Τι είναι ο δημόσιος χώρος; Μην είναι η φαντασίωση της ανεμπόδιστης άσκησης εξουσίας από τον λαό; Μην είναι οι προβολές ενός εκάστου εξ υμών για τα όρια μεταξύ ιδιωτικότητας και κοινωνικού συνόλου; Οι πρόσφατες αστυνομικές επιχειρήσεις σε κτίρια καταλήψεων ταρακούνησαν τη συνείδηση της πρώτη φορά Αριστεράς, που βρήκε καινούργιο μετερίζι για την επαναστατική γυμναστική. «Είναι δημοκρατικό δικαίωμα του κόσμου, του λαού, τα δημόσια κτίρια, οι δημόσιοι χώροι να είναι δημόσιοι και όχι να ασκείται πάνω τους καμίας μορφής εξουσία» δήλωσε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρης Σεβαστάκης, ενώ ο συνάδελφός του Χρήστος Καραγιαννίδης, με ανάρτησή του στο facebook, αντιτάχθηκε στην επιχείρηση λέγοντας πως «η εισβολή (ξημερώματα) σε αυτοδιαχειριζόμενο χώρο και η εκκένωσή του δεν αιτιολογείται. ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ».

Δικαίωμα. Λαός. Εισβολή. Καταστολή. Δεν θα μπορούσε κανείς να ορίσει καλύτερα το λογικό άλμα στη συζήτηση για τον δημόσιο χώρο. Δημοκρατικό δικαίωμα είναι το συνέρχεσθαι και συνεταιρίζεσθαι. Δεν είναι η κατάληψη δημόσιου κτιρίου και η επακόλουθη «προάσπισή» της. Στο όνομα του λαού, προφανώς, δεν καταστρατηγείται η ερμηνεία του Συντάγματος και δεν ξεχαρβαλώνεται η έννοια της πρόσβασης στον δημόσιο χώρο. Η Αστυνομία δεν εισβάλλει. Αντιθέτως, παρεμβαίνει στο μέτρο που της ορίζει η προάσπιση της δημόσιας ασφάλειας. Η καταστολή είναι βαριά λέξη, ακόμη κι όταν κολακεύει την εσωκομματική ριζοσπαστικοποιημένη συνιστώσα. Ή ακόμη και όταν επιβεβαιώνει με λοξό τρόπο το αντιεξουσιαστικό τελετουργικό που αναπτύσσεται στις καταλήψεις.

Οι δηλώσεις Σεβαστάκη και Καραγιαννίδη είναι τα τελευταία συμπτώματα μιας παγιωμένης αμφιθυμικής στάσης στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος. Πέρυσι η τότε αναπληρώτρια υπουργός Παιδείας Σία Αναγνωστοπούλου είχε ανακαλύψει ως μέτρο σύγκρισης των καταλήψεων τις τρομοκρατικές επιθέσεις (!) σε ευρωπαϊκές χώρες: «Προτιμώ τις καταλήψεις από αυτά που γίνονται σε Γερμανία και αλλού στην Ευρώπη. Ξαφνικά μας πειράξανε οι καταλήψεις;». Και ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Γιώργος Κυρίτσης είχε προτείνει ότι «θα μπορούσε να υπάρξει πολιτική πρωτοβουλία για μια κανονικοποίηση των καταλήψεων στέγης». Ο έστι μεθερμηνευόμενον: παροχή πολιτικής προστασίας σε αντίστοιχες κινήσεις. Κάτι σαν κρατικοποίηση καταλήψεων.