Το πιο «γκουρµέ» πιάτο στα νιάτα µου το είχα φάει το 1992 στη φοιτητική λέσχη της Θεσσαλονίκης. Ηταν το µπιτόκ α λα ρους. Ενα καταψυγµένο µπιφτέκι µε λίγη σος και τηγανητές πατάτες σερβιρισµένο σε µεταλλικό δίσκο. Καµία σχέση µε την κλασική συνταγή, που έχει τηγανητό αβγό µάτι πάνω στο µπιφτέκι. Ακουγόταν όµως κάπως και µας άρεσε! Αυτό που είχε συγκλονίσει τον φοιτητόκοσµο της εποχής ήταν οι αστρολιχουδιές: ένα χορτοφαγικό φαστφουντάδικο στην Καµάρα που σερβίριζε διάφορες παρασκευές σόγιας µε ασιατικές σος (γλυκιά και καυτερή) και περίεργα ψωµιά (µπριός). Σήµερα οι νέοι έχουν στη διάθεσή τους οικονοµική πολυεθνική κουζίνα και µπορούν να γευτούν εξευρωπαϊσµένες γεύσεις από την Ασία µέχρι τις ΗΠΑ.
Για την ακρίβεια, κάποιες αµερικάνικες γεύσεις µάς είναι ήδη αρκετά γνώριµες: µπριζόλες (στέικ), λιωµένο τσένταρ να περιχύνει τα πάντα, τραγανό µπέικον, πατάτες. Τα TGI Friday’s έχουν εξαιρετικό αµερικάνικο και κάτω του µετρίου µεξικάνικο φαγητό, το οποίο δεν κάνω το λάθος να το παραγγείλω ξανά. Αυτό που λειτουργεί σαν µαγνήτης για τα γούστα µου δεν είναι τα µπέργκερ του (καλά, αλλά όχι ιδιαίτερα ζουµερά), αλλά τα χοιρινά παϊδάκια µε Jack Daniel’s σος (Glazed Ribs).

Οπως και τα τραγανά πικάντικα φιλετάκια κοτόπουλου µε την ίδια σος. Γλυκά, αλµυρά και ζουµερά, µοναδικά, δεν τα βρίσκεις πουθενά αλλού. Τα οποία σπρώχνω µε τη σαλάτα των «εκατοντάδων θερµίδων», όπως χαϊδευτικά την ονοµάζω, την Pecan Crusted Salad, µε φιλέτο κοτόπουλου παναρισµένο σε µείγµα καρυδιού, πράσινη σαλάτα, γλασαρισµένα καρύδια, αποξηραµένα cranberries, blue cheese, σέλερι, φέτες φρέσκου πορτοκαλιού και βινεγκρέτ! Οι µερίδες είναι τεράστιες και συχνή κατανάλωση θα πρότεινα µόνο σε νέους που αθλούνται και όχι σε όσους προσπαθούν να ελέγξουν το βάρος τους. Προσωπικό χαρωπό, σέρβις άµεσο, κουζίνα κεκριµένη.

Ορατή µε πάσο, όλα τα φρέσκα λαχανικά µπροστά στα µάτια σου, τον σεφ πάνω από τη φλόγα µε το γουόκ ανά χείρας: είναι µέρος της κουζίνας σε έτερο πολυπολιτισµικό εστιατόριο. Το µεγάλο Wagamama στην Κηφισιά σερβίρει κινέζικο, ινδικό και σούσι. Γεύσεις όχι ιδιαίτερα γνώριµες στον ελληνικό ουρανίσκο, αλλά σε αυτό το εστιατόριο ο καθένας µπορεί να κάνει µια πολύ καλή εισαγωγή. Διότι ούτε πολύ καυτερά είναι τα πιάτα του, ούτε το κάρι έχει έντονες ινδικές γεύσεις.

Το δε σούσι του είναι ό,τι καλύτερο έχει να προσφέρει: γενναιόδωρες µερίδες φρέσκου ψαριού και καταπληκτικοί συνδυασµοί σε ρολ, όπως σολοµός µε τραγανή πέτσα, µε τιµές ασυναγώνιστες για το είδος. Καλαµαράκι τηγανητό καλύτερο από το ελληνικό. Κι εδώ οι µερίδες σε κάποια πιάτα είναι τεράστιες όπως τα ράµεν (σούπες), αλλά εδώ «παίζουν» πολλά λαχανικά και γενικά το φαγητό είναι αρκετά υγιεινό. Εντύπωση µου προκάλεσε ότι ύστερα από ένα λουκούλλειο δείπνο µε «βουτιά» σε επτά πιάτα δεν πρήστηκε το στοµάχι µου και κοιµήθηκα σαν πουλάκι.