Ο 39χρονος ισλανδός λογοτέχνης Εϊρικουρ Ερντ Νόρδνταλ κατασκευάζει ένα δυνατό μυθιστόρημα που εξετάζει τις συνέπειες του Ολοκαυτώματος, των απανταχού εθνικισμών και του μίσους που εσωκλείουν, στην καθημερινότητα τριών νέων ανθρώπων.

Το βιβλίο εξακτινώνεται από το προσωπικό βίωμα της Ιστορίας στους συναισθηματικούς κόμβους ενός παράξενου ερωτικού τριγώνου. Η Αγκνες με καταγωγή από τη Λιθουανία ερευνά την εξόντωση των προγόνων της απ’ τους Ναζί. Ο Ομαρ, ένας ονειροπαρμένος ταξιδευτής, θα προσπαθήσει να τη βοηθήσει και ο Αρνορ, ένας νεαρός νεοναζί από μητέρα κομμουνίστρια, συμβολίζει την άλλη πλευρά του Κακού. Θύτες και θύματα αναμειγνύονται σ’ ένα φλεγόμενο παρόν.

Ο ισλανδός συγγραφέας προσπαθεί να διασώσει τις ανείπωτες πτυχές της μνήμης, μέσα σ’ έναν υπαρξιακό μαραθώνιο όπου το συναισθηματικό αδιέξοδο μιας κατά τα άλλα τετριμμένης καθημερινότητας συναντά τη χαίνουσα πληγή της Ιστορίας. Το μυθιστόρημα υιοθετεί χαρακτηριστικά της σχολής των Κούντερα και Ροθ, όπου ένα απλό μυθοπλαστικό σχήμα και φαινομενικά «ακίνδυνο» (ο συναισθηματικός ανταγωνισμός τριών νέων π.χ.) μπλέκει τα κλαδιά του, καθώς ξετυλίγεται σαν σπείρα, με τις οδύνες των εκκαθαρίσεων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η Αγκνες είναι μια κοπέλα που ζει στο Ρέικιαβικ με καταγωγή από τη Λιθουανία. Αγωνίζεται να τελειώσει το διδακτορικό της πάνω στο Ολοκαύτωμα. Στόχος της είναι να μιλήσει για τις εκκαθαρίσεις των Ναζί στην πατρίδα της, όπου εμπλέκονται άμεσα και συγγενικά της πρόσωπα. Μια γυναίκα που κυνηγά να σκιαγραφήσει την απόγνωση, τον πόνο, φλερτάροντας με τον κίνδυνο να την καταπιεί. Ο Ομαρ την ερωτεύεται παράφορα και παράλληλα ενσωματώνει όλο το βάρος της θλίψης της. Ο Αρνορ είναι το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου της. Ενας βίαιος νεαρός, κληρονόμος του μίσους, που της κρατά ανοιχτά τα μάτια στον βυθό του σκότους.

Το βιβλίο είναι δομημένο πάνω σε μικρά κεφάλαια. Από παράγραφο σε παράγραφο ο συγγραφέας ανοίγεται σ’ έναν διμέτωπο αγώνα: από τη μια μεριά αναλύει εξονυχιστικά τις εσωτερικές αναζητήσεις των πρωταγωνιστών του και από την άλλη ξηλώνει την ανίερη σιωπή γύρω από τα ειδεχθή εγκλήματα του ρατσισμού. Στις μικρές κοινότητες της Ισλανδίας και της Λιθουανίας (η εθνική οδός του μυθιστορήματος), όλοι ήξεραν, αλλά κανείς δεν μίλησε. Ο Νόρδνταλ, με όπλο την ειρωνεία, το μαύρο χιούμορ και τον αυτοσαρκασμό, εισέρχεται στο βασίλειο των βίαιων πράξεων. Από τη γέννα και τον θάνατο μέχρι τα πογκρόμ και την πορνογραφία. Λόγος σύγχρονος, χωρίς φιοριτούρες, που μπορεί να συναντήσει κάποιος και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ο συγγραφέας δεν κάνει μαθήματα Ιστορίας. Αφηγείται με την αμεσότητα που τον διακρίνει τη δική του εκδοχή, που φιλτράρεται από την πολιτική του τοποθέτηση.

