«Ονειρεύομαι την ημέρα που η Ελλάδα δεν θα αποτελεί πάνω από πέντε λεπτά συζήτησης στο Eurogroup». Αυτό είναι το «έχω ένα όνειρο» υψηλόβαθμου κοινοτικού αξιωματούχου, όπως το εξομολογείτο προ ημερών σε ομάδα Ελλήνων.

Τουλάχιστον, αυτός έχει ένα όνειρο. Εμείς; Μοιάζει σαν το δικό μας όνειρο κάθε φορά να είναι να αποφύγουμε τα δύσκολα και να προσγειωθούμε στα μαλακά. Οι προηγούμενες κυβερνήσεις το έλεγαν «μεταρρυθμιστική κόπωση». Την κόπωση αυτή, όμως, δεν μπορεί να την προφασιστεί η παρούσα κυβέρνηση. Ισα που άρχισε να αποκτά επαφή με τα δύσκολα.

Αν το παράλληλο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο κατατέθηκε εν κρυπτώ και χωρίς διαβούλευση με τους δανειστές προκαλώντας την αναμενόμενη αντίδραση, είναι η προσπάθεια του κυβερνώντος κόμματος να ανακουφίσει ένα μέρος της εκλογικής του πελατείας, ούτε αυτό ούτε το σίριαλ «όταν έκλαψε ο Σπίρτζης» είναι συντονισμένα στη συχνότητα των υποχρεώσεων που έχει αναλάβει η χώρα.

Για τον πονεμένο υπουργό, εκπρόσωποι του κουαρτέτου έχουν μείνει με την εντύπωση ότι οι επίμαχες δηλώσεις δεν έγιναν απλώς για τις εντυπώσεις, αλλά αποτελούν δήλωση προθέσεων. Με απλά λόγια, μέχρι να δουν τα αεροδρόμια και τα χρήματα να αλλάζουν χέρια, δεν αποκλείουν τα πισωγυρίσματα. Την ίδια άποψη έχουν και για σειρά άλλων υπουργών που καταθέτουν μονομερώς δικές τους τροπολογίες και ρυθμίσεις.

Είναι η μαγική εικόνα μιας κυβέρνησης που εμφανίζεται με τρεις γραμμές. Η μία είναι της ψήφισης και εφαρμογής των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει με την υπογραφή και ψήφιση του τρίτου Μνημονίου. Η δεύτερη είναι αυτή της κατάθεσης παράλληλου προγράμματος σε μια προσπάθεια να διατηρηθεί το «αριστερό» πρόσημο του ΣΥΡΙΖΑ. Η τρίτη είναι η ενδιάμεση γραμμή Σπίρτζη – Μιχελογιαννάκη του τύπου ψηφίζω, αλλά δεν πιστεύω.

Το πρόβλημα είναι ότι οι τρεις γραμμές είναι παράλληλες. Δεν τέμνονται πουθενά. Και με αδέξιους χειρισμούς δύσκολα θα συναντηθούν. Η γνωστή «ιδιοκτησία» του προγράμματος ούτως ή άλλως δεν υπάρχει. Δεν τη διεκδίκησε ποτέ ο ΣΥΡΙΖΑ, ούτε για την έξωθεν καλή μαρτυρία. Αλλά με μονομερείς ενέργειες που βάζουν τους δανειστές στη θέση του δασκάλου που μαλώνει τον μαθητή για τη σκανταλιά και τον επαναφέρει στην τάξη, δεν μπορεί να υπάρξει ούτε ιδιοκτησία του παράλληλου προγράμματος.

Επί της παρούσης και ενώ όλα τα μέτωπα είναι ανοιχτά, το ένα ακυρώνει το άλλο. Και η γεύση που μένει στους δανειστές είναι ότι ζουν σε επανάληψη το έργο των παλινωδιών που έχουν δει και επί των προηγούμενων κυβερνήσεων. Κάθε φορά που ένα πυροτέχνημα πέφτει στην εσωτερική αγορά ως «μαγκιά», ενισχύεται η πεποίθηση των Ευρωπαίων ότι το ελληνικό πρόβλημα είναι πρωτίστως πολιτικό και δευτερευόντως οικονομικό.

Λογικό. Οι δανειστές και οι εκπρόσωποί τους δεν γοητεύονται από τις θεωρίες για την ύπαρξη παράλληλου Σύμπαντος, σύμφωνα με τις οποίες υπάρχει μια άλλη διάσταση, στην οποία μπορείς να κάνεις μια εντελώς άλλη ζωή σε διαφορετικό χώρο και χρόνο. Πιστεύουν όμως σε κάτι άλλο που είπε ο Αϊνστάιν: ένα σωστά προσδιορισμένο πρόβλημα έχει λυθεί κατά 50%. Γιατί μόνο εμείς δεν μπορούμε να το προσδιορίσουμε;