Αφήνοντας πίσω σου την Καβάλα, καταπίνοντας τα χιλιόμετρα προς Φιλίππους με το βανάκι της παραγωγής, φτάνεις σε έναν εξωτερικό χώρο που θα ζήλευε και η Επίδαυρος. Ο θίασος των «Ιππέων» τον είδε από χτες, όταν έφθασε εδώ με λεωφορείο, μετά την πρεμιέρα της Θεσσαλονίκης, ενώ οι πρωταγωνιστές έφτασαν σήμερα με Ι.Χ. Στο αρχαίο θέατρο έχουν σχεδόν στηθεί και τα σκηνικά, οι τεχνικοί τούς βάζουν μια πινελιά ακόμα και ο Σπύρος ο ηχολήπτης προσπαθεί να βρει τις πιο κατάλληλες για τον χώρο ρυθμίσεις. «Τι ομορφιές έχει η Ελλάδα» λέει καταφτάνοντας λίγο πριν από την αναγνώριση του χώρου ο Γιάννης Ζουγανέλης, ο οποίος εκτιμά τις περιοδείες γιατί μεταξύ άλλων, «βλέπεις μέρη σαν κι αυτά». «Συναντάς και παλιούς φίλους» αναφέρει ο Τάκης Παπαματθαίου. «Κάνουμε ακόμα θέατρο και μας βλέπει όλη η χώρα» τονίζει ο Πέτρος Φιλιππίδης, «αλλά είσαι μακριά από το σπίτι σου». «Από τους ανθρώπους σου» συμπληρώνει ο Πυγμαλίων Δαδακαρίδης, «επισκέπτεσαι όμως τόπους που θα χρειαζόσουν λόγο για να πας».

Εδώ βέβαια δεν ήρθαμε για τουρισμό. Απόντος του σκηνοθέτη Σταμάτη Φασουλή, το πρόσταγμα έχει ο πρωταγωνιστής που υποδύεται τον Αγοράκριτο, ο Πέτρος Φιλιππίδης, και έπειτα από οδηγίες του, στα καμαρίνια βάφονται πρόσωπα, ζεσταίνονται φωνητικές χορδές, κάποιος τρομάζει με μια αράχνη. Στην είσοδο καταφτάνουν στρουμπουλοί 45άρηδες που αγοράζουν μαξιλαράκι, παιδιά που κρατούν παγωτά, κορμιά ελαφρώς μαυρισμένα στις παραλίες της Καβάλας, η Ελένη και η Βικτωρία που ήρθαν γιατί είναι περήφανες για το θέατρό τους, η Βούλα και η Λένα που έφεραν τους γιους τους και φοβούνται μήπως οι «Ιππής» απλώς προετοιμάζονται για την παράσταση στην Επίδαυρο, η Ειρήνη η γραφίστρια η οποία ήρθε γιατί μια φίλη ενθουσιάστηκε με την παράσταση στη Θεσσαλονίκη και επειδή θαυμάζει τους ηθοποιούς που αντέχουν να περιοδεύουν για μήνες.

Εκείνοι φυσικά ξέρουν τι πρέπει να κάνουν και πότε. Μεσούσης της παράστασης, όσοι βρίσκονται στα παρασκήνια κάνουν διατάσεις ή κανονίζουν κάτι για το ρεπό της Κομοτηνής. Γιατί όχι και για απόψε; «Πάμε για καμιά μπίρα» λένε επιστρέφοντας μετά το τέλος στα καμαρίνια, ενώ οι ντόπιοι θαυμαστές ζητούν μια φωτογραφία. Ενας τεχνικός δηλώνει ότι θα αναζητήσει την ξεκούραση στο ξενοδοχείο του, κάποιος χρειάζεται λέει ποτό και έρωτα, ενώ τα ονόματα της βραδιάς, ο Σωτήρης Χατζάκης του ΚΘΒΕ και τα κορίτσια της παραγωγής πάνε για φαγητό, όπου είτε υπολογίζουν πώς τα πήγαν είτε συζητούν για τις επόμενες «πιάτσες» είτε αμιλλώνται στις αρετές κρατικού και ιδιωτικού θεάτρου.

Ευκαιρίες για συζητήσεις βέβαια θα υπάρξουν πολλές, ακόμα είμαστε στην αρχή σχεδόν της περιοδείας. Μέχρι τη Δευτέρα το μεσημέρι, ο θίασος έχει ήδη μπει με λεωφορείο στην Κομοτηνή και την προηγούμενη δεν τη λες και εύκολη μέρα. Η δεύτερη παράσταση στους Φιλίππους πήγε εξίσου καλά, μετά το τέλος της τα καμαρίνια είχαν πάλι ουρές από αμήχανους ή θαρραλέους θαυμαστές που ευχήθηκαν «καλή συνέχεια» και «να μας ξανάρθετε».

