Θολό εξακολουθεί να παραμένει το φορολογικό τοπίο –ακόμη και για αυτή τη χρονιά –προκαλώντας φόβους για νέο γύρο υπερφορολόγησης που θα πλήξει τα συνήθη υποζύγια.
Η αέναη αναζήτηση ισοδυνάμων μπορεί να περιορίζει πρόσκαιρα το πολιτικό κόστος –αφού υπάρχει η ελπίδα ότι τελικά δεν θα επιβληθούν συγκεκριμένοι φόροι, όπως για παράδειγμα το 23% στην ιδιωτική εκπαίδευση ή τα ανείσπρακτα ενοίκια –αλλά δεν δημιουργεί συνθήκες σιγουριάς και δεν ξεκαθαρίζει το φορολογικό τοπίο.
Παράλληλα οι σκέψεις για νέες φορολογικές επιβαρύνσεις –όπως η επιβολή εισφοράς στις αγορές προϊόντων υπέρ της σταθεροποίησης του ασφαλιστικού συστήματος –θα επιφέρουν, εφόσον υιοθετηθούν, μεγαλύτερες αυξήσεις στις τελικές τιμές της αγοράς, που ακόμη δεν έχει συνέλθει από τις αυξήσεις στον ΦΠΑ.
Ελλοχεύει επομένως ο κίνδυνος να παγώσει η όποια καταναλωτική δραστηριότητα, με έντονα αρνητικές επιπτώσεις και για τα δημόσια ταμεία και για την επιχειρηματική δραστηριότητα. Πρέπει επίσης να γίνει σαφές ότι όσο αυξάνεται η φορολογία στα προϊόντα τόσο μεγαλώνει και το κίνητρο για φοροδιαφυγή –με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα τελικά φορολογικά έσοδα.

Είναι προφανές ότι η ελληνική κοινωνία δεν είναι ανυποψίαστη. Γνωρίζει πολύ καλά ότι η μείωση των φόρων δεν μπορεί να γίνει πραγματικότητα σε μια συγκυρία όπως η σημερινή. Γνωρίζει ότι θα πληρώσει περισσότερα. Ωστόσο η αβεβαιότητα είναι ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα κι από διάφορες φαεινές ιδέες για υπερφορολόγηση.