Ακούστε τώρα έναν διάλογο κωφών. Προχθές και σε συνέντευξη Τύπου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο Πιερ Μοσκοβισί (που καλώς να μας έλθει σήμερα) δηλώνει ότι τέλη Νοεμβρίου και μετά την επιτυχή έκβαση της πρώτης αξιολόγησης «θα αρχίσει η συζήτηση για το χρέος».

Και προσθέτει ότι η Επιτροπή θα κάνει μια «ανάλυση βιωσιμότητας» του χρέους και θα τη θέσει υπόψη εκείνων που θα λάβουν μέρος στη συζήτηση.

Δεν πρόλαβε να καταπιεί το σάλιο του και ο παριστάμενος αντιπρόεδρος της Επιτροπής Βάλντις Ντομπρόφσκις τον προσγείωσε απότομα.

Δεν είναι η Κομισιόν οι πιστωτές, δήλωσε, αλλά οι χώρες της ευρωζώνης, οι οποίες θα αποφασίσουν τι είναι αποδεκτό και τι όχι.

Κόκαλο ο Μοσκοβισί!..

Αλλά δίκιο έχει ο Ντομπρόφσκις. Στην ομόφωνη απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που ενσωματώθηκε στον Νόμο 4334 (ΦΕΚ 16ης Ιουλίου) αναφέρεται ρητά ότι «ονομαστικό κούρεμα του χρέους δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί».

Αρα, έχει συμφωνηθεί, έχει αποφασιστεί ομόφωνα και έχει γίνει νόμος του ελληνικού κράτους ότι το χρέος δεν μπορεί να μειωθεί. Ο,τι κι αν πει η Ελλάδα ή η Κομισιόν.

Λίγες ημέρες νωρίτερα, κατά τη συζήτηση των προγραμματικών δηλώσεων, ο Πρωθυπουργός δήλωσε κατηγορηματικά (και μάλιστα κατηγόρησε τον πρόεδρο της ΝΔ ότι το αγνοούσε) πως ο πρόεδρος Ολάντ «αναδεικνύει ως μείζον θέμα για την Ευρώπη την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους».

Είναι αλήθεια ότι την ίδια ημέρα ο Ολάντ είχε μιλήσει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μαζί με την Ανγκελα Μέρκελ.

Η Μέρκελ δεν είπε τίποτα σχετικό. Αντιθέτως ο Ολάντ δήλωσε το εξής:

«Εύχομαι όλα αυτά να καταλήξουν τώρα σε μια συζήτηση του θέματος της εξυπηρέτησης του χρέους. Αποτελεί αυτό μέρος της συνολικής συμφωνίας».

Δύο παρατηρήσεις.

Πρώτον, το κατά Τσίπρα «μείζον θέμα για την Ευρώπη» είναι με το ζόρι 21 λέξεις σε μια ημίωρη ομιλία επί όλων των θεμάτων και μάλιστα διατυπωμένο ως ευχή.

Δεύτερον, ο Ολάντ δεν μίλησε πουθενά για «ελάφρυνση του χρέους» (όπως δήλωσε ο Πρωθυπουργός ότι είπε) αλλά για «συζήτηση του θέματος της εξυπηρέτησης του χρέους», που είναι άλλο πράγμα.

Με άλλα λόγια, ούτε ελάφρυνση, ούτε μείζον γεγονός. Συζήτηση θα κάνουμε, αν όλα πάνε καλά.

Τα σημειώνω αυτά όχι μόνο για να αποκαταστήσω το μέτρο των πραγμάτων.

Αλλά και για να επισημάνω τον κίνδυνο που διατρέχει η κυβέρνηση να κάνει δεύτερη φορά το ίδιο λάθος: να διαπραγματευθεί, δηλαδή, με τα μάτια στραμμένα στην εσωτερική κατανάλωση.

Την πρώτη, η διαπραγμάτευση απέτυχε αλλά οι ψηφοφόροι το συγχώρεσαν.

Δεν ξέρω αν θα αποδειχθούν τη δεύτερη φορά το ίδιο μεγαλόψυχοι.