Η δίκη της Χρυσής Αυγής, που επαναλαμβάνεται σήμερα μέχρι να διακοπεί εκ νέου, αποσκοπεί στο να αποδειχθεί κατά πόσον το κόμμα αυτό είναι στην πραγματικότητα μια εγκληματική οργάνωση, που τα μέλη της διέσπειραν το φυλετικό μίσος και δολοφονούσαν, κακοποιούσαν ή τρομοκρατούσαν όποιους επέλεγαν οι αρχηγοί τους. Πρόκειται για μια διαδικασία αναγκαία, αφού παραβιάστηκαν επανειλημμένα και προκλητικά οι ελληνικοί νόμοι. Καθυστερημένη, αφού χρειάστηκε να δολοφονηθεί εν ψυχρώ ένας Ελληνας για να αφυπνιστούν η Δικαιοσύνη και η Πολιτεία. Αποτελεσματική, όπως δείχνει η μείωση των ποσοστών του κόμματος στις δημοσκοπήσεις. Αλλά όχι ικανή: ο ιός του ρατσισμού και του εθνικισμού δεν απαντά μόνο στη Χρυσή Αυγή ούτε αντιμετωπίζεται μόνο στα δικαστήρια. Μεταλλάσσεται, μεταμφιέζεται, μεταδίδεται, εμφανίζεται εκεί όπου δεν τον περιμένεις, μπορεί να εκφραστεί από ανθρώπους «υπεράνω υποψίας». Η μάχη πρέπει να είναι λοιπόν επίμονη, πολύπλευρη, καθημερινή. Και, φυσικά, πολιτική.

Δύο πολιτικοί έχουν έως τώρα ξεχωρίσει σε αυτή τη μάχη –σε αντίθετους πόλους. Ο Γιώργος Καμίνης ήταν ο πρώτος που τα έβαλε με τους νεοναζί, απαγορεύοντας τα συσσίτια μόνο για Ελληνες. Η Ζωή Κωνσταντοπούλου ήταν η πρώτη που έθεσε ζήτημα νομιμότητας για νομοσχέδια που ψηφίστηκαν με απόντες τους χρυσαυγίτες βουλευτές. Ερχεται τώρα ο υπουργός Εξωτερικών και, επικαλούμενος την τουλάχιστον ιδιόρρυθμη πρακτική της Προέδρου της Βουλής, αποφασίζει να καλέσει για πρώτη φορά εκπροσώπους του κόμματος αυτού στο Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής. Γιατί άραγε; Για να τους ενημερώσει; Για να ακούσει τις απόψεις τους; Για να μην κατηγορηθεί για διακρίσεις;

Διαβάζουμε ότι κατά τη διάρκεια αυτής της συζήτησης οι δύο Χρυσαυγίτες ήταν «προσεκτικοί». Δεν συνέβη το ίδιο με τον κοινοβουλευτικό τους εκπρόσωπο, που χαρακτήρισε τον Σταύρο Θεοδωράκη «κήρυκα εθνικής μειοδοσίας» επειδή κατήγγειλε ότι έγινε για πρώτη φορά περιφορά του Επιταφίου σε ένα αμιγώς μουσουλμανικό χωριό της Θράκης με την παρουσία αγήματος και μπάντας του στρατού. Γιατί ο Μιχάλης Αρβανίτης δεν ήταν προσεκτικός; Επειδή είχε την κάλυψη του ενός, τουλάχιστον, κυβερνητικού εταίρου. Και επειδή ήξερε ότι έχει μαζί του ένα σημαντικό μέρος της κοινής γνώμης.

Αυτό είναι το πρόβλημα.