Τον χειμώνα του 2013 οι τηλεοπτικές οθόνες είναι γεμάτες από εικόνες φτώχειας. Συνοδεύονται από τις τραγικές ιστορίες ανθρώπων που έχασαν τη ζωή τους προσπαθώντας να ζεσταθούν, σαν σκηνές από μυθιστόρημα του Ντίκενς μεταφερμένες στον 21ο αιώνα. Τα νοικοκυριά χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα έγιναν το πιο ορατό σύμπτωμα της κοινωνικής κρίσης. Αν παλαιότερα η τηλεοπτική κάμερα αρεσκόταν να καταγράφει πλάνα από χειμερινά θέρετρα και αίθουσες για ρεβεγιόν, τώρα τρύπωσε με τον ίδιο ζήλο σε φτωχογειτονιές και μικρά διαμερίσματα, ζουμάρισε σε απελπισμένα πρόσωπα, έδωσε βήμα για να ακουστεί το προσωπικό δράμα και η συμπόνια των τηλεαστέρων. Κανάλια και παρουσιαστές επιδόθηκαν σε έναν «κοινωνικό» αγώνα για να επανασυνδεθεί το ρεύμα, κατά περίπτωση, σε ένα ή περισσότερα νοικοκυριά. Οι τηλεοπτικές αφηγήσεις ακολούθησαν την πεπατημένη του είδους∙ έμφαση στη δραματοποίηση και εύκολη συγκίνηση, αποσπασματική παρουσίαση του προβλήματος, υποβάθμιση του πολιτικού στοιχείου, αδυναμία άρθρωσης μιας ολοκληρωμένης πολιτικής πρότασης.

Πίσω όμως από το τηλεοπτικό θέαμα, γεγονός παραμένει ότι, σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά στοιχεία, το 34,6% του πληθυσμού βρίσκεται στα όρια της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού. Αλλά ίσως το λιγότερο γνωστό –και συγχρόνως πιο ανησυχητικό στοιχείο –είναι ο αυξανόμενος κίνδυνος φτώχειας για τους εργαζομένους. Η Ελλάδα εμφανίζει το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό κινδύνου φτώχειας για εργαζομένους (15,1%) μετά τη Ρουμανία (πηγή: Eurostat 2013). Ενα κεκτημένο του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου, όπως διαμορφώθηκε στη μεταπολεμική περίοδο, η εργασία, αν όχι ως μέσο κοινωνικής ανόδου, τουλάχιστον ως μέσο αποφυγής της φτώχειας φαίνεται να υπονομεύεται. Και αυτό το κεκτημένο απειλείται σε μια χώρα του ευρωπαϊκού πυρήνα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την κοινωνική συνοχή και την ποιότητα της δημοκρατίας.

Σε πρόσφατη ημερίδα στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον σχετικά με τις διαστάσεις της κρίσης στον ευρωπαϊκό Νότο, οι διοργανωτές έθεταν το ερώτημα μήπως στις χώρες αυτές έχουμε να κάνουμε με ένα θρυμματισμένο πια κοινωνικό συμβόλαιο. Μήπως δηλαδή οι πολλές επιμέρους κρίσεις, όπως τις ζούμε στην ελληνική περίπτωση, κρίση οικονομική, κρίση πολιτική, κρίση κοινωνική, είναι εν τέλει μια κρίση του ίδιου του κοινωνικού συμβολαίου, όπως το γνωρίσαμε.

Από την πλευρά της, η ελληνική Πολιτεία φαίνεται εγκλωβισμένη σε αποσπασματικές προσπάθειες αντιμετώπισης του προβλήματος, καθώς προσπαθεί να βρει τη χρυσή τομή στο ζήτημα των πλειστηριασμών και να συντονίσει τις αναγκαίες ενέργειες για την επανασύνδεση του ρεύματος στους λεγόμενους «ευάλωτους καταναλωτές». Τι σημαίνει άραγε ευάλωτοι; Πολιτική ορθότητα, ευφημισμός και υπεκφυγή. Παρά την πολιτική της ορθότητα, η λέξη ευάλωτος μεταφέρει ένα μέρος ευθύνης στο πρόσωπο που έχει αυτήν την ιδιότητα καθώς, σύμφωνα με το λεξικό, ευάλωτος είναι αυτός «που εύκολα μπορεί να υποστεί επίθεση, να πάθει ορισμένο κακό, να κινδυνέψει ή να παρασυρθεί». Γιατί όχι φτωχοί;

Αλλά τι είναι φτώχεια και ποιοι είναι φτωχοί στην Ελλάδα σήμερα; Πολλά θα μπορούσε να πει κανείς για το θέμα. Καθώς η φτώχεια είναι μια κατεξοχήν πολιτική έννοια, δεν υπάρχει συμφωνία για τον ορισμό της. Ωστόσο, οι περισσότεροι κοινωνικοί επιστήμονες συγκλίνουν στην άποψη πως, στις κοινωνίες μας, η φτώχεια θα πρέπει να γίνεται αντιληπτή ως απόκλιση από ένα συνηθισμένο επίπεδο διαβίωσης. Ο καθηγητής Πίτερ Αλκοκ όρισε τη φτώχεια (Κατανοώντας τη Φτώχεια, Palgrave Macmillan 1997) ως τον «συνδυασμό στερήσεων και μη ικανοποιούμενων αναγκών που εμποδίζουν (το άτομο) να συμμετάσχει στην κοινωνία κατά τον ίδιο τρόπο, όπως οι υπόλοιποι». Για να συμπληρώσει πως η φτώχεια «δεν είναι απλώς μια κατάσταση πραγμάτων, αλλά μια απαράδεκτη κατάσταση πραγμάτων –εμπεριέχει σιωπηρά την ερώτηση τι κάνουμε γι’ αυτήν;». Αυτή ακριβώς η αδυναμία συμμετοχής στην κοινωνία θέτει υπό αίρεση την ίδια την ιδιότητα του πολίτη και στέκεται εμπόδιο στην αυτοπραγμάτωση του ατόμου. Για τον συγγραφέα Ντέιβιντ Μπορνστάιν «Η φτώχεια δεν είναι μόνο η έλλειψη χρημάτων, είναι η έλλειψη της αίσθησης νοήματος».

Στην Ελλάδα σήμερα το νόημα, το ατομικό και συλλογικό, φαίνεται να χάνεται για μια ολοένα μεγαλύτερη μερίδα ανθρώπων. Και ο ρόλος του κράτους στην αποκατάσταση αυτού του νοήματος, στην αποκατάσταση του κοινωνικού δεσμού, είναι κομβικός.

Η Τζένη Λιαλιούτη είναι διδάκτωρ στο Πάντειο Πανεπιστήμιο