Το 2013 η κυβέρνηση κατάφερε να ισορροπήσει τη δημοσιονομική διαχείριση για πρώτη φορά μετά την ένταξη στη ζώνη του ευρώ. Ανακοίνωσε ένα πρωτογενές πλεόνασμα που έχει πράγματι σημασία: αν επιβεβαιωθούν, έστω με κάποιες περικοπές, οι σχετικές προβλέψεις, θα ανοίξει ο δρόμος για τη διαπραγμάτευση άλλων εκκρεμοτήτων, η σπουδαιότερη από τις οποίες αφορά το δημόσιο χρέος. Το πρωτογενές πλεόνασμα, έστω και αν εν μέρει στηρίζεται σε λαθεμένες προτεραιότητες ή βαρύνεται με κάποιες αβεβαιότητες, παραμένει ένα κεκτημένο πάνω στο οποίο μπορούμε να οικοδομήσουμε τις αναγκαίες διορθώσεις.

Αλλά είναι βιώσιμο; Μπορεί δηλαδή το κράτος τα επόμενα χρόνια να καλύπτει τις δαπάνες του με τα τακτικά του έσοδα (και τις ενωσιακές ενισχύσεις) αφήνοντας και ένα πλεόνασμα για την εξυπηρέτηση χρεών; Η απάντηση στο ερώτημα συνοπτικά: Ναι, υπό αλληλένδετες προϋποθέσεις –αν δεν αντιστραφεί πλήρως η γενική κατεύθυνση της μακροοικονομικής πολιτικής, αν επιστρέψουμε στην ανάπτυξη, συναφώς, αν γίνουν μεταρρυθμίσεις που θα ενθαρρύνουν παραγωγικές επενδύσεις στην Ελλάδα και αν γίνουν τα απαραίτητα βήματα «αλληλεγγύης» από πλευράς εταίρων.

Ενα ερώτημα είναι αν στην παρατεταμένη προεκλογική περίοδο θα επιβεβαιωθεί η θεωρία του «πολιτικού κύκλου» που θέλει, κάπως απλά, να δίνονται διάφορα «δώρα» στους ψηφοφόρους ενόψει εκλογών. Καθ’ οδόν προς τις εκλογές το πρωτογενές πλεόνασμα του 2013 τείνει να πάρει μυθολογικές διαστάσεις παντοδύναμου εργαλείου πολιτικής επιβίωσης. Οι αναφορές σε αυτό συνοδεύονται από δηλώσεις που τείνουν να τροφοδοτήσουν την αγορά μη ρεαλιστικών προσδοκιών. Πολλοί αξιωματούχοι δεν έχουν κατανοήσει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα του 2013 αποτελεί ενδιάμεσο σταθμό μάλλον παρά το τέλος μιας πορείας. Η επόμενη φάση δεν θα είναι λιγότερο δύσκολη. Τούτο διότι το μείζον ζήτημα της χώρας είναι η επιστροφή στην ανάπτυξη. Χωρίς αυτή το πρωτογενές πλεόνασμα δεν θα είναι βιώσιμο!

Η επιστροφή στην ανάπτυξη, όμως, προϋποθέτει ακόμα πολλά. Προϋποθέτει π.χ. ότι σταματούν οι αέναες αλλαγές στη φορολογία που αποπροσανατολίζουν και διώχνουν ουσιαστικά σοβαρούς επενδυτές (από αεριτζήδες πάμε καλά, οι άλλοι όμως έχουν σημασία). Η επιστροφή στην ανάπτυξη προϋποθέτει επίσης ότι εφαρμόζονται πολλές αλληλένδετες μεταρρυθμίσεις σε κρίσιμους τομείς όπως η Δημόσια Διοίκηση και η ενέργεια (η αγορά της οποίας σήμερα επιβαρύνει την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και εξουδετερώνει τις μειώσεις των μισθών!) που θα κάνουν το σύστημα να δουλεύει καλύτερα. Προς το παρόν, δυστυχώς, το επίπεδο ανάπτυξης εξακολουθεί να υποχωρεί, η αποβιομηχάνιση συνεχίζεται και η ανεργία ανήλθε το 2013 στο πρωτοφανές 28% που θυμίζει πλέον την καταστροφική κρίση της δεκαετίας του ’30.

Μένουν οι αναγκαίες κινήσεις των οικονομικά ισχυρών εταίρων στην Ευρώπη. Η Ελλάδα δεν θα τα βγάλει πέρα με την κρίση μόνο με τις δικές της δυνάμεις, που τείνουν άλλωστε να εξαντληθούν. Οι εταίροι πρέπει να αναλάβουν τις ευθύνες τους, όπως υποδεικνύει η οικονομική λογική (από την εποχή του Ανταμ Σμιθ!), η μέχρι σήμερα εμπειρία με τις συνταγές προσαρμογής και η κριτική ιδίως στο πρώτο Μνημόνιο. Μετά το ΔΝΤ και άλλα μεγάλα ερευνητικά ιδρύματα, ο Αλεσάνδρο Θέρκας, εισηγητής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την έκθεση σχετικά με τον ρόλο της τρόικας, μας υπενθύμισε τα πολλά «λάθη» της τελευταίας. Οπως το διατύπωσε αιχμηρά, η τρόικα επενέβη σαν χασάπης μάλλον παρά σαν χειρουργός που γνωρίζει την ανατομία». Βαριές κουβέντες αναμφίβολα, που όμως δεν αναιρούν το γεγονός ότι η «επέμβαση» ήταν αναγκαία!

Η αλήθεια είναι, επίσης, ότι το ευρωπαϊκό σύστημα κινείται αργά προς μια πολιτική που είναι περισσότερο προσανατολισμένη σε αναπτυξιακές ανάγκες. Κρίσιμο ρόλο θα παίξει το ζήτημα του χρέους. Κατά τη γνώμη μου δεν αρκεί η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των ελληνικών ομολόγων και μια ακόμα μείωση των επιτοκίων κυρίως για τα παλαιότερα δάνεια. Πρέπει επιπλέον να υπάρξει «αναδιάρθρωση» (λέγε κούρεμα του χρέους), όπου η κλίμακα της αναδιάρθρωσης μένει ανοιχτή για διαπραγμάτευση μαζί με τους όρους. Το σκεπτικό είναι απλό: Ενας υψηλός λόγος χρέους (χρέος προς ΑΕΠ) θα επηρεάζει αρνητικά τους ρυθμούς ανάπτυξης και το κόστος δανεισμού. Ας προσθέσουμε ότι η σταθερότητα της ζώνης του ευρώ εξαρτάται, εκτός άλλων, από τη λύση των προβλημάτων χρέους σε Ελλάδα και άλλες χώρες.

Ο Πάνος Καζάκος είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών