Για να καταλάβει κανείς τι γινόταν στις κομμουνιστικές χώρες ώς το 1989 δεν χρειάζεται να πάει μακριά. Ας δει την αποδοχή που έχουν σήμερα, στις χώρες αυτές, οι κομμουνιστικές ιδέες. Οικτρά μειοψηφικές.

Από αυτή την άποψη, είναι τουλάχιστον θλιβερό να βλέπεις ίσως τους τελευταίους απολογητές εν Ευρώπη των θλιβερών εκείνων καθεστώτων (θλιβερών, επειδή εξανέμισαν με εγκληματικό τρόπο τις ελπίδες των λαών για χειραφέτηση) να επιχειρηματολογούν εναντίον της κριτικής τους.

Δημοσιεύθηκε στον «Ριζοσπάστη» (22/8/2013) άρθρο, υπογεγραμμένο από πρόσωπο με τα αρχικά Δ.Κ. (λες;), που επιχειρούσε να απαντήσει σε κείμενο του συνεργάτη των «ΝΕΩΝ» Γιώργου Σιακαντάρη για την Ανοιξη της Πράγας, η οποία καταπνίγηκε από εισβολή και πραξικόπημα των σοβιετικών τανκς τον Αύγουστο του 1968. Στο κείμενο αυτό, ανάμεσα σε διάφορες καταγγελίες και κλισέ, καταχωρίζεται και μία πρόταση απολύτως απροσδόκητη.

«Ο εκχυδαϊσμός της θεωρίας του μαρξισμού – λενινισμού», γράφει ο Δ.Κ., «είναι ένα βολικό εργαλείο για να παρουσιάσει ο αρθρογράφος ως ολοκληρωτικό, άρα ανελεύθερο και καταπιεστικό για τους λαούς, τον σοσιαλισμό, προκειμένου να στηρίξει το σύστημα της εκμετάλλευσης, τη δικτατορία του κεφαλαίου και με τον αστικοκοινοβουλευτικό της μανδύα, από την οποία είχαν απαλλαγεί οι εργαζόμενοι στις σοσιαλιστικές χώρες ζώντας σε συνθήκες ευημερίας και την πιο πλέρια δημοκρατία, αφού οι ίδιοι καθόριζαν τις τύχες τους». Απίστευτο;

Εχει, άραγε, νόημα, έπειτα από όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας, να επιχειρηματολογήσει κανείς για τις θέσεις περί «ευημερίας» που απολάμβαναν όσοι έζησαν σε εκείνα τα τρομερά καθεστώτα; Προσωπικώς, θα αρκεστώ να παραθέσω ένα απόσπασμα από τη μαρτυρία του αμερικανού συγγραφέα Φίλιπ Ροθ, επισκέπτη στην Πράγα τα μαγικά χρόνια της «πλέριας δημοκρατίας», σε ομιλία του στις 30 του περασμένου Απριλίου (δημοσιεύθηκε στον «Νew Yorker» και αναδημοσιεύθηκε στο «Books’ Journal»:

«Οσο έμενα στην Πράγα, σε κάθε μου σχεδόν μετακίνηση με ακολουθούσε ένας άντρας με πολιτικά, στο δωμάτιο του ξενοδοχείου μου είχαν μπει κοριοί, το τηλέφωνό μου είχε παγιδευτεί. Ωστόσο μόλις το 1977, όταν έφευγα από ένα μουσείο όπου είχα πάει να δω μια γελοία έκθεση ζωγραφικής με έργα σοβιετικού σοσιαλιστικού ρεαλισμού, μόλις τον έκτο χρόνο δηλαδή αφ’ ότου άρχισα να επισκέπτομαι την Πράγα, με συνέλαβαν και με κράτησαν για ένα βράδυ στην Αστυνομία. Η εξέλιξη αυτή ήταν ανησυχητική και την επομένη συμμορφώθηκα με την παραίνεσή τους και εγκατέλειψα τη χώρα». Την πλήρωσαν, σύμφωνα με τη μαρτυρία του, οι τσέχοι φίλοι του.

Προφανώς, όμως, ο Φίλιπ Ροθ πήγαινε γυρεύοντας. Αλλωστε, τόσα χρόνια μετά δεν έβαλε μυαλό και συνεχίζει να στηρίζει τη δικτατορία του κεφαλαίου…