Οσο ήταν στην αντιπολίτευση ο ΣΥΡΙΖΑ διαμαρτυρόταν στις κυβερνήσεις για έλλειψη ευαισθησίας. Οταν έγινε κυβέρνηση, μαζί με το άνοιγμα των συνόρων έκανε προσπάθεια να εξισωθούν μετανάστες και πρόσφυγες, με στόχο τη διευκόλυνση της εξόδου τους μέσω της Ελλάδας προς τις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης.

Εκτοτε συνέβησαν πολλά. Οταν έκλεισε η πρόσβαση προς την Ευρώπη, η κυβέρνηση παράτησε τους πρόσφυγες και τους μετανάστες σε φαβέλες και σε γκέτο, με το πρόσχημα ότι αν απουσίαζε το κράτος από τους χώρους όπου στοιβάζονταν δεν θα υπήρχε και κυβερνητική ευθύνη –στο έλεος των ΜΚΟ, της ιδιωτικής φιλανθρωπίας και των «αλληλέγγυων». Και όταν το πρόβλημα διογκώθηκε, η κυβέρνηση συμφώνησε όχι απλώς να έρθουν η Frontex και το ΝΑΤΟ αλλά και την αναβάθμιση της Τουρκίας και την πρώτη εκχώρηση κυριαρχίας (που ήταν το απόλυτο ταμπού Τσίπρα και Καμμένου) στο Αιγαίο.

Επειτα κι από αυτό, και αφού η κυβέρνηση πήρε όποια παράταση επιθυμούσε ψηφίζοντας τα προαπαιτούμενα μιας όποιας αξιολόγησης, αντιλήφθηκε ότι οι φαβέλες είναι πρόβλημα. Και αποφάσισε να αδειάσει την Ειδομένη. Επελέγη η λύση της βίαιης απομάκρυνσης –και για να μη γίνει καμιά στραβή, και η πιθανή χρήση βίας χαλάσει το φιλάνθρωπο προφίλ των κυβερνώντων, μεθοδεύτηκε ο αποκλεισμός των δημοσιογράφων από τη διαδικασία της εκκένωσης. Αντί για ενημέρωση, προληπτική λογοκρισία –και τα κρατικά, δηλαδή τα ελεγχόμενα ΜΜΕ.

Πού θα πάνε όσοι διωχθούν από την Ειδομένη; Φοβάμαι ότι θα συνεχίσουν να περιπλανιούνται, ξένοι σε μια κατεστραμμένη χώρα –θα λιάζονται, αλλά θα είναι μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας (εκτός αν την προκαλέσουν). Η διαχείριση της δημοσιότητας και της πληροφορίας, όμως, μοιάζει να είναι η μοναδική φροντίδα των κυβερνώντων. Από την άποψη αυτή, η απαγόρευση κάλυψης της εκκένωσης της Ειδομένης θα μπορούσε να είναι μια γενική πρόβα. Αύριο θα μπορούσε να απαγορευθεί η πρόσβαση δημοσιογράφων σε επεισόδια στις εφορίες ή στα νοσοκομεία –όπου θα αναστενάζει η εκπτωχευμένη Ελλάδα.