Ολη η Αμερική ασχολείται αυτές τις ημέρες με το τι είναι η Ρέιτσελ Ντόλζαλ. Ή με το τι δεν είναι.

Μέχρι την περασμένη εβδομάδα η 38χρονη ακτιβίστρια ήταν πρόεδρος της ισχυρότερης ένωσης για την προώθηση των δικαιωμάτων των μαύρων στο Σποκέιν της Πολιτείας Ουάσιγκτον. Παραιτήθηκε όμως όταν έγινε γνωστό ότι δεν είναι μαύρη αλλά λευκή. Κόρη λευκών, εγγονή λευκών και απόγονος –όπως αποκάλυψε ειδική έρευνα –γερμανών και τσέχων μεταναστών. Δεν έχει ούτε έναν πρόγονο μαύρο. Αρα γιατί επέλεξε να δηλώνει Αφροαμερικανίδα; «Διότι έτσι αισθάνομαι», είναι η απάντησή της στη θυελλώδη συζήτηση που έχει προκληθεί στις ΗΠΑ.

Γιατί κάποιος λευκός να θέλει να περνά ως μαύρος; είναι το ερώτημα. Και πολλοί θυμήθηκαν την κωμωδία του 1986 «Soul Man», όπου ο πρωταγωνιστής μασκαρεύεται σε μαύρο φοιτητή προκειμένου να κερδίσει υποτροφία στη Νομική του Χάρβαρντ και να γλιτώσει τα δίδακτρα. Ή ακόμα χειρότερα, την περίφημη ταινία του 1915 «Η γέννηση ενός έθνους», στην οποία όχι μόνο χρησιμοποιήθηκαν λευκοί ηθοποιοί που είχαν βαφτεί μαύροι, αλλά υπήρχε και ένα εφιαλτικό σενάριο για το πώς θα ήταν «μια πλειοψηφία νέγρων στη Βουλή –με τα πόδια πάνω στα τραπέζια, να πίνουν αλκοόλ, να τρώνε κοτόπουλο και να νομοθετούν εναντίον των λευκών».

Τα ρατσιστικά στερεότυπα σε μια χώρα όπου η βία λευκών αστυνομικών εναντίον νεαρών μαύρων εντείνεται, δεν λένε να εκλείψουν. Το 2008, σε πανεπιστήμιο της Λουιζιάνας έγινε η παρωδία μιας «δημοπρασίας σκλάβων», όπου νεαρές λευκές διεκδικούσαν λευκούς φοιτητές που είχαν βαφτεί μαύροι, ενώ δύο χρόνια αργότερα στο Πανεπιστήμιο του Σαν Ντιέγκο έγινε πάρτι όπου όλοι ντύθηκαν «όπως στο γκέτο», προκαλώντας πολλές αντιδράσεις.

Ομως υπήρξαν και οι φορές όπου η μεταμφίεση είχε νόημα. Ο δημοσιογράφος Ρέι Σπριγκλ το 1948 μαύρισε πολύ, ξύρισε το κεφάλι του και έζησε επί έναν μήνα στον βαθιά ρατσιστικό αμερικανικό Νότο. Περιέγραψε την εμπειρία του, για την οποία τιμήθηκε με Πούλιτζερ, ως «όχι ακριβώς σκλαβιά αλλά ούτε και ακριβώς ελευθερία. Τα δικαιώματά μου γίνονταν σεβαστά όσο ήθελε ο κάθε λευκός». Στη δεκαετία του ’60 το πείραμα επανέλαβαν ο δημοσιογράφος Τζον Χάουαρντ Γκρίφιν, που έγραψε το βιβλίο «Μαύρος όπως εγώ», και η Γκρέις Χάλσελ με το «Soul Sister» –και τα δύο έγιναν κλασικά και διδάσκονται στα σχολεία.

Ενα παρόμοιο πείραμα έκανε και ο βρετανός κωμικός Σάσα Μπάρον Κοέν, δημιουργώντας την περσόνα του Ali G –μια παρωδία των προνομιούχων λευκών στα προάστια του Λονδίνου που συμπεριφέρονται όπως φαντάζονται ότι κάνουν οι μαύροι -, αναδεικνύοντας έτσι όλα τα στερεότυπα που υπάρχουν. Τόσο των λευκών για τους μαύρους όσο και των μαύρων για τους λευκούς.