Ηταν έντεκα χρόνων όταν άκουσε τη φωνή του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ να αντηχεί στην Ουάσιγκτον, στις 21 Μαρτίου 1968, και είδε χιλιάδες κόσμου να συρρέουν στην περίφημη ομιλία του. Τέσσερις ημέρες αργότερα ο μαύρος ηγέτης δολοφονήθηκε. Αυτό το περιστατικό καθόρισε τη ματιά του Τζορτζ Πελεκάνος στα αμερικανικά πράγματα. Διότι, κατά τη γνώμη του, τότε ήταν που κατέρρευσε το όραμα του Νιου Ντιλ. «Το 1968 η αμερικανική πρωτεύουσα είχε την ευκαιρία να γίνει ένα ιδανικό πρότυπο κοινωνικής ενότητας αλλά βυθίστηκε στους συμβιβασμούς». Και σήμερα, όπως σχολιάζει στα «ΝΕΑ» (αλλά και στη «Ρεπούμπλικα»), με αφορμή τις επικείμενες αμερικανικές εκλογές, «η νέα μεταρατσιστική Αμερική είναι ένας μύθος. Ενας ψεύτικος μύθος. Αρκεί να ακούσει κανείς όλους εκείνους που μισούν τον Ομπάμα, οι οποίοι εξαπολύουν εναντίον του συκοφαντίες μόνο και μόνο επειδή είναι ένας μαύρος που τόλμησε να γίνει Πρόεδρος των ΗΠΑ».

Εγγονός ελλήνων μεταναστών από τη Σπάρτη, ο Πελεκάνος εξελίχθηκε σε έναν από τους πλέον συστηματικούς πολέμιους του ρατσισμού στις ΗΠΑ. Είκοσι χρόνια τώρα, με τα αστυνομικά του μυθιστορήματα που διαδραματίζονται πίσω από την καλογυαλισμένη βιτρίνα της Ουάσιγκτον, όπως και με τις δημοφιλείς τηλεοπτικές σειρές που εμπνέει ως σεναριογράφος και παραγωγός («The Wire», «Treme» κ.ά.), αλλά και με την ίδια την προσωπική ζωή του (αφού έχει υιοθετήσει τρία παιδιά από την αφροαμερικανική κοινότητα και τη Γουατεμάλα), αγωνίζεται να καταδείξει και να θεραπεύσει τη δηλητηριώδη δυναμική των φυλετικών και ταξικών αντιθέσεων που γεννούν, λέει, την εγκληματικότητα. Αυτές οι αντιθέσεις συνδυάζονται, όπως εξηγεί, «και το κοινωνικό χάσμα βαθαίνει ημέρα την ημέρα. Αλλά η νέα ελίτ των λευκών και των μαύρων νομίζει πως θα λύσει το πρόβλημα διώχνοντας τη μαύρη φτωχολογιά προς τα προάστια…»

Ο ονομαστός συγγραφέας κατοικεί στο Σίλβερ Σπρινγκς, το λαϊκό προάστιο των έγχρωμων, μισή ώρα με το αυτοκίνητο από τον Λευκό Οίκο. Οταν είχαμε συναντηθεί στη μονοκατοικία του, το 2009, με αφορμή τη σειρά «Οι κεραίες της εποχής μας» (ΕΤ1), μου εξηγούσε ότι η ιστορία του ρατσισμού είναι γραμμένη στις γειτονιές της Ουάσιγκτον. «Δύο τετράγωνα πέρα από την καθωσπρέπει οδό του Καπιτωλίου (North Capitol) βρίσκεσαι μέσα στο γκέτο. Εκεί καταλαβαίνεις ότι η φτώχεια είναι βία. Πρόκειται για ένα από τα θλιβερότερα παραδείγματα αποτυχίας της αμερικανικής δημοκρατίας». Εκεί, στο κέντρο με τα «λευκά κολάρα» –τους χρηματιστές, τους επιχειρηματίες, τους δικηγόρους κ.ά. –βρισκόταν και το πολυσύχναστο φαστφουντάδικο του πατέρα του.

«Το καλοκαίρι μετά τη δολοφονία του Λούθερ Κινγκ ξεσηκώθηκε η μαύρη πλειονότητα που ζητούσε ίσα δικαιώματα και ο Χούβερ απαίτησε από τον μαύρο τότε δήμαρχο της πρωτεύουσας –το όνομά του ήταν Ουάσιγκτον –να ανοίξει πυρ ενάντια στους διαδηλωτές που έκαιγαν τα πάντα στο πέρασμά τους. Εκείνος αρνήθηκε. «Τα κτίρια αντικαθίστανται» του απάντησε, «οι ανθρώπινες ζωές όχι». Ετσι, στις φοβερές εκείνες ταραχές οι νεκροί ήταν δύο στους δρόμους κι άλλοι εννέα που εγκλωβίστηκαν λεηλατώντας φλεγόμενα καταστήματα. Το μαγαζί του πατέρα μου διασώθηκε, παρότι είχε μαύρους στην κουζίνα και λευκούς στον πάγκο. Οι διαδηλωτές τον σεβάστηκαν επειδή ήταν έντιμος και δουλευταράς. Κι επειδή θεωρούσαν ότι οι έλληνες μετανάστες ήμασταν στην ίδια βάρκα με τους περιθωριοποιημένους μαύρους…»

Ο Πελεκάνος θα εξακολουθήσει να υποστηρίζει τον Ομπάμα, όπως δήλωσε στα «ΝΕΑ». «Πράγματι, πολλοί από την Αριστερά απογοητεύτηκαν από τις μετριοπαθείς θέσεις του στην πρώτη του θητεία, αλλά είναι σημαντικό να θυμόμαστε πως είναι Πρόεδρος όλων των Αμερικανών και όχι μονάχα των φιλελεύθερων, και πως οφείλει να υπηρετήσει τη χώρα ως ολότητα. Αισιοδοξώ πως θα μπορέσει να κυβερνήσει περισσότερο προοδευτικά στη δεύτερη τετραετία, εφόσον δεν θα διεκδικεί επανεκλογή… Προσωπικά, θα ήθελα να δω μια πραγματική μεταρρύθμιση στο μεταναστευτικό, στη νομιμοποίηση της μαριχουάνας, στο τέλος του ψεύτικου και με πολιτικά κίνητρα πολέμου ενάντια στα ναρκωτικά, και λιγότερες άμεσες επεμβάσεις στη Μέση Ανατολή».