Ο Εϊρικουρ Ερντ Νόρδνταλ γεννήθηκε στο Ρέικιαβικ και έζησε σε πολλές χώρες του πλανήτη. Ιδρυσε την κολεκτίβα ποίησης Nyhil. Εχει εκδώσει έξι ποιητικές συλλογές και πέντε μυθιστορήματα. Το παρόν μυθιστόρημα έχει τιμηθεί με το Βραβείο Ισλανδικής Λογοτεχνίας. Η μετάφραση της Ρούλας Γεωργακοπούλου αποδίδει σε μεγάλο βαθμό την αιχμηρή πολυπλοκότητα του κειμένου. Στην παρακάτω συνέντευξη που παραχώρησε ο συγγραφέας αποκλειστικά στα «ΝΕΑ» και στο «Βιβλιοδρόμιο», μας μιλά για την ψυχή του Κακού, όπως και για τα τρέχοντα ιστορικά ζητήματα της Ευρώπης.

Τελευταία παρατηρείται μια τάση εξομοίωσης κομμουνισμού και ναζισμού. Το βιβλίο σας έμμεσα παίρνει θέση περί αυτού. Εσείς τι πιστεύετε;

Νομίζω ότι είναι μια γελοία σύγκριση. Στερείται λογικής. Ο υπαρκτός σοσιαλισμός είχε σοβαρά προβλήματα και αγκυλώσεις. Αλλά οι αρχές της ιδεολογίας βασίζονταν στην ισότητα και την αλληλεγγύη. Το εντελώς αντίθετο του ναζισμού. Ο οποίος δεν πρόδωσε τις ιδέες του. Τις ακολούθησε κατά γράμμα και έπραξε πάνω – κάτω αυτά που προοριζόταν να κάνει. Ο κομμουνισμός απέτυχε ως σύστημα διακυβέρνησης (η Σοβιετική Ενωση το αποδεικνύει). Αντίθετα ο ναζισμός πέτυχε να παρασύρει την Ευρώπη σ’ έναν πόλεμο διότι ήταν πολύ χειρότερος απ’ ό,τι φαντάζονταν οι πρόγονοί μας. Ισως μεταγενέστερες εκφάνσεις αυτών των δύο συστημάτων να μοιράζονται σε κάποιο βαθμό την κοινή πλατφόρμα των σημερινών λαϊκιστών. Κακά τα ψέματα. Πολλοί άνθρωποι έλκονται από την ισχυρή επιβολή εξουσίας. Από έναν πατέρα ηγέτη που θα αποφασίζει γι’ αυτούς. Ομως η σύγκριση σε ιστορικό πλαίσιο είναι ρηχότατη.

Πώς συλλάβατε τη δομή του μυθιστορήματος «Το Κακό»; Κάτω από ποια συνθήκη εμπλέκεται ένα ερωτικό τρίγωνο με τον εθνικισμό;

Αρχικά ήταν ένα βιβλίο για έναν άντρα που έκαψε το σπίτι του. Καθώς ξετύλιγα το νήμα της ιστορίας, ήθελα να αποκαλύψω όλο το εύρος των αντιθέσεων που προέκυπταν για να δω αν ισορροπούν. Εγραψα το βιβλίο σε μικρά κεφάλαια, όπου κάθε παράγραφος ήταν σαν να πρόσθετα κι από ένα μικρό βάρος στη ζυγαριά. Τα ερωτήματα που με βασάνισαν ήταν τα εξής: Πώς γίνεται να απεχθάνεσαι εκείνο που αγαπάς και πώς συμβαίνει να αγαπάς ό,τι σε μισεί. Ο εθνικισμός είναι προϊόν του ρομαντισμού. Οπως και ο έρωτας, είναι τρομακτικά προστατευτικός και ζητά αποκλειστικότητες. Δεν έχω έτοιμες απαντήσεις. Προσπαθώ να δω τον κόσμο μέσα απ’ αυτό το αντιθετικό σχήμα, όταν συνευρίσκεται.

Τι αναζητούν ακριβώς οι πρωταγωνιστές σας;

Εχουν την ανάγκη να αισθανθούν καλοί, μεγάλοι, γενναίοι. Ο Ομαρ φοβάται ότι οι πράξεις του θα βλάψουν κόσμο, η Αγκνες τρομάζει στη σκέψη ότι θα φύγει απ’ αυτό το σύμπαν χωρίς να αφήσει το παραμικρό ίχνος, ενώ ο Αρνορ κάθε ώρα σκέφτεται πως όλα είναι χαμένα από χέρι. Για την Αγκνες, ο Ομαρ και ο Αρνορ αντιπροσωπεύουν τους δυο πόλους της ερωτικής έλξης: ο πρώτος φέρνει την ασφάλεια του συναισθήματος και ο δεύτερος τη βία του πάθους.
Ολοκαύτωμα