Λίγο αργότερα όμως, ενώ οι τεχνικοί ξέστηναν τα σκηνικά ελπίζοντας σε τρεις ώρες να έχουν γεμίσει το φορτηγό, τον σταθερό ήχο από παξιμάδια που ξεβιδώνουν ή καλώδια που τυλίγονται διέκοψε κάτι σαν κεραυνός από πέτρες ή ξύλα και η κατασκευή κατέρρευσε ολόκληρη. Οι αστράγαλοι του τεχνικού που εκείνη τη στιγμή εργαζόταν στην οροφή της δεν γλίτωσαν από την πτώση με κάτι λιγότερο από κάταγμα και ο ίδιος, πεσμένος ώσπου να έρθει το ασθενοφόρο που τον μετέφερε στο νοσοκομείο όπου χειρουργήθηκε, ήθελε μόνο να καπνίσει και να πιει νερό. Η δουλειά του, ειδικά εν μέσω περιοδείας, «έχει και τα ίσα της», έλεγε λίγες ώρες πριν, «έχει και τα στραβά της».

Τη Δευτέρα το μεσημέρι πάντως ο θίασος βρίσκεται ήδη, όπως οφείλει, στην πρωτεύουσα της Ροδόπης και λίγο αργότερα κατευθύνεται ανά ομάδες στο θερινό θέατρό της, αναρωτιέται αν αιτία του ατυχήματος ήταν η αστοχία μερικών υλικών ή η βιασύνη, ενώ οι τηλεβόες στην οροφή ενός αυτοκινήτου διαλαλούν την αποψινή παράσταση. Τα ίδια μεγάφωνα, αύριο θα διαφημίσουν μια επιθεώρηση που έρχεται στην πόλη και δύσκολα δεν αναρωτιέσαι τι από τα δύο θα προτιμήσουν οι ντόπιοι.

Οπως και να έχει, το βράδυ – από αυτά που ο ιδιοκτήτης του διπλανού αναψυκτηρίου λέει ότι περιμένει κάθε χρόνο ενισχυμένος με περισσότερα νερά – έρχονται καλοβαλμένες κυρίες της Κομοτηνής, εργατικοί 40άρηδες, στρουμπουλά κορίτσια που έχουν να χαχανίσουν έτσι από το προηγούμενο καλοκαίρι, χωρίς να τους πειράζει που η σκηνή αυτού του πρώην κολυμβητηρίου είναι κάπως μικρή. Απλώς αργούν να ζεσταθούν σαν κοινό. Στο τέλος λένε ότι αν και αυτή τη βδομάδα πέσαν πολλά έργα μαζεμένα, εκείνοι προτίμησαν το αποψινό (δύο φοιτήτριες) ή ότι ενώ ο Χορός τούς άρεσε πολύ (ένας μεγαλούτσικος δικηγόρος και ένας οικονομολόγος φίλος του), η απόδοση του αρχαίου κειμένου δεν ανέδειξε δυστυχώς τα έντονα μέρη του.

Παρόμοια θέματα συζητάνε μεταξύ άλλων στη βραδινή τους έξοδο και οι πρωταγωνιστές ή οι λεγόμενοι «ρόλοι», αυτά και τη νοστιμιά του ντόπιου λουκάνικου, τις παλιές τους παραστάσεις, τους καλλιτέχνες που έχουν πραγματικό ταλέντο. Μετά τις αναμνήσεις, ένα πέρασμα από το τραπέζι κάνουν τρεις ηθοποιοί του Χορού, ο οδηγός σκηνής, η υπεύθυνη των εισπράξεων, περαστικοί που ζητούν φωτογραφία όχι χωρίς να προκαλέσουν έναν αμελητέο εκνευρισμό και, λίγο αργότερα, το καλλικέλαδο μπουζούκι ενός ντόπιου. Ενώ μερικά λεπτά πριν διηγιόταν πώς έγινε ηθοποιός, ο Παπαματθαίου τώρα τραγουδάει το ίδιο συγκινημένος για το «Σταυροδρόμι» ή το «Χατζηκυριάκειο» παρέα με τον Βαγγέλη Χαλκιαδάκη, τον Νίκο Τουρνάκη (που παίζει και μπαγλαμά) ή τον Κωνσταντίνο Καρβέλη από τον Χορό. Δεν επιστρέφουν σπίτι πριν από τα ξημερώματα.

Ευτυχώς που την Τρίτη έχουν ρεπό. Οι τεχνικοί έχουν ήδη φύγει για Σέρρες, πρέπει να στήσουν τα πάντα εγκαίρως. Οι ηθοποιοί του Χορού και μέλη της παραγωγής πάνε για μπάνιο κάπου κοντά, με τη διαδρομή στο λεωφορείο να περιλαμβάνει επανάληψη των χτεσινοβραδινών σουξέ, κάποιους που γελάνε ή κάποιους που απέχουν. Στην παραλία ο Δημήτρης Διακοσάββας γελάει ακόμα, προς στιγμήν νόμισε ότι ήρθε για «αναγνώριση», ο Χάρης Παπαδόπουλος διαβάζει τη «Χαμένη άνοιξη», η Δήμητρα Σοφού σκέφτεται το εξοδολόγιο ή το τύπωμα εισιτηρίων που την περιμένουν, ο Καρβέλης τονίζει ότι τα μπάνια στις περιοδείες ενδείκνυνται μόνο αν ακολουθεί ξεκούραση, ενώ ο κορυφαίος του Χορού, ο Γιάννης Σιαμσιάρης λέει ότι ο ηθοποιός πρέπει να προσέχει ακόμα και τον κλιματισμό του ξενοδοχείου ώστε να μη «ρίξει» τη φωνή του.

