαφές. Ανακήρυξε την Κίνα μεγάλη δύναμη, κάτι που στο παρελθόν οι κινέζοι ηγέτες απέφευγαν να πράξουν. Η για δεκαετίες αναδυόμενη κινεζική υπερδύναμη αποδέχθηκε, πλέον, τον ρόλο της υπερδύναμης. Προειδοποίησε κάθε ενδιαφερόμενο ότι το πολιτικό και οικονομικό μοντέλο της Κίνας δεν θα είναι μια απομίμηση των δυτικών προτύπων. Και άφησε να εννοηθεί ότι ίσως παραμείνει στην εξουσία και τρίτη πενταετία.

Η Κίνα, παρά την οικονομική της ανάπτυξη, αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα και φυγόκεντρες δυνάμεις που απειλούν την ενότητά της. Οι κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες παραμένουν έντονες. Υπάρχουν εκτεταμένα πελατειακά δίκτυα και διαφθορά. Και οι μεταρρυθμίσεις έχουν προκαλέσει σοβαρές κοινωνικές αναταράξεις.

Το καθεστώς προσπαθεί να αποφύγει μια κρίση νομιμοποίησης μέσα από την ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας και τη μείωση των ανισοτήτων. Στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση προχώρησε σε συγκέντρωση εξουσιών σε πολιτικό επίπεδο και σε μια πολιτική κρατικού ελέγχου στην οικονομία. Ο Σι προχώρησε σε βαθιές αλλαγές στις δομές εξουσίας συγκεντρώνοντας την εξουσία στην κεντρική κυβέρνηση και στο κόμμα. Με πρόσχημα την πάταξη της διαφθοράς προχώρησε σε μεγάλες αλλαγές στη δημόσια διοίκηση, στις ένοπλες δυνάμεις αλλά και στον χρηματοπιστωτικό τομέα.

Η βασική του πολιτική είναι η ανάπτυξη των φτωχών περιοχών της κινεζικής ενδοχώρας, η τόνωση της ζήτησης και η μείωση των ανισοτήτων. Στην προσπάθεια αυτή έδωσε κίνητρα σε εταιρείες, κυρίως του κατασκευαστικού τομέα, προκειμένου να μεταφέρουν τα εργοστάσιά τους στην ενδοχώρα. Η ναυαρχίδα αυτής της προσπάθειας είναι η πρωτοβουλία «Belt and Road», αυτό το τεράστιο πρόγραμμα υποδομών στοχεύει στην ανάπτυξη της ενδοχώρας αλλά και στην αύξηση της κινεζικής γεωπολιτικής υπεροχής στην Ευρασία.

Η πολιτική αυτή τον έφερε αντιμέτωπο με εκτεταμένα τοπικά δίκτυα γραφειοκρατίας αλλά και σημαντικά οικονομικά συμφέροντα στις παράκτιες μητροπόλεις.

Για να μπορέσει να προχωρήσει σ’ αυτήν την πολιτική, αλλά και να αποφύγει ένα ολιγαρχικό οικονομικό μοντέλο ο Σι προχωράει σε περισσότερο κρατικό έλεγχο στην κινεζική οικονομία. Το μοντέλο αυτό αντιστρατεύεται παλαιότερες διακηρύξεις του για τη στρατηγική σημασία των δυνάμεων της αγοράς.

Μένει να δούμε αν τέτοια συγκέντρωση εξουσιών σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο μπορεί να αποφέρει τον σοσιαλιστικό εκσυγχρονισμό που οραματίζεται η νέα ηγεσία της Κίνας.

Ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος είναι καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής, πρώην υπουργός