Στη δεκαετία του ’80, οι πιο παλαιοκομματικές και πελατειακές πολιτικές ασκήθηκαν από όσους υπουργούς του ΠΑΣΟΚ είχαν κάνει τότε σημαία τους το σύνθημα «ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά».

Το ίδιο ακριβώς επαναλαμβάνεται και σήμερα, είτε από όσους κυβερνούν με το ίδιο σύνθημα «ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά» είτε από εκείνους που αντιπολιτεύονται με το σύνθημα «ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Αριστερά. Φύγετε». Ειδικά οι τελευταίοι με ένα πολιτικό λεξιλόγιο μόλις δυο λέξεων, «φύγετε – εκλογές», έχουν καταφέρει να αναβιώσουν μνήμες του λαϊκισμού. Ουσιαστικού κι όχι επικοινωνιακού λαϊκισμού.

Τον Φεβρουάριο στη Βουλή ο νέος αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης κατέθεσε μελέτη (ο Θεός να την κάνει) υποστηρίζοντας πως δήθεν η Ελλάδα δεν θα έχει ασφαλιστικό πρόβλημα μέχρι το 2060. Τον Μάρτιο, ενώ σωστά ισχυρίστηκε πως κακώς δεν είχε κλείσει η πρώτη αξιόλογηση από τον Νοέμβριο, την ίδια ακριβώς ώρα ζήτησε να ξεκινήσει διάλογος για το Ασφαλιστικό από μηδενική βάση με τους κοινωνικούς φορείς.

Με τον αριστερό αλλά και τον δεξιό μεταρρυθμιστικό λαϊκισμό πάνω σε μια αντιπαραγωγική οικονομική πολιτική, σε μια καθόλου ανταγωνιστική οικονομία, θα συνεχίσουμε να ακούμε το περίφημο «με τον ήλιο τα βγάζω, με τον ήλιο τα βάζω… τι έχουν τα έρμα και ψοφάνε;».

Με βάση όσα ανερμάτιστα και παλαιοκομματικά η κυβέρνηση πράττει αλλά και όσα κοινότοπα κι ανεύθυνα η αντιπολίτευση ισχυρίζεται, η Ελλάδα δεν πρόκειται να βγει από την κρίση. Επομένως, η οικονομία θα συνεχίσει να είναι εγκλωβισμένη σε ένα καθοδικό σπιράλ θανάτου, ενώ έχει τώρα τη χρυσή ευκαιρία να αλλάξει το ιστορικό της πεπρωμένο όπως αυτό διαμορφώθηκε από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα.

Η Ελλάδα σήμερα, χάρη στο νέο κύμα τεχνολογικής επανάστασης, έχει τη χρυσή ευκαιρία να αποτελέσει όχι έναν καταναλωτή στην παγκόσμια οικονομία, αλλά έναν παραγωγό.

Για να γίνει, όμως, αυτό στην Ελλάδα πρέπει να γίνουν ανατρεπτικές αλλαγές, όχι απλώς μεταρρυθμίσεις. Χρειάζεται ένα ανατρεπτικό σχέδιο εθνικής ανάταξης.

Η μεγάλη ιστορική ανάγκη που συμπίπτει ιστορικά με μια χρυσή ευκαιρία δεν είναι η μεταρρύθμιση, αλλά είναι ο παραγωγικός μετασχηματισμός της Ελλάδας.

Η μεταρρύθμιση δεν θα μας βγάλει από την εθνική κρίση. Η μεταρρύθμιση ως στρατηγική στην καλύτερη περίπτωση οδηγεί στη μεταρρύθμιση της καταναλωτικής Ελλάδας της Μεταπολίτευσης. Δηλαδή σε μια Ελλάδα αξιόχρεο καταναλωτή και συνεπή εισαγωγέα προϊόντων που παράγονται αλλού.

Στην Ελλάδα σήμερα το πραγματικό δίλημμα είναι παραγωγή ή παρασιτισμός. Παραγωγή ή τέλος.

Το δίλημμα δεν είναι λαϊκισμός ή μεταρρύθμιση. Αλλωστε η μεταρρύθμιση έχει κακοποιηθεί όσο καμία άλλη έννοια τα τελευταία χρόνια.

Το πολιτικό φάσμα της παρασιτικής Ελλάδας, από την Αριστερά, το Κέντρο μέχρι και τη Δεξιά, έχει γεμίσει κατ’ ευφημισμόν μεταρρυθμιστές. Μεταρρυθμιστές που ξέρουν τη μεταρρύθμιση μόνο ως λέξη. Μεταρρυθμιστές που γι’ αυτούς μεταρρύθμιση ήταν η αντιμεταρρύθμιση της αναξιοκρατίας και του εξωφρενικού κομματισμού στο κράτος. Μάλιστα, εάν νομίζετε πως αυτή είναι μόνο μια αριστερή πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, γελιέστε.

Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης το 2014 τόλμησε να νομοθετήσει την καθαίρεση 25.000 αξιοκρατικά επιλεγμένων διευθυντικών στελεχών στο κράτος. Στο υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης, μεταξύ άλλων, καθαίρεσε τον πρώτο γενικό διευθυντή σε μόρια –1.198,19 –και τον αντικατέστησε με τον κομματικά εκλεκτό του, που είχε καταλάβει την τελευταία θέση στην αξιοκρατική μοριοδότηση με 897,88 μόρια.

Επειδή λοιπόν γεμίσαμε τέτοιους δήθεν μεταρρυθμιστές, προσωπικά πλέον παρακαλώ να μη συγκαταλέγομαι στους μεταρρυθμιστές.

Εν κατακλείδι: Η πολιτική κρίση είναι σήμερα βαθιά γιατί δεν έχουμε μόνο πρόβλημα κυβέρνησης αλλά διότι έχουμε και πρόβλημα αντιπολίτευσης. Εχουμε πρόβλημα εναλλακτικής λύσης. Η διέξοδος είναι ναι, να φύγει το παρασιτικό σήμερα, αλλά όχι για να επιστρέψει το παρασιτικό χθες.

Ο Γιάννης Ραγκούσης είναι πρώην υπουργός