Με λιγότερο ή περισσότερο ανεβασμένες φωνές πάντως, την επόμενη μέρα φτάνουν σε ένα ξενοδοχείο στις Σέρρες, αφού προηγουμένως συγκεντρωθούν έξω από εκείνο της Κομοτηνής και περιεργαστούν μια τοπική κριτική για τους «Ιππής», αφού ανέβουν στο λεωφορείο, χαζέψουν από το παράθυρο χωριά με ονόματα όπως Δαφνούδι και Νέο Σούλι ή διαπιστώσουν μπαίνοντας στην πόλη ότι «έκλεισε η καλύτερη ψαροταβέρνα των Σερρών».

Το θέατρο στο ΤΕΙ της πόλης είναι ακόμα στη θέση του και η «αναγνώριση» απαιτεί από τον Χορό μια πρόβα ακόμα. Το βραδάκι καταφτάνουν και οι θεατές, πολλαπλάσιοι από τα flyers που μοιράστηκαν νωρίτερα στους κεντρικούς δρόμους. Δεν είναι βέβαια όσοι χθες ή προχθές – η πόλη είναι μικρότερη και το θέατρο μακριά της – και κάποιοι αγωνιούν λιγάκι για την προσέλευση, κάποιοι δεν θεωρούν προτεραιότητα την εμπορική επιτυχία. Παρ’ όλα αυτά εκείνη έρχεται – τηρουμένων τουλάχιστον των αναλογιών – και η παράσταση καταχειροκροτείται από ένα κοινό αρχικά σφιχτό, αργότερα παραδομένο στο έξτρα χιούμορ των πρωταγωνιστών, ένα κοινό από κυρίες με ανεκπλήρωτο όνειρο την υποκριτική, βλοσυρούς ασπρομάλληδες, τοπικούς ήρωες, έναν γνωστό βορειοελλαδίτη ηθοποιό και τον καλλιτεχνικό διευθυντή του τοπικού ΔΗΠΕΘΕ, ή την Ελίζα και την Κική που ήρθαν για να ακούσουν από τους πρωταγωνιστές σάτιρα που σπάνια συναντάς, τον κύριο Δημήτρη που έχει έναν ανιψιό στον Χορό και θέλησε να δει μια άλλη οπτική στους «Ιππής», τη Βαΐα που δεν είχε ξαναδεί τον Παφλαγόνα και τον Αγοράκριτο να μαλώνουν.

Ακόμα βέβαια είμαστε στην αρχή μιας περιοδείας που ώς τον Σεπτέμβριο θα περάσει από καμιά σαρανταριά «πιάτσες», ανάμεσά τους και η απαιτητική Επίδαυρος. Δεν είναι όμως λίγο σκληρό να ξυπνάς σε μια πόλη και να κοιμάσαι σε άλλη για μήνες; «Πρέπει να την αγαπάς τη δουλειά» λέει ο Σπύρος Χαραλάμπους ο ηχολήπτης – χτες κοιμήθηκε στο γρασίδι γιατί δεν συμφέρει πάντα τους τεχνικούς ένα απομακρυσμένο ξενοδοχείο – του οποίου αυτή είναι η πρώτη περιοδεία και την εκμεταλλεύεται για να δει την τέχνη του θεάτρου από μέσα και για να γνωρίσει μερικές πόλεις και τα ήθη τους. «Μα η περιοδεία δεν διαφέρει από το να είμαστε ηθοποιοί έτσι κι αλλιώς», λέει ο Χαλκιαδάκης, «να ταξιδεύουμε από ρόλο σε ρόλο, από συνεργασία σε συνεργασία, από πόλη σε πόλη. Είτε σου αρέσει αυτό το «τσιγγανιλίκι» είτε όχι».

Σύμφωνοι, οι δύσκολες μέρες όμως έρχονται μάλλον λίγο αργότερα. Προς το παρόν, ενώ οι τεχνικοί ξεστήνουν και φορτώνουν για Γιαννιτσά, ηθοποιοί και παραγωγοί παίρνουν τον δρόμο προς την ξεκούραση. Δίπλα στο ξενοδοχείο, λέει κάποιος, έχει και δύο – τρία ωραία μπαράκια. Για να μην έρθει η εξάντληση πριν από το χειροκρότημα του πανελληνίου, ίσως να χρειάζονται και αυτά.