Γνωρίστηκαν όταν εκείνη ήταν 15 ετών και εκείνος 37. Και έμειναν πιστοί ο ένας στον άλλον μέχρι το τέλος

Στην αρχαιότητα, λέει ο μύθος, ζούσε ένας ταλαντούχος γλύπτης ονόματι Πυγμαλίων. Που αναζητούσε τη μία και μοναδική γυναίκα που θα μπορούσε να τον γοητεύσει, το τέλειο θηλυκό. Μέχρι που σμίλεψε σε ελεφαντόδοντο ένα άγαλμα τόσο αψεγάδιαστο, που κατέληξε να το ερωτευτεί ο ίδιος –μέχρι που, ο αθεόφοβος, προσευχήθηκε στην Αφροδίτη να το ζωντανέψει! Και ο μύθος αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για άπειρους συγγραφείς και καλλιτέχνες, όχι πως είναι λίγοι και οι άνδρες που δοκίμασαν τις δυνάμεις τους σ’ έναν τέτοιο ρόλο. Και όπως είναι φυσικό, απέτυχαν –τουλάχιστον οι περισσότεροι. Εκτός από τον κύριο Πόντι.

Γεννημένη το 1934 στη Ρώμη, η Σοφία Σικολόνε δεν γνώρισε τον πατέρα της καθώς αυτός ήταν ήδη… παντρεμένος με άλλη γυναίκα. Και παρ’ όλο που έκανε και δεύτερη κόρη με τη μητέρα της Σοφίας, ποτέ του δεν έδειξε να ασχολείται, κάτι που οδήγησε τις τρεις γυναίκες να τα μαζέψουν και να εγκατασταθούν στο χωριό της μητέρας, κάπου κοντά στη Νάπολι.
Ολα ξεκίνησαν νωρίς –πολύ νωρίς. Οταν δηλαδή ο Κάρλο Πόντι, 37 ετών τότε, βρέθηκε στη θέση του κριτή σ’ έναν διαγωνισμό ομορφιάς ονόματι Miss Eleganza (δηλαδή, Μις Κομψότητα). Η Σοφία Λόρεν ήταν εντελώς άσημη, άφραγκη και μόλις… 15 ετών. Και αυτός εντοπίζει πρώτος αυτό το «κάτι» που θα γοητεύσει μετέπειτα ολάκερη την υφήλιο. Αμέσως την παίρνει υπό την προστασία του. Και η Λόρεν, όπως είναι φυσικό, μαγεύεται από τη δοτικότητα αλλά και το ταμπεραμέντο αυτού του ώριμου, γοητευτικού και καλλιεργημένου ανδρός.

Η Σικολόνε γίνεται… Λόρεν και αρχίζει να μελετά. Να μελετά ό,τι φαντάζεται ο νους σας. Ιστορία της τέχνης, αισθητική, αγγλικά… Ο δε Πόντι την «παραδίδει» στον καλό του φίλο Βιτόριο ντε Σίκα, που αναλαμβάνει να αναδείξει το υποκριτικό ταλέντο που κρύβεται στο φλογερό της βλέμμα και τη μοναδική της περπατησιά. Και ο έρωτάς τους φουντώνει.

ΕΜΠΟΔΙΑ. Υπάρχει βέβαια το γνωστό πρόβλημα: Ο κύριος Πόντι είναι ήδη παντρεμένος. Και θα περάσουν επτά χρόνια μέχρι να κατορθώσει να πάρει διαζύγιο, και μάλιστα στο Μεξικό, μια και τότε οι νόμοι για τους καθολικούς Ιταλούς ήταν ιδιαιτέρως «σφιχτοί» στο θέμα των διαζυγίων (ένα δημοψήφισμα το 1968 θα «ρίξει» την αβάσταχτη νομοθεσία, προς μεγάλη απογοήτευση του τότε Πάπα). Στις 17 Σεπτεμβρίου του 1957 το ζεύγος παντρεύεται γρήγορα και εντελώς αθόρυβα.
Τον επόμενο μήνα όμως η Καθολική Εκκλησία παίρνει την εκδίκησή της: ο Πόντι βρίσκεται κατηγορούμενος για διγαμία, καθώς οι Αρχές αρνούνται να δεχτούν τον γάμο του. Και το ζεύγος γίνεται κόκκινο πανί για τον όχλο, το απαίδευτο εκείνο κομμάτι του λαού που άγεται και φέρεται κατά τις προσταγές τής (οποιασδήποτε) εκκλησιαστικής Αρχής. «Με απειλούσαν με αφορισμό. Μου έλεγαν πως θα καίγομαι στα καζάνια της κόλασης για μια αιωνιότητα, και όλα αυτά γιατί; Επειδή είχα ερωτευτεί έναν άνδρα του οποίου ο γάμος είχε τελειώσει πολύ πριν με γνωρίσει. Ηθελα να γίνω η γυναίκα του και να κάνω τα παιδιά του. Είχαμε κάνει ό,τι μπορούσαμε βάσει νόμου για να επισημοποιήσουμε τον γάμο μας, αλλά μας αποκαλούσαν “αμαρτωλούς”. Και αντί να βρίσκομαι διακοπές στον μήνα του μέλιτος, το μόνο που θυμάμαι είναι να κλαίω για ώρες», θα πει αργότερα η Λόρεν.
Πικραμένοι, θα εγκαταλείψουν τη χώρα που τόσο τους πλήγωσε, τη γενέτειρά τους, και θα μετακομίσουν στη Γαλλία το 1966. Εκεί αποκτούν γαλλική υπηκοότητα και παντρεύονται επιτέλους με πλήρη νομιμότητα στις 9 Απριλίου της ίδιας χρονιάς. Το αξιοσημείωτο είναι πως παρά τα 20 χρόνια που τους χώριζαν και τους πεντάμορφους συμπρωταγωνιστές που βρέθηκαν στο πλευρό της Λόρεν, τίποτα δεν μπόρεσε να σκοτεινιάσει τον κοινό τους βίο.

«Ο,τι βλέπετε το οφείλω στα σπαγκέτι!» συνήθιζε να λέει η Σοφία Λόρεν όταν οι φωτογράφοι εκστασιάζονταν φωτογραφίζοντας τη –μετά συγχωρήσεως –κορμάρα της στα φεστιβάλ και τις πρεμιέρες. Μέχρι εκεί όμως έφταναν οι παπαράτσι. Γιατί η Λόρεν ήταν από τις λίγες, τις ελάχιστες σταρ που όχι μόνο προφύλαξε όσο καλύτερα γινόταν την ιδιωτική της ζωή, αλλά δεν είχε καν έναν… παράνομο δεσμό να κρύψει. Ο Πόντι έφυγε από γηρατειά στα 94 του χρόνια, στις 10 Ιανουαρίου του 2007. Οταν το 2010 ρώτησαν τη Λόρεν αν σκοπεύει να ξαναπαντρευτεί, εκείνη τους απάντησε: «Οχι, ποτέ ξανά. Θα ήταν αδύνατο να αγαπήσω οποιονδήποτε άλλον».