Οχι μόνον όσα εξελίσσονται (με συγκρουσιακές δυναμικές) στις διακεκαυμένες ζώνες της Μέσης κι Εγγύς Ανατολής, αλλά και όσα ως παράπλευρες συνέπειες διαμορφώνονται στον ίδιο τον πυρήνα του ευρωπαϊκού τοπίου, οδηγούν σε κρίσιμες αναδιατάξεις και κυοφορούν έως και ιστορικές μεταλλάξεις. Με πρώτο (και ακαταστάλακτο ακόμη) δεδομένο: Μια νέα δημογραφική πραγματικότητα. Την οποία και προάγουν τα κατακλυσμιαία κύματα των προσφυγικών ροών. Που δεν ανακόπτονται. Και που δεν υπάρχει πλέον δυνατότητα ν’ αναστραφούν:

1. Εάν δεν βρεθούν τρόποι (αλλά πώς;) κατασβέσεως των ηφαιστειακών εκρήξεων που τις προκαλούν. Και που οδηγούν όχι απλώς σε ανατροπές κι επαναγεωγραφήσεις, αλλά και σε δημιουργία νέων και ανατροφοδοτούμενων τριβών. Που ήδη προμηνύουν ακόμη χειρότερα. Με πιθανή εμπλοκή ακόμη πιο ισχυρών περιφερειακών δυνάμεων.

2. Εάν δεν υπάρξει ουσιαστική αναθεώρηση στις εκδηλωμένες πολιτικές των πλανητικών κέντρων ισχύος. Ουάσιγκτον δηλαδή και Μόσχας. Και από κοντά των ατλαντικών εταίρων της πρώτης. Που μπορούν να προέλθουν μόνο μέσα από μείζονες συμβιβασμούς. Οι οποίοι προϋποθέτουν αμοιβαίως αποδεκτές ρυθμίσεις ως προς ζώνες επιρροής, όρια εμπλοκής και μηχανισμούς αποσοβήσεως κρίσεων.

Κι αυτά, καθώς: Αφενός το θερμόμετρο της ρωσοτουρκικής αντιπαραθέσεως διατηρείται σε άκρως επικίνδυνα όρια, με απρόβλεπτες υποτροπές. Από τις οποίες και με βεβαιότητα θ’ αναπαραχθούν κρισιμότερες περιπλοκές. Αφού η Τουρκία συνιστά περιφερειακή αιχμή της νατοϊκής στρατηγικής στην περιοχή. Και αφετέρου ανακύπτει αίφνης κρισιμότερη αναμέτρηση μεταξύ των δύο ισχυρών μουσουλμανικών πόλων – πέραν του χαλιφάτου: Της Σαουδικής δηλαδή Αραβίας (και των συν αυτή) από τη μια. Και του Ιράν, ως του βασικού κέντρου του σιιτισμού από την άλλη.

Αποτέλεσμα: Επαπειλείται άμεσα η επί του εδάφους επαλήθευση των περί Αρμαγεδδώνος εσχατολογιών! Οχι μόνο λόγω των δυναμικών που εκλύονται και που τείνουν να εκφύγουν του ελέγχου, αλλά και (σημειολογικά) για την ίδια τη χωροθετική τους διάσταση.

Υπό το φως αυτών των απλουστευτικών επισημάνσεων, η δική μας θέση δεν είναι καθόλου ακίνδυνη. Και κυρίως καθόλου ασφαλής. Γιατί: Από τυχόν ανάφλεξη και στη μια περίπτωση και στην άλλη, οπωσδήποτε η Ελλάδα (και μαζί της ασφαλώς και η Κύπρος ως ο άλλος κρατικός πυλώνας του Ελληνισμού) θα έχει αυτονοήτως μερίδιο συνεπειών. Είτε άμεσα. Είτε και ως παράπλευρη θυματοποίηση. Ενδεχομένως και με όρους γεωπολιτικών διαβρώσεων.

Οπόταν και όσα επισυμβαίνουν, όχι απλώς μας αφορούν, αλλά και συνιστούν κυριολεκτικά κρίσιμο εκρηκτικό μείγμα. Στην καλύτερη περίπτωση έξω από την αυλή μας. Στη χειρότερη εντός. Οχι μόνο λόγω γεωγραφικής γειτνιάσεως προς αυτά τα ρείθρα των ενεργοποιουμένων ηφαιστειακών διαδικασιών, αλλά και γιατί ό,τι συντελείται (θετικό ή αρνητικό) ειδικότερα σε σχέση με την Αγκυρα, ευθέως αφορά και την Αθήνα. Φυσικά και τη Λευκωσία. Για λόγους αυτόδηλους. Οι οποίοι συνάπτονται:

– Ως προς μεν την Ελλάδα, προς τις έωλες τουρκικές βλέψεις σε περιοχές του εθνικού χώρου. Με δεδομένη την απειλή που σοβεί για προαγωγή τετελεσμένων. Είτε με αμφισβήτηση κυριαρχικών ορίων. Είτε με διεμβολισμό κυριαρχικών δικαιωμάτων (ΑΟΖ). Κάτι που θα ευνοηθεί ανυπερθέτως, σε περίπτωση ανεξέλεγκτων γεγονότων και των ανακατανομών που θα προκύψουν.

– Ως προς δε την Κύπρο, προς την επιχειρούμενη εμπέδωση της γεωπολιτικής κρεουργήσεως. Είτε με τον (ήδη προαγόμενο) εκβιασμό συνομοσπονδιακών ρυθμίσεων. Είτε με την αναβάθμιση του κατοχικού μορφώματος «δι’ εμμέσου αναγνωρίσεως». Με μοντέλο «ταϊβανοποιήσεως», που συστηματικά επιλιπαίνεται. Με ό,τι αυτό σημαίνει. Και κυρίως με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Οπόταν και για μας αυτά συμψηφίζονται στην αναγκαιότητα (και την πρακτική) αποτρεπτικής διαχειρίσεως. Με όρους αποτελεσματικής στρατηγικής. Προκειμένου ν’ αποσοβηθούν απευκταία. Και ν’ αποτραπούν τα μοιραία. Το πρόσημο των οποίων γίνεται ολοένα κι εφιαλτικότερο. Κι αυτό ακριβώς ας λειτουργήσει ως επαρκές σήμα κινδύνου…