Στη χώρα μας τείνει να γίνει πολιτικό αξίωμα πως όποιος/α χαϊδεύει αφτιά παίρνει διαβατήριο για τη Βουλή και ώθηση για μεγάλα πράγματα. Σχεδόν όλοι όσοι έγιναν πρωθυπουργοί το πέτυχαν έχοντας βασικά όπλα την υποσχεσιολογία, τη δημιουργία μιας εικονικής πραγματικότητας, την καλλιέργεια της λογικής του εύκολου δρόμου και τη δαιμονοποίηση του αντιπάλου. Ενδεχομένως, ο μέσος Ελληνας προτιμά τα καλά και συμφέροντα, γι’ αυτό άλλωστε στις δημοσκοπήσεις πριν από τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 η συντριπτική πλειονότητα των ερωτηθέντων απαντούσε πως δεν πιστεύει σχεδόν τίποτα από όσα λέει ο Αλ. Τσίπρας, αλλά…

Ο «εύκολος λόγος», λοιπόν, στην Ελλάδα και κυριαρχεί και αποδίδει. Βεβαίως, τεράστια ευθύνη έχουν και τα (περισσότερα) ΜΜΕ που κατάφεραν να χάσουν την είδηση του 21ου αιώνα για την Ελλάδα: την είδηση της χρεοκοπίας.

Ο σημερινός Πρωθυπουργός μοιάζει να επιβεβαιώνει ένα αξίωμα της πρακτικής ψυχολογίας: όταν λες ψέματα πρέπει πρώτα να έχεις πείσει τον εαυτό σου. Δεν εξηγείται αλλιώς η άνεση και ο κυνισμός με τον οποίο λέει τα μεγαλύτερα ψέματα. Φοβάμαι, όμως, ότι πολλοί, ακόμα και αυτοαποκαλούμενοι μεταρρυθμιστές, πάνε να τον συναγωνιστούν στο ψέμα, στον λαϊκισμό, στην καταγγελία –στο γήπεδό του. Το επιχείρημα «να γίνουμε light ΣΥΡΙΖΑ» το ακούω και από σοβαρούς ανθρώπους της Κεντροαριστεράς που επικαλούνται ευθέως ψηφοθηρικούς λόγους. Διότι, σου λέει, η πλειονότητα των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ είναι πρώην πασόκοι που βλέπουν το κόμμα του κ. Τσίπρα να κάνει τα ίδια και χειρότερα, οπότε με φρασεολογία και ρητορική του παρελθόντος, πασπαλισμένη με αριστερά ιδεολογήματα θα πειστούν να «γυρίσουν σπίτι τους». Οσο απλουστευτικό είναι αυτό το επιχείρημα, άλλο τόσο εγκληματικό είναι για τον τόπο. Διότι όταν έχεις δει ουκ ολίγες φορές όλο το έργο, είναι ανόητο να πιστεύεις ότι θα αλλάξει(ς) το τέλος. Το είπε, άλλωστε, πολύ εύστοχα ο πρόεδρος Σημίτης: «Αριστερή πολιτική είναι η πολιτική που εξηγεί, επισημαίνει τις δυσκολίες, έχει το θάρρος να δυσαρεστήσει».

Γιατί όλα τα παραπάνω. Διότι κάποιος πρέπει να κτυπήσει το καμπανάκι και να τονίσει ότι μια Κεντροαριστερά καρικατούρα του ένδοξου παρελθόντος (ή ένας κλώνος του ΣΥΡΙΖΑ) δεν έχει λόγο ύπαρξης. Ο ενδιάμεσος χώρος μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, για να υπάρξει, πρέπει να δυσαρεστήσει, να μην αρκεστεί στα «εύκολα όχι». Χρειάζεται επεξεργασία και σαφήνεια σε ζητήματα όπως, π.χ., η μονιμότητα και γενικώς το πώς αντιλαμβάνεται το Δημόσιο, οι ιδιωτικοποιήσεις, η παιδεία, το Ασφαλιστικό, οι εργασιακές σχέσεις, η διαφάνεια στο πολιτικό σύστημα και τα κόμματα, οι σχέσεις Εκκλησίας – Κράτους κ.ά.

Οπερ σημαίνει: Η χώρα έχει ανάγκη από έναν τρίτο πόλο, έναν νέο φορέα εκσυγχρονιστικό και μεταρρυθμιστικό, ο οποίος θα ενώσει όλες τις δυνάμεις και τις προσωπικότητες της Κεντροαριστεράς, του Κέντρου, του πολιτικού φιλελευθερισμού. Για να γίνει αυτό, κατά τη γνώμη μου, χρειάζονται τα ακόλουθα βήματα:

α) Η Δημοκρατική Συμπαράταξη και Το Ποτάμι να συμφωνήσουν στο πρόσωπο του κ. Κώστα Σημίτη, ο οποίος με το κύρος του θα αναλάβει να οδηγήσει όλο τον χώρο σε ένα ιδρυτικό συνέδριο, σε χρόνο που θα συμφωνήσουν όλες οι εμπλεκόμενες πλευρές.

β) Η Επιτροπή Διαλόγου και Θέσεων για τις Προοδευτικές Μεταρρυθμίσεις να διευρυνθεί με ακαδημαϊκούς, τεχνοκράτες, πολιτικά στελέχη και να αναλάβει να προετοιμάσει το «κοινό πόρισμα», το οποίο θα εγκριθεί από το ιδρυτικό συνέδριο.

γ) Να εκλεγεί πανηγυρικά αρχηγός του νέου φορέα από τη βάση.

Αν ακολουθήσουμε αυτά τα βήματα, είμαι βέβαιος ότι μετά από καιρό ο χώρος θα γίνει ελκυστικός και μεγάλα στρώματα της κοινωνίας θα ενεργοποιηθούν. Ας αντιληφθούμε όλοι ότι χρειάζονται τολμηρά βήματα, γενναίες πρωτοβουλίες και τοποθέτηση του εθνικού συμφέροντος πάνω από το κομματικό ή το προσωπικό.

Ο Ανδρέας Ε. Παπαδόπουλος είναι μέλος της Επιτροπής Θέσεων και Διαλόγου για τις Προοδευτικές Μεταρρυθμίσεις