Δύσκολα μπορεί να βρει κανείς σημεία διαφωνίας με το κείμενο των 58 για την αναγκαιότητα διαμόρφωσης ενός ισχυρού μεταρρυθμιστικού πόλου με στόχο την εθνική ανασυγκρότηση μέσα από τα ερείπια της κρίσης. Την τροχοδρόμηση της χώρας. Την επαναθεμελίωση του πολιτικού συστήματος. Την αποκατάσταση σχέσης εμπιστοσύνης ανάμεσα στους πολίτες και στους πολιτικούς.

Η κρίση έχει διαχωρίσει την κοινωνία οριζόντια σε δύο κατηγορίες. Σε εκείνους που βρίσκονται «κάτω από την μπάρα» των Μνημονίων και συνθλίβονται από την ανεργία, την ανέχεια και την αγωνία επιβίωσης. Και σε εκείνους που ακόμη αντέχουν αλλά φοβούνται μήπως τα χειρότερα έπονται. Και οι δύο διακατέχονται από τον φόβο ότι οι θυσίες τους είναι μάταιες και δεν ελπίζουν, ιδίως οι νέοι, σε καλύτερο μέλλον.

Η μεσαία τάξη, ραχοκοκαλιά του μεταπολιτευτικού πολιτικού συστήματος, έχει καταρρεύσει. Η επερχόμενη φοροεπιδρομή επί των ακινήτων πλήττει το αίσθημα ασφάλειας που συνέδεε τον ελληνικό λαό με την έγγειο ιδιοκτησία και οδηγεί σε κοινωνική αποσταθεροποίηση. Αποτελεί έλλειψη επαφής με την πραγματικότητα ο ισχυρισμός ότι, σε συνθήκες οικονομικής κατάρρευσης, μπορεί να διαμορφωθεί «φορολογική συνείδηση» στους πολίτες. Την ώρα μάλιστα που υφίστανται την άγρια και άδικη υπερφορολόγηση, ως συνέπεια της ανικανότητας της πολιτείας να συλλάβει τη φοροδιαφυγή και να εξαρθρώσει τους θύλακες διαφθοράς στον δημόσιο τομέα.

Μέσα στις συνθήκες αυτές έχει χαθεί η εμπιστοσύνη στο πολιτικό σύστημα και στους πολιτικούς. Η κρίση εμπιστοσύνης διαπερνά συνολικά το αντιπροσωπευτικό σύστημα. Γι’ αυτό και η κοινωνία αρνείται να κινητοποιηθεί. Η κατάρρευση του πελατειακού συστήματος έχει διαρρήξει τον ομφάλιο λώρο που συνέδεε ευρύτατα κοινωνικά στρώματα με τα παραδοσιακά κόμματα εξουσίας. Ο λαϊκισμός ενισχύει τη σύγχυση. Το κομματικό σύστημα, εντούτοις, εξακολουθεί να αντιμετωπίζει την κοινωνική πραγματικότητα με λογικές και νοοτροπίες της προ κρίσεως εποχής.

Η συγκυβέρνηση, με δεδομένες τις ανεπάρκειές της σε επίπεδο πολιτικού προσωπικού, υποχρεωμένη να στηριχθεί σε μία υπό διάλυση κρατική μηχανή, επιχειρεί να συμβιβάσει τις αναγκαίες πολιτικές εξόδου από την κρίση με επιδιώξεις πολιτικές. Μνημονιακές πολιτικές και εκλογικές σκοπιμότητες είναι έννοιες ασύμβατες. Τα κατά καιρούς success story διαδέχονται τα θρίλερ της διαπραγμάτευσης με την τρόικα ως συνέπεια της υστέρησης στην πραγματοποίηση των δεσμεύσεών μας. Αιτία η απροθυμία σύγκρουσης με κρατικοδίαιτα συμφέροντα και πελατειακά δίκτυα.

Η αντιμνημονιακή αντιπολίτευση, επιβαίνοντας στο άρμα του λαϊκισμού, καταργεί την κρίση. Ο ΣΥΡΙΖΑ, με άγνοια κινδύνου, υπόσχεται την κατάργηση του Μνημονίου το βράδυ των εκλογών εφόσον οι πολίτες του αναθέσουν την εξουσία. Η παραληρηματική Δεξιά των ΑΝΕΛ υπόσχεται την κατάργηση του χρέους. Το δογματικό ΚΚΕ πλειοδοτεί. Υπόσχεται και την έξοδο της χώρας μας από την Ευρώπη και την απομόνωσή της, στα πρότυπα της Αλβανίας του Χότζα. Το νεοναζιστικό μόρφωμα επιδιώκει, συμπληρωματικά, την κατάργηση της δημοκρατίας. Και ο Φώτης Κουβέλης προτείνει ως λύση την απλή αναλογική, ισχυριζόμενος ότι έτσι θα διαμορφωθούν συνθήκες συνεργασίας μέσα σε αυτό το νοσηρό πολιτικό κλίμα.

Οι επερχόμενες εκλογές, ευρωπαϊκές και αυτοδιοικητικές, αποτελούν σημείο καμπής. Ο λαϊκισμός και ο ευρωσκεπτικισμός δεν έχουν προσβάλει μόνο την Ελλάδα, αλλά όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Εγκυμονούν οδυνηρές εκπλήξεις και απρόβλεπτες εξελίξεις. Μέσα σε αυτό το κλίμα, η ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς αποτελεί μονόδρομο. Μπροστά στον νέο διπολισμό μεταξύ μιας αφυδατωμένης από ιδέες και στελέχη Κεντροδεξιάς και μιας λαϊκιστικής Αριστεράς, οι κατακερματισμένες κεντροαριστερές δυνάμεις χρεώνονται την ευθύνη να αποτελέσουν τον σταθεροποιητικό πόλο με μεταρρυθμιστικό πρόσημο.

Το διάβημα των 58 θέτει τις πολιτικές ηγεσίες των δύο κομμάτων που καλύπτουν σήμερα τον χώρο της Κεντροαριστεράς ενώπιον των ευθυνών τους. Κανένα πρόσχημα ιδεολογικών διαφορών, καμία προσωπική φιλοδοξία δεν πρέπει να σταθεί εμπόδιο στη διαμόρφωση του σταθεροποιητικού πόλου που χρειάζεται η χώρα. Χωρίς ηγεμονισμούς, αρχηγισμούς και αποκλεισμούς, οφείλουν, όλοι όσοι συναισθάνονται τις ευθύνες τους, να συνδιαμορφώσουν τον νέο πολιτικό φορέα. Απαιτούνται γενναίες υπερβάσεις. Η Κεντροαριστερά δεν μπορεί να είναι διαμεσολαβητής αλλά καταλύτης. Οφείλει να αποτελέσει ενιαία πολιτική έκφραση με Σχέδιο Εθνικής Ανασυγκρότησης, με αξιόπιστο και έμπειρο στελεχιακό δυναμικό και ηγεσία ικανή να συνθέτει και να εμπνέει.

O Βασίλης Κοντογιαννόπουλος έχει διατελέσει υπουργός Παιδείας