Εδώ και λίγες ημέρες η Θεσσαλονίκη έχει μπει σε επετειακή χρονιά. Γιορτάζει τα 100 χρόνια της απελευθέρωσής της και μαζί μια εντελώς νέα περίοδο της μακρόχρονης και πολυκύμαντης ιστορίας της, που την οδήγησε σε άνευ προηγουμένου μεγέθυνση.

Το βιβλίο του διάσημου γάλλου κοινωνιολόγου και φιλοσόφου Εντγκάρ Μορέν «Ο Βιντάλ και οι δικοί του. Από τη Θεσσαλονίκη στο Παρίσι» έρχεται να υπογραμμίσει το εορταστικό κλίμα, έστω και αν μιλάει κυρίως για την αμέσως προηγούμενη περίοδο ακμής της, την πολυπολιτισμική, που πέρασε ανεπιστρεπτί. Δείχνει με σαφήνεια πόσο σπουδαία ιστορία διαθέτει η πόλη, πόσο σημαντική υπήρξε για όλες τις αυτοκρατορίες στη ζωή των οποίων συμμετείχε, από τη ρωμαϊκή και τη βυζαντινή μέχρι την οθωμανική.

Και έχει λόγους ο Εντγκάρ Μορέν να μιλάει για τη Θεσσαλονίκη. Το πραγματικό του ονοματεπώνυμο είναι Εντγκάρ Ναχούμ, γεννήθηκε στο Παρίσι, αλλά η οικογένειά του για πολλές γενιές έζησε και πρόκοψε στη Μακεδονία, ως κομμάτι της σεφαρδίτικης κοινότητας. Με πιθανή μακρινή καταγωγή από τους εβραίους της Αραγονίας, και με ενδιάμεσο σταθμό το Λιβόρνο, οι Ναχούμ έφτασαν στη Θεσσαλονίκη τον 18ο αιώνα. Ο παππούς τού Εντγκάρ Μορέν, ο Νταβίντ Ναχούμ, έφτασε να έχει στην ιδιοκτησία του τις δεξαμενές των πετρελαίων του Μπακού. Ο δε πατέρας τού Μορέν, ο Βιντάλ Ναχούμ, γεννημένος και αυτός στη Θεσσαλονίκη, έφυγε οριστικά και περιπετειωδώς το 1916, σε ηλικία 22 ετών, για τη Μασσαλία.

Για να μπορέσει να πάρει άδεια παραμονής στη Γαλλία ο Βιντάλ Ναχούμ έπρεπε να δηλώσει ιθαγένεια. Και αφού καμία πιθανή ιθαγένεια δεν ήταν πρόσφορη – βρισκόμαστε στην καρδιά του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου – η πρώτη του άδεια παραμονής έγραφε «Ιθαγένεια: Θεσσαλονικεύς»! Και όχι αδικαιολόγητα: «η σεφαρδίτικη Θεσσαλονίκη τότε ήταν πολύγλωσση και διαπολιτισμική». Κάτι που ξεκίνησε το 1858, όταν «ο Μωύς Αλλατίνι πραγματοποιεί το πρώτο βήμα της πολιτιστικής «περεστρόικα» ιδρύοντας ένα γαλλικό σχολείο», γράφει ο Μορέν. Από τα μέσα του 19ου αιώνα ο Διαφωτισμός εισέβαλε ορμητικά, χάρη στην επιρροή μαρράνων (εκχριστιανισμένων εβραίων), ντονμέδων (εξισλαμισμένων εβραίων) και των λιβορνέζων εκκοσμικευμένων εβραίων, όπως οι Αλατίνι και οι Μοδιάνο, που έφεραν την τεχνολογία της Δύσης και μια εκπαιδευτική άνοιξη. Οταν έφτασαν οι εβραίοι στη Θεσσαλονίκη το 1492 – υπολογίζονται σε 20.000 -, η πόλη ήταν αποδεκατισμένη, με λίγους μόνο Ελληνες. Τους αιώνες πριν από την οθωμανική κατάκτηση είχαν προηγηθεί πολιορκίες και επιθέσεις Γότθων, Ούνων, Αβάρων, Βουλγάρων, αράβων πειρατών και Νορμανδών της Σικελίας. Η Θεσσαλονίκη λεηλατήθηκε από τους σταυροφόρους και παραχωρήθηκε στους Ενετούς. Από το 1492 και μετά γνώρισε νέα ανάπτυξη, η οποία, με την παρένθεση ενός αρκετά σκοτεινού 18ου αιώνα, την οδήγησε να γίνει «κοσμοπολίτικη πόλη ανοιχτή στο θαλάσσιο εμπόριο και εμπορικό κέντρο μιας πλούσιας ενδοχώρας, μέχρι την πεδιάδα του Δούναβη».