Η γειτονική Τουρκία δεν είναι η Τουρκία που γνωρίζαμε. Ο πληθυσμός της πλέον αγγίζει τα 76 εκατ., ενώ το ΑΕΠ του 2012 έφθασε τα 612 δισ. ευρώ (έναντι ελληνικού 194 δισ.). Δεν ήταν πάντα έτσι! Το 1983, ελληνικό και τουρκικό ΑΕΠ ήταν σχεδόν ίσα. Ακόμα και κατά την κρίση στα Ιμια, η Τουρκία είχε μια οικονομία μόλις 50% μεγαλύτερη της ελληνικής. Σήμερα, η Τουρκία είναι υπερτριπλάσια οικονομικά και επταπλάσια πληθυσμιακά. Και παρά τους κλυδωνισμούς που συχνά βιώνει στην κοινωνικοοικονομική της πρόοδο (βλ. και την πρόσφατη πολιτική κρίση που έφερε 15% πτώση της λίρας), η ψαλίδα θα τείνει μεσομακροπρόθεσμα να ανοίγει εις βάρος μας. Πρόκειται για μείζονα γεωπολιτική αλλαγή.

Το υπαρκτό γεωπολιτικό πρόβλημα της ανάσχεσης μιας δυναμικής οικονομικά και αναθεωρητικής πολιτικά Τουρκίας δεν μπορεί να λυθεί (πλέον!) με ευθύ ανταγωνισμό στους αριθμούς. Στο παρελθόν φιλοδοξούσαμε να βασιζόμαστε στην καλύτερη ποιότητα των στρατιωτικών εξοπλισμών, που προερχόταν από το ανώτερο βιοτικό μας επίπεδο. Η επίτευξη ποιοτικής ανωτερότητας γίνεται ολοένα πιο δύσκολη όμως, από τη στιγμή που το τουρκικό βιοτικό επίπεδο (σήμερα 47% του ελληνικού) θα συγκλίνει με το δικό μας.

Υπάρχει τρόπος να διατηρηθεί κάποια ισορροπία δυνάμεων στο Αιγαίο; Ναι, αν ξεπεράσουμε παραδόσεις και εμμονές του παρελθόντος.

Κατ’ αρχάς, πρέπει να εξασφαλίσουμε ότι κάθε ευρώ δαπάνης πιάνει τόπο. Οι αμυντικές δαπάνες της Ελλάδας το 2013 ήταν περίπου 3,4 δισ. ευρώ. Οι αντίστοιχες δαπάνες της Τουρκίας το 2012 ήταν σχεδόν τετραπλάσιες, περί τα 13,4 δισ. ευρώ. Αφού δεν μπορούμε να ξοδεύουμε τα ίδια, πρέπει να ξοδεύουμε εξυπνότερα. Τέρμα στην πολυτυπία, προηγμένοι μηχανισμοί δημοπρασιών (αδιάβλητοι στη διαφθορά, αλλά και σχεδιασμένοι να πετυχαίνουν καλές τιμές), περιορισμός των στρατοπέδων στα απολύτως απαραίτητα για την άμυνα –όχι για την επιδότηση των τοπικών ταχυφαγείων.

Ακόμα και αν επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι, παραμένει ένα πρόβλημα: η ανάγκη προμήθειας δαπανηρών εξοπλισμών, ειδικά τη στιγμή που τα σύγχρονα αμυντικά συστήματα, π.χ. φρεγάτες, έχουν πολλαπλάσιο κόστος από αντίστοιχα της προηγούμενης γενιάς. Λόγω κρίσης οι εξοπλισμοί έχουν πέσει στα 0,65 δισ. (19% των αμυντικών δαπανών), σχεδόν όλα εκ των οποίων αφορούν παλαιά προγράμματα και όχι νέες παραγγελίες, με το ανάλογο πλήγμα στο αξιόμαχο των δυνάμεών μας.