«Δεν μπορούμε να απαλλαγούμε εύκολα από τη μνήμη της βαρβαρότητας»

Ο φυλετισμός παραμένει η σκοτεινότερη πλευρά της ευρωπαϊκής ιστορίας;

Το Ολοκαύτωμα και τα εγκλήματα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου συναποτελούν μία από τις χειρότερες πλευρές της ευρωπαϊκής ιστορίας. Οι συνθήκες μπορεί να έχουν αλλάξει, όμως η σύνθεση της σημερινής συγκυρίας δεν έχει μεγάλες διαφοροποιήσεις από τότε. Η Ευρώπη πίστεψε ότι μπορεί να απαλλαγεί εύκολα από τη μνήμη της βαρβαρότητας. Στην πορεία είδαμε ότι υπάρχουν ενεργές δυνάμεις που είναι έτοιμες να «λύσουν» ξανά τα προβλήματα μέσω του ρατσισμού και του κοινωνικού εκβιασμού. Το γεγονός ότι πρόσφυγες πνίγονται στη Μεσόγειο ή ότι χρησιμοποιούνται στο εμπόριο της φτηνής σάρκας ή ότι η Ευρώπη συνεχίζει να συμμετέχει σε βομβαρδισμούς εκτός των συνόρων της προκαλώντας ανυπολόγιστες καταστροφές κ.λπ., όλα αυτά είναι πολιτικές αποφάσεις. Δεν έχουμε φτάσει ούτε στα μισά της πολιτισμικής χειραφέτησης, όπως πιστεύαμε. Δεν λέω πως θα φτάσουμε σε ένα νέο Ολοκαύτωμα. Λέω απλά, να μην παριστάνουμε τους έκπληκτους εάν η ρατσιστική ρητορική ακούγεται έντονα στις μέρες μας.

Στο βιβλίο γκριζάρετε την εικόνα της Ισλανδίας και μάλιστα λέτε ότι οι Ισλανδοί φαντασιώνονταν την αγάπη του Χίτλερ για τη φυλή τους. Μπορείτε να μας τα εξηγήσετε αυτά;

Πολλοί Ισλανδοί πίστευαν για αιώνες ότι είναι μια «καθαρή» βόρεια φυλή. Αυτό δεν είναι απολύτως ακριβές. Ο πληθυσμός του νησιού είναι μπολιασμένος και από άλλες φυλές των γύρω χωρών, της Ανατολικής και Νότιας Ευρώπης (μη σας κάνει εντύπωση), ψαράδες και φαλαινοθήρες, που έφτασαν στο νησί για να πιάσουν την καλή. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ή καλύτερα ύστερα από την απογοήτευση πως ο Χίτλερ δεν ήταν πια η ελπίδα, αλλά από ανερχόμενος ευρωπαίος ηγέτης μετατράπηκε σε μπαμπούλα, προέκυψε μια νέα αφήγηση στην ισλανδική ιστορία. Αρχισε να διαδίδεται μαζικά ότι οι Ναζί ανέμεναν από τους Ισλανδούς να είναι μέρος της άριας φυλής, αλλά αποδείχθηκε ότι ήμασταν αποτέλεσμα επιμειξιών. Δηλαδή ατυχήσαμε ως «καθαροί λευκοί», όμως είμαστε ένας λαός… περήφανων μπάσταρδων. Αυτή η «περηφάνια» μάς κατατρέχει και σήμερα, περικλείει όμως ένα μεγάλο κενό. Το κύριο ζήτημα για μας τους Ισλανδούς, όπως και των περισσότερων μικρών εθνών με σύνδρομο κατωτερότητας, είναι ότι παραμένουμε οι καλύτεροι απ’ όλους και πιστέψτε με, αυτό ξέρουμε να το πουλάμε προς τα έξω. Είμαστε οι καλύτεροι οικολόγοι, οι καλύτεροι διαχειριστές οικονομικών κρίσεων, ο λαός που εξανθρώπισε τον καπιταλισμό, έχουμε τα καλύτερα ηφαίστεια κ.λπ. Με λίγα λόγια, είμαστε δεξιοτέχνες στο ψέμα.

Eirikur Orn Norddahl

Illska

Το Κακό

Μτφ. Ρούλα Γεωργακοπούλου

Εκδ. Πόλις 2017, σελ. 576

Τιμή: 20 ευρώ