Είναι μια ευλογία με βάρος –όχι μεταφυσική. Μια ευλογία που μετριέται σε κουκιά. Ομως αυτή τη φορά φαίνεται ότι η εύνοια του Μανώλη Γλέζου δεν πρόκειται να χορηγηθεί εύκολα, όπως στις εκλογές του 2012 ή στις ευρωεκλογές του 2014.

Ο Γλέζος αφήνει όλους τους μνηστήρες του σε αναμονή. Μπορεί, είπε, να ψηφίσει το Κομμουνιστικό Κόμμα, παρότι ο ίδιος δηλώνει υπέρ του ευρώ. Κι επειδή είναι υπέρ του ευρώ, διαφωνεί με τη Λαϊκή Ενότητα, με την οποία όμως βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις για εκλογική συνεργασία.

Πρόκειται για μια στάση που αντιστέκεται σε ορθολογικές ερμηνείες. Ο ανταγωνισμός όμως για το συμβολικό κεφάλαιο του Γλέζου –σε όποιο κόμμα κι αν ο ίδιος αποφασίσει τελικώς να το διαθέσει –δεν εμποδίζεται από τον ορθολογισμό. Δεν εμποδίζεται γιατί ικανοποιεί τη μόνιμη δίψα της Αριστεράς για Ιστορία.

Εντάξει, έτσι κάνουν όλοι. Και ο Μεϊμαράκης έβγαλε τα εικονίσματα του καραμανλισμού στο πεζοδρόμιο της Ρηγίλλης. Και το ΠΑΣΟΚ ανατρέχει κάθε 3η του Σεπτέμβρη στους μπαξέδες του παπανδρεϊσμού. Ομως καμιά παράταξη δεν κρατάει το παρελθόν της τόσο παρόν όσο η Αριστερά. Καμία δεν δείχνει να το έχει τόσο ανάγκη ως εργαλείο τρέχουσας πολιτικής.

Το επτάμηνο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ήταν μεστό από τέτοιες ηρωικές επικλήσεις. Από εναρκτήριο προσκύνημα στην Κασαιριανή, μέχρι την έγερση των γερμανικών αποζημιώσεων και την εθνικοαπελευθερωτική ρητορική του Οχι, το ρεπερτόριο του Γλέζου ήταν διαρκώς ενεργό ως η επίσημη γλώσσα της αριστερής κυβέρνησης.

Δεν ήταν μια γλώσσα «επικοινωνιακή», προορισμένη μόνο για να συγκινεί. Αντιθέτως. Ηταν εγγεγραμμένη στον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση αντιλαμβανόταν εσωτερικά τον εαυτό της και την αποστολή της. Γι’ αυτό και δεν κουραζόταν να επικαλείται διαρκώς την ιστορικότητά της –την «πρώτη φορά» της.

Αυτό το συμβολικό φορτίο φαινόταν ότι βάραινε σε όλες τις κυβερνητικές αποφάσεις. Και εξακολουθεί να βαραίνει στην εκλογική συμπεριφορά του ΣΥΡΙΖΑ. Το βλέπει κανείς από την τάση του να απολογείται για τη συμφωνία που, όταν δεν την υπερασπίζει ως σωτήρια, την αποτάσσεται ως δογματικά επισφαλή. Το βλέπει και στον ψιλοενοχικό τρόπο που αντιμετωπίζει μέχρι στιγμής τους «ορθόδοξους» που του στέρησαν τη δεδηλωμένη: αντί να τους αντιπαρατεθεί μετωπικά, εξακολουθεί να ενοχοποιεί τους ξένους που απεργάζονταν την ανατροπή του.

Ο εγγενής αναχρονισμός της Αριστεράς εξηγεί και την υπερεπιδραστικότητα του Γλέζου στον τωρινό εκλογικό της εμφύλιο. Στο πεδίο αυτού του εμφυλίου οι μύθοι είναι όντως ζωντανοί. Γι’ αυτό και στην προτίμηση του Γλέζου αποδίδεται πατριαρχικό κύρος. Δεν είναι απλώς ένα σύμβολο που ρίχνει από μακριά τη σκιά του στη σκηνή του παρόντος. Είναι παίκτης με νομιμοποιητική ισχύ. Τοτέμ με εκλογικό αντίκρισμα.