Αρκούν οι ναοί του ζωροαστρισμού, το διάσημο χαβιάρι και ο ζωντανός θρύλος του σκακιού, ο Γκάρι Κασπάροφ, για να χτίσει μια χώρα που αγαπά την υπερβολή τον σύγχρονο μύθο της και να ανοίξει την πόρτα προς τη Δύση που τόσο επιθυμεί; «Οχι», πιστεύουν οι κατέχοντες τα πετροδόλαρα του Αζερμπαϊτζάν, οι οποίοι επενδύουν στα εμβληματικά κτίρια, στην υπερβολή και στην επίδειξη. Και επειδή χρήμα δεν είναι για εκείνους μόνο το πετρέλαιο αλλά και ο χρόνος, δεν διστάζουν να πληρώσουν και μάλιστα αδρά για να γίνει η δουλειά τους γρήγορα και να έχει τη δέουσα προβολή.
Διότι πώς αλλιώς να εξηγήσει κάποιος το γεγονός ότι σε μια χώρα με 9,5 εκατ. κατοίκους και μέσο μηνιαίο εισόδημα 375 δολάρια διατίθενται περί τα 6 δισ. δολάρια ετησίως μόνο για εντυπωσιακά αρχιτεκτονικά έργα; Και βεβαίως όταν κάποιος ακριβοπληρώνει θέλει και τις καλύτερες υπογραφές, οπότε από τη συλλογή του δεν θα μπορούσε να λείπει η πολυβραβευμένη και αμφιλεγόμενη σταρ της σύγχρονης αρχιτεκτονικής Ζάχα Χαντίντ.
Ο χρόνος μετρά αντίστροφα έως την 1η Νοεμβρίου οπότε αναμένεται να γίνουν τα δεύτερα – πιο εντυπωσιακά από τα πρώτα – εγκαίνια του περίφημου πολιτιστικού κέντρου Χεϊντάρ Αλίγιεφ, το οποίο άνοιξε τις πύλες του την άνοιξη του 2012 αλλά το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου χρειάστηκε να ξανακλείσει όταν εκδηλώθηκε πυρκαγιά στην 74 μέτρων ύψους οροφή του.
Από τα «καμάρια» της αρχιτεκτόνισσας που έχει χαρακτηρισθεί η «βασίλισσα της καμπύλης», το νέο πολιτιστικό κέντρο στην πρωτεύουσα των Αζέρων καταλαμβάνει 57.519 τ.μ., ξεδιπλώνεται στον χώρο ως μια καμπύλη-μονοκοντυλιά, περιλαμβάνει τρία αμφιθέατρα, μία βιβλιοθήκη, ένα μουσείο και θεωρείται ως ένα από τα κτίρια-προπαγάνδα που θα αναμορφώσει το προφίλ της χώρας.
Πώς μπορεί να επιτευχθεί αυτό όταν το νέο συνεδριακό κέντρο παραγγέλθηκε από τον νυν ηγέτη της χώρας Ιλχάμ Αλίγεφ και πήρε το όνομα του επί 20ετία αρχηγού της KGB και προηγούμενου προέδρου του Αζερμπαϊτζάν, ο οποίος είχε κατηγορηθεί επανειλημμένως για παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, Χεϊντάρ Αλίγεφ (ναι, ήταν ο πατέρας του νυν ηγέτη της χώρας);
Το χρήμα φαίνεται πως κάνει τη Ζάχα Χαντίντ να μη στέκεται σε τέτοιες λεπτομέρειες. Δεν είναι άλλωστε η πρώτη που έχει υποκύψει στη γοητεία του χρήματος, καθώς και άλλα μεγάλα ονόματα – ανάμεσά τους οι εταιρείες του Νόρμαν Φόστερ και του Γουίλιαμ Χέλμουθ – έχουν δεχτεί να βάλουν την υπογραφή τους σε ουρανοξύστες και τεχνητά νησιά στο Αζερμπαϊτζάν. Αλλωστε μόνο τη διαφήμιση να σκεφτεί κάποιος που έχει το συγκεκριμένο έργο, καθώς η ηγεσία της χώρας επιχειρεί να το προβάλλει σε όλα τα διεθνή μέσα ενημέρωσης, είναι υπεραρκετό για την αρχιτεκτόνισσα που έχει έδρα της το Λονδίνο.
Και ενώ η αντίστροφη μέτρηση για τα εγκαίνια στο Μπακού έχει αρχίσει, η ιρακινής καταγωγής Ζάχα Χαντίντ ασχολείται πυρετωδώς με το νέο της πόνημα: το στάδιο για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο, το 2020.
Διαθέτει 80.000 θέσεις. Καταλαμβάνει 290.000 τ.μ. Εχει συρόμενη οροφή. Οσοι το πολεμούν λένε πως μοιάζει με ένα αντιπαθητικό διαστημόπλοιο. Η δημιουργός του πάλι υποστηρίζει ότι θυμίζει ένα φουτουριστικό καπέλο ποδηλάτη. Οπου και να βρίσκεται η αλήθεια για την όψη του, κανένας δεν αμφισβητεί ότι θα κοστίσει – και αν δεν υπερβεί τον προϋπολογισμό ως είθισται – ένα δισ. ευρώ.
