Τελευταία Νέα
«Οι λέξεις φταίνε. Αυτές / ενθάρρυναν τα πράγματα σιγά / σιγά ν’ αρχίσουν να συμβαίνουν». Σίγουρα δεν είναι μόνο η Κική Δημουλά που θα έχει πει στους τρεις αυτούς στίχους ότι για όλα όσα συμβαίνουν ευθύνονται οι λέξεις. Ασχετα αν η ίδια μάς χαρίζει με αυτόν τον εξαίσιο τρόπο την επιτομή ενός ολόκληρου κεφαλαίου της γλωσσολογίας.
Να θυμηθούμε όμως και έναν ακόμη άδικα λησμονημένο ποιητή, τον Τάκη Σινόπουλο («αδυναμία» του Γ. Π. Σαββίδη, που του είχε αφιερώσει μάλιστα ένα ολόκληρο βιβλίο του με τον τίτλο «Από τον Πάουντ στον Σινόπουλο»), ο οποίος είχε πει κάτι παραπλήσιο: «Εν αρχή ήν ο λόγος. Και μετά για να ξεμπερδεύουμε ο Ζαν-Πωλ Σαρτρ».
Ο ΤΟΠΟΣ ΜΑΣ έχει πληρώσει πανάκριβα τις λέξεις. Αλλά δεν εννοεί να συνέλθει, φτάνει να πρόκειται για μια καινούργια λέξη. Μια λέξη που δεν χρησιμοποιείται, αλλά ανασύρεται, ακριβώς γιατί έχει λησμονηθεί, για να διορθώσει ως θαυματουργή τα κακώς κείμενα. Θα αντιτείνει βέβαια κανείς ότι λέξεις όπως «δημοκρατία», «ελευθερία», «ισονομία», «αλλαγή», που δεν έχουν αποσυρθεί ποτέ από την κυκλοφορία, καταφέρανε να κάνουν μια χαρά τη δουλειά τους όσοι τις καπηλευτήκανε. Ετσι, λοιπόν, δεν είναι καθόλου δύσκολο λέξεις που μοιάζουν να έχουν αποσυρθεί ηχώντας αιφνίδια να πείσουν ότι με την επανεμφάνισή τους μπορεί να αναστήσουν ακόμη και πεθαμένους!
Σάμπως, αν θα ήταν να σωθούμε και να μην πέσουμε στο βάραθρο, είναι γιατί θυμηθήκαμε ότι υπάρχει μια λέξη και ήταν αυτή ακριβώς που μας έλειπε. Ας αναλογιστούμε πόσους άξεστους, σε σχέση με τη γλώσσα, πολιτικούς έχουμε ακούσει να χρησιμοποιούν τις λέξεις «επαναδιαπραγμάτευση», «εκσυγχρονισμός», «τομή», «διακύβευμα», «επανεκκίνηση», «ιδεολόγημα» ή μια σύνθεση λέξεων όπως «επανίδρυση του κράτους», «θα φτάσει το μαχαίρι στο κόκαλο», «πολιτικός πολιτισμός», για να συνειδητοποιήσουμε πόσο πιο πολύ εμπιστευόμαστε τις λέξεις όσο εντυπωσιακότερες ακούγονται, αν και είναι βαθιά αόριστες. Αντί η οποιαδήποτε λέξη, χωρίς να χρειαστεί να ακυρωθεί ή να επιβεβαιωθεί στην πράξη, να δημιουργεί μέσα μας τόση επιφύλαξη όση η λέξη «κλέφτης», της παραδινόμαστε ασυζητητί.
ΔΕΝ ΣΚΕΦΤΟΜΑΣΤΕ ότι, αφού ακόμη και οι λέξεις, για παράδειγμα, «αγάπη», «άνοιξη», «άγιος» μας έχουν προδώσει, είναι πολύ πιθανό λιγότερο καθαρές λέξεις, όπως αυτές που ήδη αναφέραμε, να μας καταστρέψουν. Οτι η κάθε λέξη, από καταβολής της, προοιωνίζεται και το αντίθετό της. Διαφορετικά δεν θα γινόταν να λένε τη λέξη «φιλανθρωπία» και να εννοούν αποδεδειγμένα ότι πρόκειται να συγκαλύψει καταχρήσεις και παρανομίες. Και αφού το θέμα από μόνο του σχεδόν γύρισε στον ολισθηρό χώρο της πολιτικής, να αποτολμήσουμε μια ερμηνεία αυτού του φαινομένου που δεν την έχουμε συναντήσει ώς τώρα, εκτός και αν μας διαφεύγει.
Μήπως δεν ξέρει ο κάθε πολιτικός οποιουδήποτε κόμματος –αλλά οποιουδήποτε –πως ό,τι και αν καταγγέλλει ή αν επαινεί, στην ουσία δεν υπερασπίζεται αξίες αλλά τους μηχανισμούς που το κόμμα του ή η ιδεολογία του θεωρούν πιο αποτελεσματικούς για την επιβίωσή τους; Με τι καρδιά, όσο αναίσθητος και αν είναι ένας πολιτικός, να υπερασπίζεται μηχανισμούς και να θεωρεί ότι είναι δυνατόν να τον πιστέψουν οι άλλοι ως ιδεολόγο.
Αλλά, παρά το γεγονός ότι αυτοπροδίδεται, δυστυχώς ελάχιστοι τον παίρνουν χαμπάρι.







