Ωραία τα καταφέραμε πάλι: ενώ οι πολιτικοί αρχηγοί φιλολογούσαν στο Προεδρικό Μέγαρο για οικουμενικές κυβερνήσεις, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έβαζε τις τελευταίες πινελιές στον καμβά του αποκλεισμού μας από τη Σένγκεν.

Η Ελλάδα έχασε πολύ χρόνο από την έναρξη της προσφυγικής κρίσης: στην αρχή ήταν ο ήλιος της Τασίας Χριστοδουλοπούλου και οι εξαφανίσεις των μεταναστών. Υστερα ήταν το κλείσιμο των κέντρων κράτησης –και μετά ήλθε το τσουνάμι, που κανείς δεν μπορούσε να σταματήσει.

Η Ελλάδα εμφανίστηκε στα μάτια της φοβισμένης –λόγω του Προσφυγικού –Ευρώπης ως ένα πρακτορείο ταξιδίων, που απλώς μετέφερε πρόσφυγες και μετανάστες στα σύνορα για να καταλήξουν στις χώρες του πόθου τους.

Αντί να ζητηθούν η ενίσχυση της Frontex και η συνεργασία της Τουρκίας, προτιμήθηκε το μοντέλο του ΝΑΤΟ, για την επιτυχία του οποίου οι προοπτικές είναι κακές.

Παράλληλα, η κυβέρνηση επαναφέρει τα κέντρα κράτησης μεταναστών, αλλά για τους συνήθεις επικοινωνιακούς λόγους προσπαθεί να το συσκοτίσει –απεμπολώντας κάθε πολιτικό όφελος που θα είχε στο εξωτερικό.

Εν τω μεταξύ, το πρόβλημα σε λίγο δεν θα είναι μόνον εκείνοι που θα εισέρχονται στη χώρα από το Αιγαίο, αλλά κι εκείνοι οι μετανάστες τους οποίους θα θελήσουν να επαναφέρουν στην Ελλάδα οι «σκληροί» της Ευρώπης –μιας και είμαστε το κράτος εισόδου τους στην Ευρωπαϊκή Ενωση.

Μια τέτοια εξέλιξη θα οδηγούσε σε απρόβλεπτες καταστάσεις –καθώς πολλοί εταίροι έχουν αποφασίσει ότι το Προσφυγικό λύθηκε για αυτούς από τη στιγμή που έκλεισαν τα σύνορα με τα Σκόπια και οι άνθρωποι περνούν με το σταγονόμετρο.

Δεν έχουν απομείνει και πολλά να κάνουμε ώστε να αποφύγουμε τους ελέγχους διαβατηρίων στα σύνορα –και πάντως η πολιτικολογία δεν μειώνει τις μεταναστευτικές ροές. Χρειάζεται πολιτική –κι εμείς είμαστε πάντα πολλά βήματα πίσω από τα γεγονότα.