Τα σχέδια του νέου σταδίου του Τόκιο, της πόλης που ύστερα από 49 χρόνια θα φιλοξενήσει και πάλι τους Ολυμπιακούς Αγώνες – παρά το γεγονός ότι ο πυρηνικός εφιάλτης της Φουκοσίμα δεν έχει ακόμη σταματήσει να αποτελεί απειλή –, έχει κάνει πολλούς από τους ιάπωνες συναδέλφους της να δυσανασχετούν.
«Δεν υπάρχει τίποτα προσωπικό εναντίον της Ζάχα Χαντίντ», διευκρινίζει ο 85χρονος διακεκριμένος με το βραβείο Πρίτζκερ το 1993 – το αντίστοιχο Νομπέλ για την αρχιτεκτονική, με το οποίο έχει τιμηθεί και η Ζάχα – Φουμιχίκο Μάκι – ο οποίος πρωτοστάτησε για τη διοργάνωση συμποσίου με θέμα το στάδιο που σχεδιάζει η ιρακινοβρετανή αρχιτεκτόνισσα.
«Συγκρίνοντας τον όγκο, το ύψος και το μεικτό εμβαδόν των άλλων Ολυμπιακών Σταδίων, εκείνο του Τόκιο είναι τεράστιο. Το μέγιστο ύψος του είναι 75 μ. Θα καταστρέψει το περιβάλλον και αντιτίθεται στους πολεοδομικούς κανονισμούς», συνεχίζει ο σπουδαίος αρχιτέκτονας που έχει στο πλευρό του και άλλα μεγάλα ονόματα του χώρου, όπως τους Σου Φουχιμότο, Τόγιο Ιτο, Κένγκο Κούμα και Τάρο Ιγκαράσι.
Στόχος των αντιδράσεων δεν είναι – όπως λένε οι πρωτεργάτες του συμποσίου που έγινε προ ημερών υπό τον τίτλο «Ξανασκέψου του Νέο Εθνικό Ολυμπιακό Στάδιο – ούτε να ακυρωθεί το έργο ούτε να απορριφθεί η δημιουργός, αλλά να μειωθεί η κλίμακα του σταδίου, καθώς μοιάζει «υπερβολικά μεγάλο και τεχνητό».
Πολύς λόγος γίνεται παράλληλα για την έλλειψη πρασίνου στη γύρω περιοχή καθώς επισημαίνεται πως στις μακέτες τουλάχιστον δεν εμφανίζεται ούτε ένα δένδρο.
Το στάδιο της Ζάχα Χαντίτ αποτελεί ουσιαστικά πλήρη αναμόρφωση εκείνου που φιλοξένησε τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1964 και διέθετε μόλις 48.000 θέσεις, και προγραμματίζεται να αποτελέσει την καρδιά της διοργάνωσης καθώς δεν θα είναι μόνο ο βασικός χώρος για τα αγωνίσματα των Ολυμπιακών και Παραολυμπιακών Αγώνων, αλλά και για τις τελετές έναρξης και λήξης.
Και αν κάποιοι επιχειρούν να βάλουν φρένο στα μαξιμαλιστικά σχέδια της Ζάχα Χαντίντ, η οποία υπόσχεται ένα στάδιο που θα μοιάζει να ρέει στον χώρο, αρκετοί είναι εκείνοι που φοβούνται πως το έργο της δεν θα «βλάψει» μόνο το περιβάλλον αλλά και τον προϋπολογισμό των Αγώνων.
Δεν έχει περάσει άλλωστε πολύς καιρός από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου, για τους οποίους η διάσημη αρχιτεκτόνισσα σχεδίασε το Ολυμπιακό Κολυμβητήριο. Οι κακές γλώσσες λένε ότι ήταν από τα πρώτα έργα που θεμελιώθηκαν και από τα τελευταία που παραδόθηκαν, προκαλώντας πολλαπλά εγκεφαλικά σε εργαζομένους και αρμοδίους, τόσο λόγω των τεχνικών δυσκολιών που προέκυπταν όσο και επειδή το κόστος αυξανόταν με γεωμετρική πρόοδο.
Βεβαίως υπάρχει και η άλλη πλευρά που θεωρεί κέρδος για το Τόκιο ένα εμβληματικό έργο της Ζάχα Χαντίτ. Μάλιστα επισημαίνουν ότι κατανοούν τις οικολογικές ανησυχίες του Φουμιχίκο Μάκι, δεν παραλείπουν όμως να τονίσουν ότι το στάδιό της θα επισκιάσει το γειτονικό Μητροπολιτικό Γυμνάσιο που φέρει την υπογραφή του 85χρονου σήμερα αρχιτέκτονα, το 1990.