Από τον κύκλο των «παλαιών γνωστών», που εκτιμάται ότι θα μπορούσαν είτε να έχουν πάρει μέρος είτε να γνωρίζουν για τους δράστες, έχουν ξεκινήσει οι έρευνες της Αστυνομίας για τον εντοπισμό των διαρρηκτών της Εθνικής Πινακοθήκης. Ηδη έχουν «ξεσκαρταριστεί» τα πρώτα περίπου 30 ονόματα υπόπτων. Ζητήθηκε ταυτόχρονα η συνδρομή του «σούπερ κοριού» της ΕΥΠ και άρση των επικοινωνιών τους, προκειμένου να αντληθούν πιθανά στοιχεία προς τον εντοπισμό των δραστών.

Η ΕΛ.ΑΣ. κινείται προσεκτικά ακολουθώντας τα βασικά βήματα έρευνας σε μια υπόθεση που διαθέτει ελάχιστα στοιχεία. Για τον λόγο αυτόν ανατρέχει και στα στοιχεία της Ιντερπόλ προκειμένου να διαπιστωθεί αν έχουν γίνει διαρρήξεις διεθνώς με λεία έργα τέχνης ή αρχαιολογικούς θησαυρούς με ανάλογο τρόπο δράσης.

Από αυτή την κίνηση προκύπτει ότι οι έρευνες στρέφονται και προς την κατεύθυνση οι δράστες να είναι αλλοδαποί, ενώ δεν έχει αποκλεισθεί κανένα σενάριο για το πού μπορεί να έχουν καταλήξει οι κλεμμένοι θησαυροί της Πινακοθήκης. Στο τραπέζι των ερευνών παραμένουν, μεταξύ άλλων, τα ενδεχόμενα να πρόκειται για κλοπή κατά παραγγελία ή για κλοπή με στόχο να ζητηθούν λύτρα για την επιστροφή της λείας σε κάποιο διάστημα.

Στο μεταξύ, συσκέψεις, σχέδια για ατσάλινες πόρτες, λαμαρίνες στα ανοίγματα και επιπλέον φύλακες ιδιωτικής εταιρείας μελετώνται στην Εθνική Πινακοθήκη τρεις ημέρες μετά τη μεγάλη κλοπή, που είχε ως αποτέλεσμα να κάνουν φτερά ο μοναδικός πίνακας του Πάμπλο Πικάσο που ανήκε σε ελληνικό μουσείο, ένα έργο του Πιέτ Μοντριάν και ένα ιταλικό σχέδιο του 17ου αιώνα. Μέτρα που ετοιμάζονται να ληφθούν λίγο πριν η Πινακοθήκη εγκαταλείψει τα δύο διατηρητέα κτίρια που αποτελούν τη στέγη της, ενόψει της επέκτασης και αναβάθμισής της και ενόψει της έκθεσης της Συλλογής Λεβέντη που προγραμματίζει να φιλοξενήσει από τις αρχές Μαρτίου με 200 και πλέον έργα, αλλά και σημαντικές δημιουργίες ιμπρεσιονιστών.

Την ίδια στιγμή πόλεμο έχει «κηρύξει» στην Εθνική Πινακοθήκη η Πανελλήνια Ενωση Νυχτοφυλάκων – Αρχαιοφυλάκων του υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού, που υποστηρίζει σε ανακοίνωσή της πως «η φύλαξη του χώρου όπου σημειώθηκε η κλοπή φυλάσσεται από ιδιωτική εταιρεία με αμφιβόλου κατάρτισης προσωπικό και με ηλεκτρονικά μέσα ξεπερασμένης από δεκαετίες τεχνολογίας. Επιπρόσθετα, δεν είναι συνδεδεμένο με το Κέντρο Λήψεως και Επεξεργασίας Σημάτων Συναγερμού του ΥΠΠΟΤ».

Η Πινακοθήκη από την πλευρά της ωστόσο υποστηρίζει ότι ο σχεδιασμός των συστημάτων ασφαλείας έγινε το 1992 με αφορμή τη μεγάλη έκθεση «Από τον Θεοτοκόπουλο στον Σεζάν» και από τους ειδικούς ασφαλείας του Μητροπολιτικού Μουσείου της Νέας Υόρκης και της Εθνικής Πινακοθήκης της Ουάσιγκτον για το κτίριο της οδού Βασ. Κωνσταντίνου και τον πρώτο όροφο των μόνιμων συλλογών με τελευταίας τεχνολογίας ραντάρ, κάμερες και δέσμες ανίχνευσης κίνησης.

Το σύστημα αναβαθμίστηκε το 2000, οπότε εγκαινιάστηκαν οι μόνιμες συλλογές, με νέες κάμερες τόσο στους εκθεσιακούς χώρους όσο και στους εξωτερικούς, ύστερα από μελέτη που εκπόνησαν οι υπηρεσίες του ΥΠΠΟΤ, ενώ το 2002 προστέθηκαν και άλλες κάμερες στην πρόσοψη – συστήματα που ελέγχονταν κάθε μήνα.