Ο Πάνος Καμμένος, λέει, «δεν μιλάει σε επίπεδο Αδωνη Γεωργιάδη» (άρα σε άλλο επίπεδο μιλάει), περίπου το ίδιο άφησε να εννοηθεί και ο Χρήστος Ζώης, ο Βύρων Πολύδωρας κρατάει στάση αναμονής, ο Νίκος Νικολόπουλος παραπονέθηκε ότι το όνομά του δεν ακούστηκε στο προσκλητήριο που απηύθυνε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ γιατί τον φοβάται το εκδοτικό κατεστημένο, το διαβατήριο του Γιώργου Καρατζαφέρη είναι έτοιμο, ο Ανδρέας Λοβέρδος επανεντάσσεται στο ΠΑΣΟΚ, ο Χρήστος Αηδόνης θα γυρίσει κάποια στιγμή αργότερα.

Είναι αυτή η κινητικότητα στα ΠΑΣΟΚ και στα ΝουΔού δείγμα επιστροφής στην προμνημονιακή κανονικότητα, τότε που δεν υπήρχε πολιτική ζωή έξω από τα μαντριά των μεγάλων κομμάτων; Θα περάσουν στην Ιστορία οι ΑΝΕΛ και η Νέα ΜΕΡΑ και το ΛΑΟΣ, όλα αυτά τα αρκτικόλεξα που είναι γεμάτα από υψηλούς συμβολισμούς αλλά άδειασαν ή δεν βρήκαν ποτέ ψηφοφόρους, και η Ενωση για την Πατρίδα και τον Λαό και το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα και η Συμφωνία για τη Νέα Ελλάδα, που τα βαρύγδουπα ονόματά τους δεν συγκίνησαν παρά μόνο τους ιδρυτές τους; Και με ποιους όρους θα επιστρέψουν όλοι αυτοί οι πρόεδροι; Σαν ηττημένοι Δονκιχώτες που πάλεψαν με τους ανεμόμυλους του Μνημονίου ή σαν αμόλυντοι επαναστάτες που δεν λέρωσαν τα χέρια τους; Σαν άσωτοι υιοί ή σαν δικαιωμένοι αγωνιστές;

Αυτό το τελευταίο ερώτημα έχει και το μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Οχι γιατί έχει καμία σημασία η πολιτική τύχη του Βύρωνα Πολύδωρα ή του Νίκου Νικολόπουλου. Αλλά γιατί αξίζει να ρίξουμε μια ματιά στο ένστικτο αυτοσυντήρησης του πολιτικού προσωπικού, στην ευκολία του να προσαρμόζει την πραγματικότητα στον δικό του κόσμο, την έφεσή του στις κυβιστήσεις, την τάση του να κόβει και να ράβει στα μέτρα του ακόμη και τα πιο οφθαλμοφανή πράγματα. Και ο λόγος είναι ότι πρέπει να ξέρουμε ποιους ψηφίζουμε, ποιοι είναι οι άνθρωποι στους οποίους αναθέτουμε την ευθύνη των αποφάσεων που αφορούν όλους μας και τη διεύθυνση της χώρας. Ποιους καλούμε να κάνουν τη δουλειά και να την κάνουν έντιμα με μια σχετικά αυτοθυσιαστική διάθεση και κατά το δυνατόν με ανιδιοτέλεια.

Είμαστε υποχρεωμένοι να τσεκάρουμε τα ποιοτικά τους χαρακτηριστικά για έναν ακόμη λόγο: γιατί ενώ ιστορικά οι κρίσεις προκαλούν μεταξύ άλλων και ένα είδος ξεσκαρταρίσματος του πολιτικού προσωπικού, οι έλληνες πολιτικοί αποδεικνύονται πολύ σκληροί για να πεθάνουν. Είναι όλοι τους εδώ, και οι πονηροί πολιτευτές και οι υποψήφιοι σωτήρες, και οι συνωμοσιολόγοι και οι παραθυρολάγνοι, έτοιμοι να κηρύξουν νέους ανένδοτους, να εκτοξεύσουν νέους φιλιππικούς, να φορέσουν το φωτοστέφανο της εντιμότητας και της αυταπάρνησης για να πείσουν ότι μόνο αυτοί είναι άγγελοι, έστω και χωρίς φτερά, σε μια κόλαση διαφθοράς και εξουσιομανίας. Και φυσικά να προσφέρουν γέλιο. Η (μεταμνημονιακή) παράσταση αρχίζει.