Τι θα είχε συμβεί αν αντί του Γιώργου Κουμουτσάκου της ΝΔ, τη γροθιά είχε εισπράξει η κεφαλή του Γιάννη Μιχελογιαννάκη του ΣΥΡΙΖΑ –ο οποίος έδινε επίσης το «παρών» στη συγκέντρωση των ποντιακών σωματείων; Θα θεωρούσε η ΝΔ τον Νίκο Φίλη ως υποκινητή των επεισοδίων; Θα κατηγορούσε η κυβέρνηση τη ΝΔ για «ακροδεξιά ολίσθηση»; Αστεία πράγματα –και διηγώντας τα να κλαις…

Το μεγάλο πρόβλημα που ανέδειξαν –μέσα στην ανθρωποφαγική τους διάθεση –οι τραμπούκοι της Πλατείας Συντάγματος είναι ότι τα κόμματα δεν μπορούν να χωρίσουν δύο γαϊδουριών άχυρα, ότι δεν αντιλαμβάνονται το αυτονόητο –όταν το σύνθημα διαλαλεί «αλήτες, προδότες, πολιτικοί», είναι απολύτως τυχαίο το ποιος θα φάει την μπουνιά στα μούτρα.

Ας είναι όλοι προσεκτικοί, διότι όλοι είναι πολιτικοί –και οι ακροδεξιοί δεν έχουν κομματικές προτιμήσεις: όποιος μπορεί να τις φάει, θα τις φάει –άλλωστε, το χαστούκι του Κασιδιάρη στη Λιάνα Κανέλλη δεν το πλήρωσε η Χρυσή Αυγή. Εκ του εκλογικού αποτελέσματος, μάλλον πήρε και τα ρέστα.

Και φυσικά, τίποτε δεν ξεκίνησε τώρα: η αρχή είναι στις μαύρες ημέρες του ’11, με τον ΣΥΡΙΖΑ να αγκαλιάζει τους Αγανακτισμένους της Πλατείας Συντάγματος ημινομιμοποιώντας τους ακροδεξιούς και τη Νέα Δημοκρατία να ανακαλύπτει τη θεωρία των «δύο άκρων»: βάζοντας στο ίδιο επίπεδο ΣΥΡΙΖΑ και ακροδεξιούς, δεν επέρχεται η νομιμοποίηση των τελευταίων; Επέρχεται –και τώρα είναι η τρίτη κοινοβουλευτική δύναμη όσο κι αν δεν θέλουμε να το θυμόμαστε.

Ο δε ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει κανένα λόγο να κατηγορεί τη Νέα Δημοκρατία για «ακροδεξιά ολίσθηση» –πρόκειται για μια νεόκοπη θεωρία του «ενός άκρου», που και πάλι μόνο τους χρυσαυγίτες βολεύει. Κι όπως και να το δει κανείς, το να κατηγορείται ο Κουμουτσάκος ως «άκρο» δεν είναι απλώς υπερβολικό. Είναι μάλλον κωμικό.