Η Τουρκία έχει βέβαια σχετικά μεγάλη οικονομία και αμυντική βιομηχανία, αλλά δεν έχει ιδιαίτερη πολιτισμική συγγένεια με άλλες μεγάλες οικονομίες. Η Ελλάδα, αντιθέτως, έχει φίλους με (α) ογκώδεις οικονομίες και (β) παρόμοια ανάγκη δημοσιονομικών περικοπών. Συγκεκριμένα, η Ιταλία και η Ισπανία είναι κορυφαίες οικονομίες (συνδυασμένο ΑΕΠ 2012 περί τα 2,6 τρισ. ευρώ, υπερτετραπλάσιο του τουρκικού), είναι σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ, έχουν άριστες διπλωματικές σχέσεις με την Ελλάδα και ολοένα στενότερες οικονομικές σχέσεις, αφού μοιράζονται ένα κοινό νόμισμα. Γιατί να μη μοιράζονται και αμυντικές υποδομές / εξοπλισμούς;

Ας ξεκινήσουμε οργανώνοντας κοινούς διαγωνισμούς, μειώνοντας αναγκαστικά τη διαφθορά. Ακόμα πιο αποτελεσματικό όμως θα ήταν το επόμενο βήμα: κοινή χρήση αεροσκαφών, ίσως και πλοίων. Η Ελλάδα διατηρεί μεγάλους στόλους μαχητικών με αστρονομικό κόστος απόκτησης αλλά και συντήρησης, για δύο σκοπούς κυρίως: εκπαίδευση των χειριστών και αποτροπή επιθετικότητας από ξένες δυνάμεις. Μια ισπανική ή ιταλική επίθεση είναι όμως αδιανόητη. Σχεδόν εξίσου αδιανόητη είναι μια μετωπική σύγκρουση τρίτης χώρας με δύο νοτιοευρωπαϊκές χώρες ταυτόχρονα. Αρα, είναι εξαιρετικά απίθανο να χρειαστούμε την ίδια στιγμή τα αεροσκάφη που (θα) μοιραζόμαστε. Συμφωνούμε λοιπόν ένα προκαθορισμένο πρόγραμμα χρήσης για εκπαίδευση και έναν βασικό κανόνα: όποια χώρα αντιμετωπίζει επίθεση, έχει άμεση προτεραιότητα στη χρήση των συστημάτων.

Υπάρχει διεθνές προηγούμενο: κοινή γαλλογερμανική ταξιαρχία υφίσταται από το 1987, Αγγλία και Γαλλία συζητούν την κοινή χρήση αεροπλανοφόρου, το ΝΑΤΟ αστυνομεύει τον εναέριο χώρο των Βαλτικών Δημοκρατιών. Μια δύναμη δεν χρειάζεται να είναι πάντα παρούσα για να λειτουργεί αποτρεπτικά, φθάνει να γνωρίζουν όλοι ότι μπορεί να παρουσιαστεί ανά πάσα στιγμή. Ετσι, η Τουρκία θα δίσταζε πολύ να ξεκινήσει ένα θερμό επεισόδιο, αν ήξερε ότι εντός δύο ωρών 50 επιπλέον Eurofighter από το Μορόν της Ανδαλουσίας και την Τζόια ντελ Κόλε της Απουλίας θα μετασταθμεύσουν στον Αραξο, έτοιμα προς χρήση από έλληνες πιλότους.

Ισως η κρίση προσφέρει πραγματικά ένα δωρεάν γεύμα: θα μειώσουμε τις αμυντικές δαπάνες ταυτόχρονα πολλαπλασιάζοντας την ισχύ μας και θα έρθουμε ακόμα εγγύτερα στους νοτιοευρωπαίους εταίρους μας. Γιατί όχι;

Ο Αθανάσιος Αναγνωστόπουλος είναι διδάκτορας Ποινικού Δικαίου. Ο Σωτήρης Γεωργανάς είναι αναπληρωτής καθηγητής Οικονομικών στο City University του Λονδίνου.