Ας είμαστε ρεαλιστές. Το μέτρο με την κλήρωση των σημαιοφόρων είναι εντελώς φοβικό. Η λύση ήταν μπροστά στα μάτια του υπουργού Παιδείας, αλλά ο ίδιος δεν μπόρεσε να τη δει καθαρά, όπως συμβαίνει σε τραγωδίες και δράματα. Η εφαρμογή της κληρωτίδας είναι ημιτελής, εάν δεν εφαρμοστεί στο σύνολο του εκπαιδευτικού συστήματος. Αφού ύστατη αναφορά είναι ο κυρίαρχος λαός, γιατί να μην μπορεί να κληρωθεί δάσκαλος –θέλετε και καθηγητής; –όποιος είναι ο τυχερός;

Στη στιβαρή επιχειρηματολογία που παρέθεσε για να αιφνιδιάσει τα στίφη των αντιπάλων ο Κώστας Γαβρόγλου υπέδειξε ότι γονείς μαθητών πιέζουν εκπαιδευτικούς να αυξήσουν τη βαθμολογία για να κρατήσουν τη σημαία τα παιδιά. Και εκείνος, για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, έφερε προς ψήφιση την παράγραφο της κλήρωσης. Στη σύνθεση της κυβέρνησης, πάντως, αναφέρεται ως υπουργός Παιδείας, όχι ως αποδέκτης παραπόνων οικογενειακής φύσεως.

Οι συμβολισμοί, λοιπόν. Στην κουλτούρα της κυβερνώσας Αριστεράς οι όμορφοι συμβολισμοί όμορφα καίγονται. Στην αρχή ήταν η ανοιχτή Ηρώδου Αττικού –μετά έκλεισε κι αυτή διά τον φόβο των «δικών τους παιδιών, των αντιμνημονιακών». Υστερα ήρθε η γραβάτα που άλλους τους δένει στη συνείδηση του χαμολαού και άλλους τους λύνει. Κι ύστερα το γραφείο της Θεσσαλονίκης για να πρωθυπουργεύει τοπικά ο Πρωθυπουργός που πρωθυπουργεύει την υπόλοιπη χώρα.

Και τώρα η σημαία, το υπερόπλο των συμβολισμών. Με το συμπάθιο, κύριε Γαβρόγλου, αλλά μέσα στο ολισθηρό πεδίο της τυχαιότητας θα υπάρξουν κι αυτοί που δεν θέλουν να κρατήσουν τη σημαία για λόγους φιλότιμου ή άρνησης. Που θα θέλουν να την παραδώσουν στον επιμελή συμμαθητή τους. Θα υπάρξουν κι αυτοί που δεν θα νιώθουν έτοιμοι γι’ αυτό που τους έλαχε. Να παίζουν τους σημαιοφόρους, ενώ στην πραγματικότητα θέλουν να τρέξουν στην πλησιέστερη καφετέρια. Και, τέλος, θα υπάρξουν κι εκείνοι που θα πρέπει να λύσουν πρόωρα το σύνδρομο του πρωτοτελευταίου. Τα έχει αυτά η κλήρωση: προκαλεί αίσθημα άγχους.