Οτι θα διάβαζα ψυχοψαχτικά αφηγήματα σε κομματικό έντυπο του ΣΥΡΙΖΑ δεν το περίμενα, αλλά δεν με ενόχλησε κιόλας. Οπαδός κάθε (προαιρετικής) λογοτεχνικής απόπειρας με στόχο την εδραίωση του όποιου φρονήματος, όπως και όλων των εκδοχών της τρας κουλτούρας, έχω συμβάλει στην καταξίωση των ιστοριών της Ρηνιώς που αγωνίζεται (από άλλο έντυπο) για το κόμμα. Αλλά αυτή η ιστορία που διάβασα τις προάλλες στην αγαπημένη μου «Αυγή», με τίτλο «Είσαι αριστερός, θα τα καταφέρεις», εκτιμώ ότι ανάγεται εύκολα και χωρίς συναγωνισμό στα αριστουργήματα του είδους.

Το κείμενο, το οποίο υπογράφει ένας (αδιόριστος, κατά τον αμετάφραστο σε όλες τις γλώσσες, όρο) εκπαιδευτικός, είναι η εξιστόρηση της ζωής ενός εργαζομένου με μηνιαίες συμβάσεις σε εργοστάσιο πλαστικών –ένας πολίτης που αυτοπροσδιορίζεται ως αριστερός. Περνάει άσχημα, γιατί η δουλειά είναι σκληρή και η αμοιβή ψίχουλα.

Η ιστορία αρχίζει με ένα πρωινό ξύπνημα. «Σηκώνεσαι χαράματα μουδιασμένος. Χέρια και πόδια ψάχνουν να πιάσουν και να σταθούν. Φτιάχνεις κάτι πρόχειρο να φας, πίνεις έναν ελληνικό καφέ, κάνεις δύο τσιγάρα και φεύγεις. Χτυπάς κάρτα. Φορτώνεις φορτηγά. Το φορτηγό είναι βρώμικο, έχει και σκόνη, βήχεις, φτύνεις. Ο προϊστάμενος είναι αυστηρός άμα πας να λουφάρεις. Κάποια στιγμή, που κάνεις τσιγάρο, θυμάσαι ότι έχεις σπουδάσει ιστορικός, έχεις και μεταπτυχιακό, γιατί να κάνεις αυτή τη σκληρή και κακοπληρωμένη δουλειά; Ασε που γύρω σου οι άλλοι εργαζόμενοι συζητάνε για γυναίκες και για μπάλα και σε κάνουν να έχεις εφιάλτες. «Θυμάσαι τον Μαρξ και το λούμπεν προλεταριάτο».

Φορτώνεις ένα ακόμα φορτηγό. Ο προϊστάμενος σε φωνάζει, θέλει να σου ανανεώσει τη σύμβαση –ένας μήνας ακόμα δουλειά με σύμβαση. Εχεις ανάγκη αυτή τη δουλειά, έστω και με λίγα λεφτά. Αλλά τελικά λες το περήφανο όχι. «Λες όχι για την ανθρωπιά σου, για το μέσα σου, για τα λόγια που θα πεις αύριο στο παιδί σου…». Λες όχι επειδή, όπως λέει κι ο Ελύτης (έχει γίνει και τραγούδι), «δεύτερη ζωή δεν έχει». Αλλωστε, «τώρα είσαι ποιητής, είσαι δάσκαλος. Είσαι αριστερός, πρώτα ως άνθρωπος. Θα τα καταφέρεις». Στο τέλος, αντί να μας διορίζουν, θα μας βάζουν και να δουλεύουμε.

Απίστευτο; Σε έντυπο της Αριστεράς, που εκπροσωπεί την εργατική τάξη, διαβάζεις αφήγημα ο συγγραφέας του οποίου, σε ρόλο πρίγκιπα, οικτίρει την εργασία και παρατάει την (κακοπληρωμένη μεν, αλλά…) δουλειά που του έχει προσφερθεί (ποιος θα φορτώσει τους σωλήνες, ρε φίλε;), παρά τις ανάγκες του, για να προστεθεί στη λίστα των αδιόριστων. Κάτι παραπάνω: επειδή έχει πτυχίο, απαξιώνει τους χειρώνακτες. Διεκδικώντας (και κερδίζοντας) το δικαίωμα στην τεμπελιά και στην γκρίνια.

Η μακαρίτισσα η γιαγιά μου έλεγε μια παροιμία: «Βαριά η καλογερική».