Η δύναμη του ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν είναι μικρότερη απ’ ό,τι φαίνεται. Στην πραγματικότητα, το θεμέλιο της ισχύος του (οι πελατειακές οικονομικές διευθετήσεις που έχει επιμελώς οργανώσει τις τελευταίες δεκαετίες) έχει μετατραπεί στη μεγαλύτερη απειλή για την πολιτική του επιβίωση. Ο λόγος είναι απλός: η έλλειψη αξιόπιστων τίτλων ιδιοκτησίας στο καπιταλιστικό σύστημα του Πούτιν αναγκάζει τους ανώτατους ρώσους αξιωματούχους και ολιγάρχες να έχουν τα χρήματά τους στο εξωτερικό υπό τη δικαιοδοσία εκείνων ακριβώς των δυτικών κυβερνήσεων τις οποίες ο Πούτιν καταγγέλλει.

Με τη βοήθεια επιλεγμένων συνεργατών, ο Πούτιν έχει συγκροτήσει τρεις κύκλους εξουσίας: το κράτος, τις κρατικές επιχειρήσεις και τις «ιδιωτικές» επιχειρήσεις των πιστών σε αυτόν αξιωματούχων. Η διαδικασία ξεκίνησε όταν ήταν πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Ασφαλείας από το 1998 ώς το 1999 και κορυφώθηκε στην πρώτη του προεδρική θητεία από το 2000 ώς το 2004. Το 2000 ανέλαβε τον έλεγχο της ρωσικής τηλεόρασης. Υστερα εγκαθίδρυσε την εξουσία του στην κρατική διοίκηση, την περιφερειακή διοίκηση και το δικαστικό σύστημα. Και μετά στις βουλευτικές εκλογές του 2003 απέκτησε τον έλεγχο τόσο της Δούμας όσο και του Συμβουλίου των Ομοσπονδιών. Στην κορυφή της κρατικής εξουσίας, το Συμβούλιο Ασφαλείας, εγκατέστησε τρεις στρατηγούς της KGB: τον Σεργκέι Ιβανόφ, τον Νικολάι Πατρούσεφ και τον Αλεξάντρ Μπορτνίκοφ.

Για να ενισχύσει τον δεύτερο κύκλο της εξουσίας του, ο Πούτιν απέκτησε σταδιακά τον έλεγχο όλων των κρατικών επιχειρήσεων, αρχίζοντας τον Μάιο του 2001 από την Gazprom, όπου τοποθέτησε τον Αλεξέι Μίλερ. Στη Rosneft τοποθετήθηκε ο Ιγκορ Σέτσιν και στη Rostec ο Σεργκέι Τσεμεζόφ. Ο Πούτιν ενίσχυσε ακόμη περισσότερο την εξουσία του μετά το 2007 δημιουργώντας τεράστιες επιχειρήσεις που χρηματοδοτούνται με φτηνό χρήμα και έχουν μετατραπεί σε μονοπώλια στους τομείς τους. Υστερα υπάρχει ο τρίτος κύκλος εξουσίας, που περιλαμβάνει τους πιο ισχυρούς φίλους του Πούτιν και τις επιχειρήσεις τους. Οι τέσσερις ισχυρότεροι είναι ο Γκενάντι Τιμτσένκο, ο Αρκάντι Ρότενμπεργκ, ο Γιούρι Κοβαλτσούκ και ο Νικολάι Σαμάλοφ.

Το σύστημα που δημιούργησε ο Πούτιν μοιάζει πολύ με το τσαρικό σύστημα που υπήρχε μέχρι τις Μεγάλες Μεταρρυθμίσεις της δεκαετίας του 1860. Ο Πούτιν αποκαλείται πράγματι νέος τσάρος γιατί η εξουσία του είναι απεριόριστη. Καθώς δεν υπάρχουν όμως αξιόπιστοι τίτλοι ιδιοκτησίας, οι πλούσιοι Ρώσοι, περιλαμβανομένων των φίλων του Πούτιν, μεταφέρουν τα κέρδη τους σε εξωχώριους φορολογικούς παραδείσους, γνωρίζοντας ότι είναι οι μόνοι τόποι που εγγυώνται την ασφάλεια του πλούτου τους. Εχει δημιουργηθεί έτσι ένας τέταρτος κύκλος εξουσίας, οι ίδιοι αυτοί φορολογικοί παράδεισοι, τον οποίο ο Πούτιν δεν ελέγχει.

Οι παράδεισοι αυτοί όμως δεν είναι πλέον τόσο ασφαλείς. Απομένουν έτσι δύο προορισμοί: οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, που επιτρέπουν ανώνυμες ροές χρήματος και δεν αναγκάζουν τους ιδιοκτήτες του να αποκαλύπτουν την ταυτότητά τους.

Οι δυτικές κυβερνήσεις δεν ασκούν ιδιαίτερο έλεγχο σε τέτοιες δραστηριότητες εντός των συνόρων τους. Πράγματι, ενώ τα κεφάλαια φίλων του Πούτιν στις ΗΠΑ και την ΕΕ υποτίθεται ότι έχουν παγώσει λόγω των κυρώσεων που έχουν επιβληθεί μετά την προσάρτηση της Κριμαίας, ελάχιστοι λογαριασμοί έχουν βρεθεί. Οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, που κατέχουν τη μεγάλη πλειοψηφία του ρωσικού εξωχώριου πλούτου, πρέπει να ακολουθήσουν άλλες ευρωπαϊκές χώρες και να απαγορεύσουν την τραπεζική ανωνυμία.

Ο Αντερς Οσλουντ είναι καθηγητής στο Atlantic Council της Ουάσιγκτον και συγγραφέας των βιβλίων «Ουκρανία: τι δεν πήγε καλά και πώς θα διορθωθεί» και «Η πρόκληση της ανάπτυξης για την Ευρώπη»