Ενώπιοι ενωπίοις και με τον δάκτυλον (επιτέλους) «εις τον τύπον των ήλων». Για να μην εμπαίζομεν εαυτούς και αλλήλους:

Πρώτον: Και για λόγους αρχής και για λόγους λογικής (αλλά και με κυρίαρχο το στοιχείο του εκ φύσεως και παραδόσεως ανθρωπισμού) η Ελλάδα πρέπει να συμπεριφερθεί αναλόγως σε αυτές τις ροές της προσφυγικής απελπισίας. Η οποία –κατά συγκυρίαν –έρχεται να προστεθεί στην καταθλιπτική δυσπραγία των γηγενών. Που πράττουν ό,τι μπορούν. Ακόμη και ό,τι δεν μπορούν. Κι αυτό δεν είναι υπερβολή. Ο Ελληνας ως προς αυτό υπερέβαλεν εαυτόν.

Δεύτερον: Λόγω γεωπολιτικής θέσεως (και κατατομής) η χώρα δεν έχει άλλον τρόπο ανακοπής αυτών των ροών –εφόσον το αποφάσιζε –από εκείνον της αντιμετωπίσεώς των στη θάλασσα. Και αν κάποιοι μιλούν για ενδεχομένως βίαιη ανακοπή τους, αυτό σημαίνει χονδρικά έως και βύθιση των φουσκωτών με τα οποία διαπεραιώνονται στις νησιωτικές ακτές του Αιγαίου. Διότι φράκτης «α λα Εβρος», ακόμη και αν προεκρίνετο, δεν προσφέρεται.

Τρίτον: Είναι φυσικό πως σε δεδομένη στιγμή (και εφόσον το πρόβλημα κλιμακώνεται σχεδόν ανεξέλεγκτα) θα επέλθει κόπωση στον μέσο Ελληνα. Και αυτή θα αποβεί δείκτης παροξυνόμενων υποτροπών και αφετηρία πολλαπλών περιπλοκών. Τις οποίες μόνο μυωπάζοντες δεν βλέπουν ή τουλάχιστον εθελότυφλοι παραγνωρίζουν και υποτιμούν. Κόπωση που οφείλεται όχι τόσο στην εξάντληση των αντοχών του κόσμου μας όσο κυρίως: α) Σε κάποιες συμπεριφορές είτε μέρους των ιδίων των προσφύγων, είτε κάποιων που επιχειρούν να τους χειραγωγήσουν. Και β) στη συνειδητοποίηση παράπλευρων κινδύνων που εγκυμονούνται, αφενός από τη στάση όμορων χωρών και αφετέρου από απευκταία ενδεχόμενα παρεισδύσεως τρομοκρατικών πυρήνων.

Τέταρτον: Εάν υποθέσουμε ότι αίφνης η Ελλάδα επέλυε (ως διά μαγείας) τα κρίσιμα προβλήματα που την καθηλώνουν σε τροχιά χρεοκοπικής εξουθενώσεως, τότε αυτές οι προσφυγικές μάζες δεν θα είχαν λόγο να επιθυμούν άλλους ευρωπαϊκούς προορισμούς. Θα επέλεγαν δηλαδή την Ελλάδα. Και αυτό συνάπτεται προς την πολιτική που η χώρα θέλει επιτέλους να διαμορφώσει ως προς το θέμα. Και η οποία πρέπει να ξεκαθαριστεί, με κάποιες απλουστευμένες απαντήσεις σε εξίσου απλοϊκά ερωτήματα:

α) Θα δημιουργήσει συνθήκες (και προοπτική) μονιμότητος ή θα επιλέξει διαχείριση προσωρινότητος ως προς το πρόβλημα; Κι αυτό είναι κρίσιμο διακύβευμα. Που απαιτεί εξίσου κρίσιμες αποφάσεις για τους θεσμικούς διαχειριστές. β) Θα αρκεσθεί στη (δίκην ελέους) βοήθεια των εταίρων ακριβώς για να επωμισθεί όχι μόνον αυτά που της αναλογούν, αλλά και όσα έπρεπε να είχαν κατανεμηθεί σε άλλους; Ή θα διαμορφώσει επιτέλους στρατηγικές που θα της επιτρέψουν να απομειώσει το επαχθές βάρος από τους ήδη κεκαμμένους της ώμους;

Αυτά δεν είναι παρά μικρές (και αβαθείς εν πολλοίς) τομές σε όσα σήμερα βιώνονται. Καθώς το Προσφυγικό αποτελεί απλώς το παράγωγο των συγκρουσιακών δυναμικών που εκδηλώνονται και που αποβαίνουν πρόδρομοι έως και κατακλυσμιαίων περιφερειακών γεωπολιτικών ανατροπών. Των οποίων ούτε την έκταση ούτε τις τελικές συνέπειες μπορεί κανένας να προϋπολογίσει. Κι επομένως το ίδιο το Προσφυγικό απλώς προσθέτει (συγκυριακώς) ακόμη μια διάσταση στο ελληνικό πρόβλημα. Που θα μετεξελιχθεί ενδεχομένως σε δράμα. Αφενός επιδεινώνοντας τις χρεοκοπικές διαδικασίες. Και αφετέρου δημιουργώντας περιπλοκές στις διακρατικές σχέσεις. Οχι μόνο σε εκείνες που αφορούν τη συνάφεια με τους εταίρους (ή τους γείτονες) αλλά και σε αυτές που αφορούν κακόβουλους σχεδιασμούς εις βάρος της εθνικής κυριαρχίας της χώρας. Από την πλευρά δηλαδή της Τουρκίας. Η οποία εξάλλου βρίσκεται πίσω από την οργανωμένη προσφυγική λαίλαπα. Που για την ίδια δεν αποτελεί παρά την κεφαλή πολιορκητικού κριού. Και για διασκελισμό της κοινοτικής πύλης. Και για προαγωγή τετελεσμένων.

Να μην αυταπατόμεθα. Οταν στα μεν βόρεια σύνορα ένα κρατίδιο κάμνει κουμάντο και στις ανατολικές παρυφές των εθνικών ορίων διαχειρίζονται τέτοια ζητήματα τρίτοι, τότε η Αθήνα αποβαίνει ουραγός. Και δεν πρέπει να κοιμάται ήσυχη.