Από τη θρυλική Μάχη της Κρήτης μέχρι την απρόσμενη παράταση της γερμανικής κατοχής στα Χανιά και πέραν του ΄44, το νέο μυθιστόρημα-ψηφιδωτό της Μάρως Δούκα, με φόντο ιστορίες ηρωισμού αλλά και έναν εμφύλιο-ταμπού, ανασυγκροτεί το παζλ μιας μυθικής, όσο και δυσερμήνευτης περιόδου
Ενας βρετανός αξιωματικός που ντυνόταν γυναίκα για να μπορεί να βλέπει τον αρχηγό των Ταγμάτων Ασφαλείας, Γερμανοί που άλλοτε εξολοθρεύουν τα πάντα στο πέρασμά τους και άλλοτε αμνηστεύουν, ένα κλιμάκιο της αμερικανικής 0SS που φθάνει από τη Μέση Ανατολή ζητώντας να δει τους ΕΑΜίτες χωρίς την παρουσία Βρετανών τους οποίους δεν εμπιστεύεται και η απόπειρα των Βρετανών να σκοτώσουν τους Αμερικανούς κατά την αποχώρησή τους! Ανάμεσα σε όλα αυτά, ο ανυπότακτος βενιζελικός, ένας τύπος αντιστασιακού που με τον ηρωισμό και τις αδυναμίες του διαφοροποιεί πολύ τον κρητικό αγώνα από τον αγώνα σε άλλες γωνιές της χώρας. Επίσης τα Χανιά του Σοφοκλή Βενιζέλου και του ήδη δραστήριου Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Τα μέλη του ΕΑΜ και τα μέλη της ΕΟΚ, δύο αντιστασιακών οργανώσεων με κοινές σε μεγάλο βαθμό βενιζελικές καταβολές που κατ΄ αρχήν συνεργάστηκαν αλλά στη συνέχεια συγκρούστηκαν. Αλλά και δύο πρόσωπα που γίνονται μύθος: ένας κομμουνιστής που εκτελέστηκε και ένας λοχαγός που δολοφονήθηκε- και οι δύο αυτοί αντιστασιακοί χάθηκαν το καλοκαίρι του 1944.

Ετσι η Μάρω Δούκα περιγράφει στο καινούργιο της μυθιστόρημα την κατάσταση στα Χανιά το φθινόπωρο του 1944. Τον Οκτώβριο οι Γερμανοί έφευγαν από παντού, στα Χανιά όμως, τελευταία γερμανοκρατούμενη γωνιά της Ελλάδας, έμειναν μέχρι την άνοιξη του 1945! Ηταν η χαρά των κατασκόπων που θα μπορούσε να δώσει έναυσμα για ένα περιπετειώδες μυθιστόρημα του είδους. Ωστόσο η Δούκα κάνει κάτι πολύ πιο δύσκολο: ανατέμνει όλη τη δύσκολη ιστορία της Κατοχής στην περιοχή των Χανίων, ρίχνοντας φως σε έναν εμφύλιο- ταμπού (που αλλοιώνει την εικόνα της βενιζελικής Κρήτης) και στον διχαστικό ρόλο των Βρετανών. Βασισμένη σε μεγάλη έρευνα γραπτών πηγών και πατώντας σε ιστορικά ντοκουμέντα, ανιχνεύει ηρωισμούς αλλά και σκοπιμότητες, φιλίες και μικρότητες, σε ένα πολιτικό ψηφιδωτό στο οποίο δρουν πολλοί πρωταγωνιστές χωρίς, πάντα, ξεκάθαρους ρόλους.

Το ποιοι είναι οι καλοί και ποιοι οι κακοί σε τέτοιες περιπτώσεις σηκώνει προφανώς μεγάλη κουβέντα, εξ ου και ο τίτλος του βιβλίου Το δίκιο είναι ζόρικο πολύ. Η Δούκα όμως, με ηρωίδα της μια σημερινή φοιτήτρια που βρήκε ένα συνταρακτικό ημερολόγιο του παππού της, προσπαθεί να βγάλει άκρη με όλα αυτά. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του ακραιφνούς βενιζελικού Παύλου Γύπαρη, με τη μεγάλη πολεμική εμπειρία, που κατέληξε να κυνηγάει κομμουνιστές:

«Ανοιξη του 1944», γράφει η Μάρω Δούκα με βάση βιογραφία του Γύπαρη, «κάλεσαν τον Παύλο Γύπαρη στο Αγγλικό Στρατηγείο και του ανακοίνωσαν ότι πρέπει να φύγει για την Κρήτη, να ετοιμάσει με τη βοήθεια των αγγλικών υπηρεσιών την απελευθέρωσή της. Οταν έφθασαν με το υποβρύχιο κοντά στα παράλια της Νότιας Κρήτης, τον κάλεσε ο πλοίαρχος. “Θα οργανώσεις ομάδες σε όλο το νησί”, του είπε, “θα έχεις στη διάθεσή σου όσα όπλα χρειαστούν για τον εξοπλισμό τους και όσα χρήματα απαιτούνται για τη συντήρησή τους. Και όταν θα λάβεις την εντολή, θα προκαλέσεις και θα δημιουργήσεις συμπλοκές με τις ΕΛΑΣίτικες ομάδες για να μας δώσεις λαβή να επέμβουμε, να συντρίψουμε τον ΕΛΑΣ και να κρατήσουμε την Κρήτη στην αγγλική επιρροή”. Και τότε ο Γύπαρης είπε: “Εγώ δεν πρόκειται να αντικαταστήσω τους κατακτητές της πατρίδας μου με νέους κατακτητές, αρνούμαι”. Ετσι το υποβρύχιο επέστρεψε χωρίς να αποβιβαστεί ο Γύπαρης στο νησί». Γενάρη του 1945 όμως, προσθέτει η Δούκα, όταν θα έχουν τόσα και τόσα μεσολαβήσει- ανάμεσά τους και τα Δεκεμβριανά στην Αθήνα- ο καπετάν Γύπαρης «δεν θα διστάσει “να αντικαταστήσει τους κατακτητές της πατρίδας του με νέους κατακτητές”».

