Μάλλον θα πρέπει να υπενθυμίσουμε την εύθραυστη συγκυρία. Η χώρα μετέωρη και χαμένη στην τρύπα της διαπραγμάτευσης και της ανολοκλήρωτης δεύτερης αξιολόγησης. Ταυτόχρονα, με αδυνατισμένο τον κοινωνικό της ιστό και με φτωχοποιημένο πληθυσμό. Και την ίδια ώρα, ανοχύρωτη στις ροές των προσφύγων ως αποτέλεσμα μιας συμφωνίας με την Τουρκία που μονίμως βρίσκεται υπό αίρεσιν.

Σε αυτό το κάδρο, η προσοχή που οφείλεται να επιδεικνύεται στον χειρισμό των εθνικών θεμάτων είναι κάτι παραπάνω από επιβεβλημένη. Κι αυτό για έναν επικαιροποιημένο λόγο: το προσεχές δημοψήφισμα στην Τουρκία αποτελεί σοβαρό λόγο για να συμμαχήσει ο Ερντογάν με τους πιο ακραίους εθνικιστικούς κύκλους στη γείτονα χώρα και έτσι να θεσπίσει προεδροκεντρικό Σύνταγμα. Αυτό ενδεχομένως απαιτήσει ένα πιο απειλητικό αφήγημα του ιδίου σε σχέση με τις γύρω χώρες.

Ετσι, είναι τουλάχιστον επικίνδυνο να επιχειρεί κάποιος να παίξει το ίδιο παιχνίδι απ’ την ανάποδη, αναζωπυρώνοντας εθνικούς παροξυσμούς. Εχουν εξάλλου διαφορά η δήλωση αποτροπής ή εγγύησης της εθνικής ασφάλειας και οι προσωπικές ατζέντες, η εξαγωγή ενδοκυβερνητικών εντάσεων και το παιχνίδι με τη φωτιά, όπως επιχειρούν διάφοροι δικοί μας.

Η στιγμή δεν προσφέρεται για εθνικιστικά παιχνίδια ούτε στο Αιγαίο ούτε στην Κύπρο. Η λεπτότητα και η σοβαρότητα αποτελούν στρατηγικά εργαλεία για μια ευρωπαϊκή χώρα. Καμία εμπρηστική δήλωση έλληνα υπουργού δεν επιτρέπεται να αναπαράγει μια ένταση ή να λαμβάνει τη σκυτάλη από εθνικιστικές ή ακραίες δηλώσεις τούρκων αξιωματούχων ή παραγόντων. Οι καιροί είναι πονηροί.