Oτι το πρόβλημα της Ελλάδος είναι και μέρος ευρύτερης ευρωπαϊκής δοκιμασίας, δεν υπάρχει αμφιβολία. Oχι γιατί δεν μπορεί ως θεσμικώς συντεταγμένη διακρατική Eνωση να το αντιμετωπίσει. Ούτε γιατί αδυνατεί ν’ ανθέξει τις χειρότερες εκδοχές που εξόφθαλμα επαπειλούνται. Είτε από τελική πτώχευση συγκεκριμένης χώρας-μέλους της. Είτε και από αναπόφευκτη αποκοπή της από τον σκληρό ευρωπαϊκό πυρήνα.

Πέραν αυτού κανένας δεν μπορεί να προεικάσει και με βεβαιότητα ν’ αποκλείσει αιφνιδιασμό από άλλες εκδηλωμένες φυγόκεντρες τάσεις. Oπως οι βρετανικές. Οπόταν και μπορεί να επέλθουν έως και αποσυνθετικές μετεξελίξεις για την Ευρωπαϊκή Ενωση.

Και αυτό το υπαρκτό ενδεχόμενο και όσα έχουν αναδυθεί ως καταλυτικές υποτροπές στον ευρωπαϊκό Νότο λειτουργούν αρνητικά όσον αφορά τη φυσική προοπτική της ευρωπαϊκής ολοκληρώσεως. Η οποία, πέραν από το να είναι απλουστευτικό ιδεολόγημα, μεταφράζεται χονδρικά σε θεσμική πολιτική ενοποίηση. Με φυσικό επιστέγασμα μια δυνάμει ομοσπονδιακή δομή, που θα δημιουργούσε αυτομάτως α) έναν νέο στρατηγικό πόλο στους διεθνείς συσχετισμούς ισχύος και περιφερειακών επιρροών και β) ένα νέο μέτρο γεωπολιτικών ισορροπιών και αναλόγων διαμορφώσεων.

Αυτή φυσικά η προοπτική δεν έχει ανακοπεί. Και δεν αποτρέπεται.

Αποτελεί πάγια στοχοθεσία, σύμφυτη με το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Που εάν τυχόν αναιρεθεί, τότε αυτομάτως θα έχει συναναιρεθεί και ο λόγος υπάρξεως της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ενώσεως! Η οποία και στην καλύτερη περίπτωση θ’ απολήξει σε συμβατικό διακρατικό μόρφωμα. Με βασική συνεκτική δυναμική, απλά ωφελιμιστικά ελατήρια. Και μονοσήμαντη προσδοκία, την προαγωγή αναπτυξιακών σχεδιασμών και οικονομικών ωφελημάτων.

Η ευρωπαϊκή όμως προοπτική υπερβαίνει τέτοιους απλουστευτικούς προσδιορισμούς. Και κατατείνει προς μια πληρέστερη στρατηγική ώσμωση. Η οποία και ήδη διέπει απόλυτα τις διεργασίες που ανελίσσονται. Παρότι συναντούν ανασχετικές δυσχέρειες καθώς ανακύπτουν: είτε σύνδρομα εθνικιστικών ανατάξεων σε πλειάδα περιπτώσεων. Ορα Βρετανία (Φάρατζ). Και όρα Γαλλία (Λεπέν). Είτε καχυποψιών σχετικά με τα ισοζύγια που διαμορφώνονται μέσα στα ίδια τα ευρωπαϊκά λειτουργικά συστήματα. Οχι από αντιευρωπαϊσμό, αλλά ως αποτέλεσμα ενδογενών κρίσεων και αναπαραγομένων ανισοτήτων. Οπως αυτά που δημιουργούν την αντιπαραβολή (και τελικά την εκδηλωμένη αντιπαράθεση) Βορρά – Νότου. Ανισότητες που:

1. Για κάποιες ανίσχυρες (και υπερχρεωμένες εν πολλοίς) χώρες-μέλη λειτουργούν με τρόπους που μπορεί να προκαλέσουν έως και θεσμική αποσυνάρτηση. Και που τουλάχιστον σ’ επίπεδο κοινής γνώμης (άρα κι εκλογικού σώματος) δημιουργούν δυνάμει καταθλιπτική απογοήτευση. Που τείνει ν’ αναιρέσει εκείνες τις δυναμικές, οι οποίες απαιτούνται για την ανάπτυξη ζωτικού πανευρωπαϊκού πνεύματος.

2. Για κάποιες άλλες (αρκούντως ισχυρές) δημιουργούν ζητήματα που σχετίζονται με ιδιαίτερες αντιλήψεις και ιδιάζοντα συμφέροντα. Οι μεν πρώτες αφορούν υφέρπουσες αντιπαλότητες, που άπτονται φοβικών συνδρόμων. Τα δε δεύτερα προσδιορίζονται από την επιδίωξη προσδιοριστικού (ηγετικού δηλαδή) ρόλου, στη διαχείριση των ευρωπαϊκών διαμορφώσεων και προοπτικών. Κι αυτός ο διαγκωνισμός γίνεται αρκούντως αισθητός στο επίπεδο των ηγετικών δυνάμεων της Ευρώπης.

Η αναφορά ειδικά στη βρετανική στάση σχετίζεται με την υπεσχημένη προεκλογική δέσμευση για δημοψήφισμα, του οποίου το διακύβευμα θα είναι «παραμονή στην ΕΕ ή έξοδος»! Κι αυτό από μόνο του (αλλά και σε συνάρτηση προς κάποια εξίσου ανησυχητικά φαινόμενα σε άλλες κοινοτικές ζώνες) δημιουργεί προβληματισμό και καθόλου αδικαιολόγητες ανησυχίες ως προς τα δρώμενα και τα επερχόμενα. Κι αυτά οπωσδήποτε συνεπιδρούν σε ό,τι αφορά τα καθ’ ημάς. Γιατί: τυχόν ελληνικός αιφνιδιασμός με Grexit –ή και απλή συντεταγμένη διολίσθηση εκτός ευρωζώνης –δεν θ’ απέβαινε καταλυτικός μόνο για την Ελλάδα. Θα καθυπονόμευε αυτονοήτως και την ευρύτερη ευρωπαϊκή προοπτική. Κι αυτό οι ταγοί της ΕΕ δεν θα το άφηναν να πραγματωθεί. Ή τουλάχιστον δεν θα το επιθυμούσαν.

Ο Α. Λυκαύγης είναι δημοσιογράφος – πολιτικός αναλυτής