Μετά το αδιέξοδο του τελευταίας συνεδρίασης των υπουργών οικονομικών της Ευρωζώνης («Ευροομάδας») ξεκίνησε ένας νέος γύρος διαπραγματεύσεων. Η έκβασή τους είναι αβέβαιη. Στο μεταξύ η ελληνική θέση εξασθενίζει μέρα με τη μέρα όπως δείχνουν η αγωνία για την πληρωμή συντάξεων και άλλων υποχρεώσεων του κράτους και η υφεσιακή υποτροπή της οικονομίας. Στον ορίζοντα διαγράφεται ο κίνδυνος μιας άτακτης χρεοκοπίας ή/και εξόδου από το Ευρώ.

Πως θα βγούμε από την κρίση αν δεν ξέρουμε που πάμε; Η κορυφαία, επίσημη και ορθή στρατηγική επιλογή είναι βέβαια να κρατηθεί η χώρα εντός της Ευρωζώνης μέσω σειράς μεταρρυθμίσεων παρά τις αντιρρήσεις ορισμένων στελεχών της κυβερνητικής παράταξης και ενδιαφερομένων ραντιέρηδων. Αλλά, ο ορθολογισμός κρίνεται και από τη συμβατότητα των μέσων με τους σκοπούς. Η παραμονή στην Ευρωζώνη έχει πρακτικές συνέπειες: καθορίζει το πλαίσιο για τη χάραξη της οικονομικής πολιτικής (δημοσιονομικά, μεταρρυθμίσεις) σε κρίσιμους τομείς, αν και όχι σε όλους.

Η κριτική στην αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης και σε επιμέρους αποφάσεις οικονομικής πολιτικής των οργάνων της ΕΕ (π.χ. για τους όρους της πρώτης δανειακής σύμβασης 2010) που διατυπώνουν οι Γ. Βαρουφάκης, Ευκλείδης Τσακαλώτος και άλλοι, είναι εν πολλοίς ορθή. Οπωσδήποτε η εταίροι θα πρέπει να αναγνωρίσουν ότι η λιτότητα δεν μπορεί πλέον να αποδώσει και ότι ορισμένες μεταρρυθμιστικές συστάσεις είναι προϊόν δογματισμού, όπως π.χ. η εσπευσμένη πώληση δημόσιας περιουσίας όταν οι τιμές έχουν καταρρεύσει ή η μετατροπή κρατικών σε ιδιωτικά μονοπώλια. Σε άλλα θέματα όμως οι προτάσεις των εταίρων είναι λογικές. Επομένως, η κριτική μας δεν πρέπει να είναι πρόσχημα για την αποφυγή βαθιών μεταρρυθμίσεων στη χώρα. Δεν πρέπει τέλος να παραβλέπουμε ότι η αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης μεταβάλλεται ήδη προσφέροντας ευκαιρίες και στη χώρα (βλ. σχέδια Draghi και Juncker) και ότι μόνον εμείς αποτύχαμε να εξέλθουμε από την ομπρέλα των επίσημων μηχανισμών στήριξης, σε αντίθεση με την Πορτογαλία και την Ιρλανδία (και, όπως φαίνεται, προσεχώς με την Κύπρο).

Κατά τη γνώμη μου, το πολιτικό και οικονομικό όφελος για το έθνος από μια συμφωνία με τους «θεσμούς» θα είναι πολύ μεγαλύτερο για τη μελλοντική ευημερία της χώρας. Τη συμφωνία και παραμονή στην Ευρωζώνη θέλει η κοινή γνώμη και ας αντιδρούν διάφορες θορυβώδεις ομάδες. Εκτός τούτου είναι πραγματικά αναγκαίες ριζοσπαστικές αλλαγές σε Διοίκηση, Φορολογία, Δικαιοσύνη, Παιδεία κ.α. ενταγμένες σε ένα τολμηρό και συνεκτικό πρόγραμμα με βάση τις διεθνείς εμπειρίες και βέλτιστες πρακτικές. Χρειαζόμαστε, όπως γράφει το διακομματικό Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους μια πραγματική μεταρρυθμιστική επανάσταση που δεν θα έχει σχέση με τις κυρίαρχες ιδεοληψίες που αποτυπώνονται εκκωφαντικά στην Παιδεία. Αυτή η μεταρρυθμιστική επανάσταση θα ήταν η ιστορική συνεισφορά κάθε κυβέρνησης.

* Ο Πάνος Καζάκος είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.