Υπερτερεί σε πλειοψηφία και μειονεκτεί σε παμψηφία η Πανορθόδοξη Σύνοδος στην Κρήτη. Απουσιάζουν τέσσερις από τις συνολικά δεκατέσσερις Ορθόδοξες Εκκλησίες. Είναι οι μη ελληνόφωνοι: Αντιόχεια, Ρωσία, Βουλγαρία και Γεωργία.

Παρ’ όλο που η Ορθοδοξία εμφανίζεται ελλειμματική στα 4/14 της, ωστόσο ενσαρκώνει την ομοψυχία της με την πλειοψηφία των 10/14 αντί για την παμψηφία. Αυτό το αρνητικό συμβάν μπορεί να αξιολογηθεί θετικά.

Μόνο στις αλήστου μνήμης «σοβιετικές» συνθήκες επιτυγχανόταν παμψηφία ή στα δημοψηφίσματα δικτατοριών του δυτικού κόσμου. Τώρα πια ακόμα και η εκκλησιαστική Ορθοδοξία αρχίζει να εθίζεται στη θεμελιώδη αρχή της δημοκρατίας ότι υπερισχύει η πλειοψηφία, χωρίς ποτέ να απαιτείται παμψηφία, η οποία ταιριάζει στον ολοκληρωτισμό.

Αυτή η ενθαρρυντική εικόνα δημοκρατίας αντί για απολυταρχία ή θεοκρατία στην Ορθοδοξία επισκιάζεται από την απουσία του λαϊκού στοιχείου, την ανυπαρξία γυναικείας εκπροσώπησης και την εξαφάνιση της θεολογικής παρουσίας στην Πανορθόδοξη. Πιο πολύ θυμίζει Βατικανή Σύνοδο παρά ορθόδοξη κληρικολαϊκή σύναξη. Ο δημοκρατικός θεσμός της κληρικολαϊκής συνέλευσης ανθεί σε Ορθόδοξες Εκκλησίες της Διασποράς ιδίως σήμερα. Πατροπαράδοτα άλλωστε η ανάδειξη των επισκόπων πραγματοποιείτο «ψήφω κλήρου και λαού», γι’ αυτό ισχύει η αναφώνηση των λαϊκών «άξιος, άξιος» στη χειροτονία των κληρικών. Η δικτατορία της 4ης Αυγούστου απαγόρευσε την κληρικολαϊκή ανάδειξη εφημερίων για πολιτικά ευνόητους λόγους. Η εμφυλιοπολεμική νομοθεσία περιόρισε τον λόγο των λαϊκών για παρόμοιους λόγους. Παραξενεύει σήμερα πια η «δειγματοληπτική» παρουσία των λαϊκών ως σκιωδών εμπειρογνωμόνων.

Οι λαϊκοί θεολόγοι ως πανεπιστημιακοί καθηγητές ήταν ανέκαθεν οι πρωτεργάτες των διεκκλησιαστικών διαλόγων από τις αρχές του 20ού αιώνα. Ατυχώς στον 21ο αιώνα συμμετέχουν ελάχιστοι μη ρασοφόροι πανεπιστημιακοί θεολόγοι στην Πανορθόδοξη σαν «να κάνουν τα ράσα τον παπά» (!). Αυτή η ανορθόδοξη αντιλαϊκή πρακτική στιγματίζει τις ρωμαιοκαθολικές Βατικανές Συνόδους, δημιουργώντας τη θλιβερή εντύπωση του κληρικαλισμού μιας «ορθόδοξης δεσποτοκρατίας».

Εξαφανίστηκε το «είδος» των γυναικών από τη Σύνοδο! Μόνο μια Εκκλησία συμπεριέλαβε μόλις δύο γυναίκες συμβούλους, κι αυτές μη θεολόγους, μια ηγουμένη μονής στην Κρήτη και μια πολιτική επιστήμονα των ΗΠΑ. Δεν υπάρχουν καθηγήτριες, κατηχήτριες, διακόνισσες, ιεραπόστολοι στην Ορθοδοξία του 20ού αιώνα ή μήπως δεν αξίζει η προσφορά τους ώστε να τιμηθούν έστω συμβολικά στα σκιώδη γνωμοδοτικά σώματα;

Εδώ ελλοχεύει ο κίνδυνος μιας μισογυνικής εικόνας της Ορθοδοξίας που απηχεί την αντιφεμινιστική καθημερινότητα των εκκλησιών. Η ανδροκρατική και θεοκρατική προετοιμασία της Συνόδου ευθύνεται για τον αντιδημοκρατικό και ανορθόδοξο αποκλεισμό θεολόγων, λαϊκών και γυναικών.

Ο Μάριος Π. Μπέγζος είναι προκοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και καθηγητής Συγκριτικής Φιλοσοφίας της Θρησκείας