Θα με απασχολήσουν και σήμερα τα Αλφαβητάρια και τα Αναγνωστικά που πρόσφατα μας χάρισε η εφημερίδα «Το Βήμα». Στο σημερινό σημείωμα θα επιχειρήσω να περιγράψω τη γενική εικόνα που αποκομίζουμε απ’ αυτά: Αλφαβητάρια και Αναγνωστικά μάς μάθαιναν ότι ζούσαμε σε μια κοινωνία άλλη απ’ αυτήν στην οποία πράγματι ζούσαμε. Θα επιχειρήσω να αναπαραστήσω αυτήν την κοινωνία περιγράφοντας μερικές εικόνες ή σύνθεση εικόνων.

Εικόνα πρώτη. Το σπίτι στο χωριό –όλα γίνονται στο χωριό και στην εξοχή· η αυλή και στη μέση το πηγάδι· στην άκρη ο σκύλος, έξω από το σπιτάκι του· στην άλλη άκρη της αυλής η κατσικούλα. Στον δρόμο περνάει ο γαϊδαράκος με το αφεντικό του. Κάτω, μπροστά στη σκάλα του σπιτιού, το αγοράκι· αλλού το κοριτσάκι.

Εικόνα δεύτερη. Εδώ είναι αστικό σπίτι. Η οικογένεια. Στη μέση η γιαγιά με το μικρότερο παιδί· φοράει τσεμπέρι και δεξιά της έχει τον άνδρα της οικογένειας με κοστούμι και γραβάτα. Στα δεξιά του μπαμπά στέκεται όρθιος ο γιος με μια μπάλα στα χέρια. Αριστερά της γιαγιάς όρθια η κόρη και δίπλα της καθιστή η μαμά με τα καλά της· οι καρέκλες βιεννέζικες και στους τοίχους φωτογραφίες των προγόνων.

Τρίτη εικόνα. Κυριακή σε επαρχιακή πόλη και πάμε στην εκκλησία. Η τετραμελής οικογένεια. Ο κύριος, με κοστούμι και γραβάτα και ρεπούμπλικα, κρατά με το αριστερό του χέρι το αγόρι και εκείνον τον κρατά αγκαζέ η κυρία του, με τα καλά της και τα μαλλιά κότσο. Εκείνη κρατάει με το άλλο χέρι το κοριτσάκι με κοτσιδάκια. Η εκκλησία είναι ήδη γεμάτη.

Τέταρτη εικόνα. Η οικογένεια Χωραφά ξεκινά για το περιβόλι. Τα τέσσερα παιδάκια πάνε μπροστά πιασμένα χέρι χέρι –τρία κορίτσια, ένα αγόρι, το μεγάλο κορίτσι κρατάει τσάντα ίδια με της μαμάς· ακολουθούν οι γονείς, ο κύριος με κοστούμι, γραβάτα, καπέλο και μπαστούνι, η κυρία με καπέλο και τσάντα.

Εικόνα πέμπτη. Η οικογένεια σε γιορτινό τραπέζι· ο μπαμπάς, η μαμά, η γιαγιά και τα τέσσερα παιδιά –πάλι ένα αγόρι και τρία κορίτσια. Ψάρια θα φάνε. Πρώτος σερβίρεται ο πατέρας, κατόπιν τα παιδιά, μετά η γιαγιά και τελευταία η μαμά. Ο μπαμπάς χωρίς σακάκι αλλά με γραβάτα, η γιαγιά με το τσεμπέρι πάντα.

Εικόνα έκτη: Το κέντρο του χωριού. Κωμόπολη ή μικρή πόλη. 1949: αυτό που ονομάζαμε τότε αστυφιλία δεν έχει αρχίσει. Η εκκλησία και απέξω κάθεται ο παπάς· δύο δρόμους πιο κοντά το Α’ Δημοτικόν, τα παιδιά και η δασκάλα με βέργα στο χέρι ύστερα από διάλειμμα· πίσω το άλογο που σέρνει κάρο και αγωγιάτη· ακόμη πιο πίσω ο υπαίθριος γυρολόγος μανάβης με τη ζυγαριά και τον γάιδαρο φορτωμένο· ακριβώς στη γωνία το οπωροπωλείον –η αφθονία είναι φανερή· δίπλα στο σχολείο η κρήνη και τρεις γυναίκες που γεμίζουν τις στάμνες τους· κάποιος πάει, κάποιος έρχεται· κάποια σπίτια είναι ισόγεια, κάποια ανώγια.

Εικόνα έβδομη. Η αυλή του σπιτιού. Το κοριτσάκι από το παράθυρο που βλέπει στην αυλή ταΐζει τις κοτούλες και τα κλωσσόπουλα, η κατσίκα φεύγει μάλλον ευχαριστημένη· ο γαϊδαράκος κάτι λέει στη γλώσσα του και ο κόκορας στη στέγη του κοτετσιού κελαηδάει ευχαριστημένος. Ειδυλλιακός βίος.

Εικόνα όγδοη. Τα επαγγέλματα. Το βαρύτερο: ο σιδεράς. Υπάρχει και ο τσαγκάρης –τις δουλειές ραπτικής τις κάνουν η γιαγιά και η μαμά.

Εικόνα συνολική. Η κοινωνία αποτελείται από όμορφες, μάλλον εύπορες οικογένειες, με τάξη και καλούς τρόπους· είναι οι μικροαστοί της μικρής επαρχιακής πόλης. Ο εργάτης δεν υπάρχει πουθενά· όχι μόνο ο εργάτης στο εργοστάσιο ή το λιμάνι· ούτε καν στον αγρό. Βιομηχανία δεν υπήρξε· κι ας είχε βοήσει ο κόσμος με τα σκάνδαλα της ESSO Papas και του Αλουμινίου στα Ασπρα Σπίτια. Θα πρέπει να φτάσουμε στο 1969 για να δούμε ένα αυτοκίνητο ιδιωτικό και ένα τρένο σε σιδηροδρομικό σταθμό!

Ο Βασίλης Κρεμμυδάς είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών