Τον κώδωνα του κινδύνου για τις συνέπειες ενδεχόμενης πτώχευσης της χώρας επεσήμανε η διοίκηση της Eurobank κατά τη διάρκεια περιοδείας της στη Δυτική Ελλάδα, που πραγματοποιήθηκε στις 11 και 12 Ιουνίου.

Την «αδήριτη ανάγκη και μοναδική ρεαλιστική εθνική επιλογή, παραμονής της χώρας ως ισότιμο μέλος στην Ευρωζώνη με τη σύναψη μιας ρεαλιστικής, δίκαιης έστω και επώδυνης συμφωνίας η οποία πρέπει να τύχει της συλλογικής στήριξης» τόνισε ο πρόεδρος της Eurobank Νικόλαος Καραμούζης, κατά την ομιλία του σε εκδήλωση στην Πάτρα.

Χαρακτήρισε «επικίνδυνες και επιπόλαιες οποιεσδήποτε σκέψεις για στρατηγικές πτώχευσης, αποχώρησης από το ευρώ με περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων και παράλληλο νόμισμα που θα σημάνουν μεγάλη οικονομική, κοινωνική και εθνική περιπέτεια με ανείπωτο κόστος για τους εργαζόμενους, τους πολίτες και τη χώρα. Η χώρα χρειάζεται επειγόντως ένα βαθύ θεσμικό εκσυγχρονισμό στο κράτος, τον ανταγωνισμό, στις αγορές, την κοινωνική πολιτική, τη δικαιοσύνη, την ενέργεια, τον χωροταξικό σχεδιασμό, το φορολογικό πλαίσιο, με έμφαση τον αναπτυξιακό προσανατολισμό».

Ο κ. Καραμούζης εστίασε κυρίως στις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα στην παρούσα συγκυρία και υπογράμμισε ότι «απαιτούνται πολιτικές αποκατάστασης της εμπιστοσύνης των αγορών, επιστροφής της ομαλότητας και της ρευστότητας και κάλυψη του εθνικού επενδυτικού ελλείμματος, με τη διαμόρφωση ολοκληρωμένου σχεδίου για σημαντική αύξηση των επενδύσεων και των μεγάλων έργων υποδομών ύψους κατ’ εκτίμηση 100 δισ. ευρώ στην επόμενη πενταετία».

Ταυτόχρονα, επισήμανε ότι «απαιτείται η κατάρτιση εθνικού προγράμματος διαχείρισης προβληματικών δανείων, εθνικός σχεδιασμός για το τραπεζικό σύστημα στο πλαίσιο του νέου Ευρωπαϊκού εποπτικού πλαισίου και μια σημαντική σταδιακή στροφή προς ένα νέο διατηρήσιμο παραγωγικό πρότυπο δημιουργίας θέσεων εργασίας και πλούτου».

Από την πλευρά του ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank, Φωκίων Καραβίας, επισήμανε ότι «οι μεγάλες κοινωνικές και οικονομικές προκλήσεις της χώρας μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο μέσω μιας αναπτυξιακής πορείας, για την οποία πρέπει να συστρατευτούν η πολιτεία, το τραπεζικό σύστημα και ο επιχειρηματικός κόσμος. Δεν διανοούμαι καν ότι θα μπορούσε να εκτεθεί η χώρα στους κινδύνους της ρήξης με τους εταίρους μας. Γι’ αυτό προσβλέπω σε μια θετική κατάληξη, προσβλέπω σε μια ρεαλιστική συμφωνία που θα πρέπει να υιοθετηθεί από μια μεγάλη πλειοψηφία του πολιτικού κόσμου» τόνισε.

Υπογράμμισε πως «είναι απαραίτητο η μακρά περίοδος της πρόσφατης αβεβαιότητας, η οποία έχει σοβαρές υφεσιακές συνέπειες, να κλείσει άμεσα, έτσι ώστε όλες οι παραγωγικές δυνάμεις, απερίσπαστες, να συμβάλουν στη μεγάλη εθνική προσπάθεια για επιστροφή στην ανάπτυξη».

Ο κ. Καραβίας αναφέρθηκε διεξοδικά στις προτεραιότητες και τη στρατηγική της Eurobank λέγοντας ότι αποτελεί δέσμευση της Τράπεζας να βρεθεί δίπλα στις δυνάμεις της δημιουργίας και της ανάπτυξης.

«Για να ανταποκριθούμε στις νέες απαιτήσεις, αναμορφώνουμε τον επιχειρηματικό μας σχεδιασμό, με προτεραιότητες που αντιμετωπίζουν τόσο τις βραχυπρόθεσμες προκλήσεις όσο και τις μεσοπρόθεσμες αλλαγές στο τραπεζικό περιβάλλον. Αντιμετωπίζουμε με ρεαλισμό το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων ή προβληματικών δανείων επιχειρήσεων, με σκοπό τη διατήρηση θέσεων εργασίας και την υλοποίηση βιώσιμων λύσεων. Έχουμε ήδη παραδείγματα επιτυχούς αναδιάρθρωσης σε πολλούς κλάδους και η Eurobank είχε κεντρικό ρόλο».

Συνεχίζοντας ο κ. Καραβίας εξήγησε επίσης ότι «παρά τη συγκυρία την οποία βιώνουμε -θα έλεγα κυρίως λόγω της συγκυρίας που βιώνουμε – συνεχίζουμε την απρόσκοπτη χρηματοδότηση σε projects που έχουν νόημα για τον επιχειρηματία, ικανοποιούν τα βασικά τραπεζικά κριτήρια και δημιουργούν αξία στην οικονομία και την κοινωνία. Στο πλαίσιο αυτό, δίνουμε ιδιαίτερη έμφαση στις ανάγκες των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, με μια νέα αντίληψη για τις σχέσεις της Τράπεζας με τον μικρό και μεσαίο επιχειρηματία».

Και κατέληξε τονίζοντας ότι «μπορούμε να έχουμε την μέγιστη συμβολή ως τραπεζικός οργανισμός, γιατί βασικό στοιχείο του επιχειρηματικού μας σχεδιασμού είναι να μπορέσουμε, μόλις το επιτρέψουν οι συνθήκες, να παίξουμε τον κεντρικό ρόλο που αναλογεί στον όμιλό μας στη χρηματοδότηση της ανάπτυξης και της επιστροφής της οικονομίας σε ένα βιώσιμο αναπτυξιακό πρότυπο».