Γεννήθηκε το 1908 στο Φέαρμοντ της Βόρειας Καρολίνας σε μια εύπορη οικογένεια καλλιεργητών βάμβακος και καπνού. Ενα γνήσιο επαρχιόπαιδο, από αυτά όμως που γνώριζαν ανέκαθεν μέσα τους πως μια μέρα θα κατέληγαν στη Νέα Υόρκη. Και κατέληξε στη Νέα Υόρκη ο Τζόζεφ Μίτσελ, το 1929, στο ξεκίνημα της Υφεσης, με όνειρο να γίνει συγγραφέας.

Ξεκίνησε ως ρεπόρτερ. Και ακολούθησε τη συμβουλή ενός από τους πρώτους διευθυντές του, στη Herald Tribune: περπάτησε την πόλη, έμαθε κάθε δρομάκι, κάθε ιδιοτροπία, κάθε χαρακτήρα της. Το έκανε αυτό ο Μίτσελ, σχεδόν εμμονικά, μέχρι το τέλος της ζωής του. Που τον βρήκε το 1996 στο New Yorker, το θρυλικό περιοδικό όπου προσελήφθη το 1938.

Ο Μίτσελ έγραφε για αυτούς που άλλοι δεν πρόσεχαν καν. Μισούσε την έκφραση «little people», «συνηθισμένοι, απλοί άνθρωποι». Τα πορτρέτα του δεν αφορούσαν ποτέ διάσημους, άγγιζαν όμως την καρδιά της Νέας Υόρκης: οι Μοχώκ σιδηρουργοί που έχτισαν πολλούς από τους ουρανοξύστες του Μανχάταν∙ ο Τζορτζ Χάντερ, επιστάτης ενός ελεεινού αφροαμερικανικού κοιμητηρίου στο Στέιτεν Αϊλαντ∙ η Λέιντι Ολγκα, η κυρία με το μούσι σε αμέτρητες παραστάσεις του τσίρκου. Το υπέροχα λογοτεχνικό του στυλ τού εξασφάλισε πάμπολλους φαν, και μιμητές.

Αλλά η εμμονή του με τη σχολαστικότητα, η εμμονή του να «περπατά την πόλη», είχε ένα τίμημα. Αρχισε να αφιερώνει μήνες, κατόπιν χρόνια, για κάθε κομμάτι του στο New Yorker. Το τελευταίο του πορτρέτο τού πήρε πέντε χρόνια. Κι έπειτα, από το 1964 έως τον θάνατό του το 1996, έφθανε κάθε πρωί στο γραφείο του, καθόταν μπροστά στη γραφομηχανή, χωρίς να παραδώσει ποτέ κανένα κείμενο.

Ο Ανθρωπος των Πορτρέτων: ο τίτλος της βιογραφίας του Τζόζεφ Μίτσελ που μόλις κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ με την υπογραφή του Τόμας Κάνκελ. Αυτός ανακάλυψε στα συρτάρια του Μίτσελ τρία κεφάλαια μιας ατελούς αυτοβιογραφίας που έχουν ήδη δημοσιευτεί στο New Yorker. Αυτός ανακάλυψε επίσης, κατά την έρευνά του, πως ο Μίτσελ ήταν ενίοτε ελαστικός με την αλήθεια, συνδύαζε το φανατικό ρεπορτάζ με την περιστασιακή επινόηση, βλέποντας και τα δύο ως μέσα εντοπισμού της ομορφιάς στο πεζό και το κοινότοπο. Αλλα χρόνια, μια μοναδική πένα. Που εν τούτοις δεν ξέφυγε από αυτό το τρομακτικό, το τόσο κοινότοπο writer’s block. «Δεν θα μάθουμε ποτέ γιατί δεν κατάφερε να τελειώσει τίποτα τα 30 τελευταία χρόνια» δήλωσε ο Τόμας Κάνκελ σε πρόσφατο αφιέρωμα του BBC. «Αλλά πόσους ενδιαφέροντες ανθρώπους γνωρίζετε που να μην είναι κάπως μυστηριώδεις;».