Ωστόσο, γράφοντας ένα μυθιστόρημα με ιστορική υφή δεν σημαίνει ότι η Δούκα γράφει Ιστορία. «Πρόθεσή μου» λέει στο Βιβλιοδρόμιο «ήταν να ανασύρω τα υπάρχοντα ήδη στοιχεία- ψηφίδες και να τα ανασυνθέσω μυθοπλαστικά σχηματίζοντας το παζλ της εποχής, προκειμένου να αναδείξω την παραβίαση της διαχωριστικής γραμμής ανάμεσα σε συμμάχους και εχθρούς, φίλους και ιδεολογικούς αντιπάλους».Πράγμα καθόλου εύκολο, αν υπολογίσει κανείς ότι υπήρξαν εκεί υπόγειες επαφές ανάμεσα σε όλα σχεδόν τα δρώντα μέρηΓερμανούς, Αγγλους, κομμουνιστές, μέλη του ΕΑΜ και της ΕΟΚ-, κάτι που οδήγησε ακόμη και «σεσημασμένους» συνεργάτες των Γερμανών, που αποδεδειγμένα είχαν οδηγήσει στο θάνατο μεγάλο αριθμό αντιστασιακών, να διεκδικήσουν ρόλο αντιστασιακού ή, τουλάχιστον, συνομιλητή των Άγγλων.

Στο βιβλίο παρουσιάζετε δύο σημαντικά έγγραφα που δεν είναι γνωστά, ενδεχομένως ούτε στους ιστορικούς. Στο ένα ο Παύλος Γύπαρης γράφει σε επιστολή του προς τον Μητροπολίτη Κυδωνίας και Αποκορώνου Αγαθάγγελο (στις 16/4/1945): «Σεβασμιώτατε.Αι πληροφορίαι ας μου εδώκατε προχθές προφορικώς και συγκεκριμένως διά τους Γερμανούς Δ/τάς, ότι των εγεννήθη η σκέψις διά να έλθω εις τα Χανιά με την ελπίδα ότι εγώ θα ημπορούσα να επιβάλω την τάξιν εις τους αναρχικούς κ.λπ. ομολογώ ότι δεν με άφισε ασυγκίνητον».Τι ακριβώς συνέβαινε το 1945 στα Χανιά;Και πώς μπορεί ένας πολεμικός ήρωας να συνδιαλέγεται με τους Γερμανούς, και μάλιστα ήδη ηττημένους;

Ας τα πάρουμε με τη σειρά: περί τα τέλη Αυγούστου του 1944 οι Γερμανοί αρχίζουν σταδιακά να εκκενώνουν «ανενόχλητοι» τους άλλους νομούς της Κρήτης και να συγκεντρώνονται στα Χανιά. Μέρος των στρατευμάτων τους μεταφέρεται στην ηπειρωτική Ελλάδα από το αεροδρόμιο του Μάλεμε. Οι υπόλοιποι, κατά την επίσημη εκδοχή, αποκλείστηκαν στην πόλη και την ενδοχώρα της. Από ποιους αποκλείστηκαν και γιατί;

Αρχές Οκτωβρίου του 1944 η Αθήνα πανηγυρίζει για την απελευθέρωσή της, το ίδιο και η υπόλοιπη Ελλάδα. Ακολουθούν τα Δεκεμβριανά. Μπαίνει το 1945 και οι Γερμανοί βρίσκονται αμετακίνητοι στα Χανιά. Γιατί;

Συνθηκολογεί αρχές Μαΐου του 1945 επισήμως η Γερμανία, ο γερμανός διοικητής της «Οχυράς Θέσεως Κρήτης», Χανς Μπέντακ, μεταφέρεται αεροπορικώς στο Ηράκλειο και υπογράφει την παράδοσή του στους Βρετανούς. Επιστρέφει αμέσως στα Χανιά εξουσιοδοτημένος για την τήρηση της τάξης στην πόλη έως και τα τέλη Ιουνίου της ίδιας χρονιάς. Γιατί;

Και ο Παύλος Γύπαρης; Μακεδονομάχος, πολέμησε στους Βαλκανικούς σε διάφορα μέτωπα. Από το 1916 προσκολλήθηκε «ευλαβικά» στον Ελευθέριο Βενιζέλο. Εγινε γνωστός στο πανελλήνιο με την υπόθεση δολοφονίας του Ιωνα Δραγούμη. Ελαβε μέρος στη Μάχη της Κρήτης. Κατέφυγε με πολλούς άλλους στη Μέση Ανατολή, όπου παρέμεινε έως το 1944. Αρχές του 1945 επιστρέφει με μυστική αποστολή στο νησί. Ποια ήταν η «αποστολή»; Ποιοι κρύβονταν πίσω του; Το άλλο έγγραφο είναι μια προκήρυξη του Σεπτεμβρίου 1941. Την έχει συντάξει μία «Επιτροπή του Λαού του Νομού Χανίων» που ζητάει από τους Χανιώτες, ούτε λίγο ούτε πολύ, να παραδώσουν τα όπλα τους, όπως το ήθελαν οι Γερμανοί, προκειμένου να αποφύγουν «τον κίνδυνον παρατάσεως της ανωμαλίας της ζωής της Νήσου και νέας ασκόπους αιματοχυσίας». Την «Επιτροπή του Λαού» αποτελούν ο Αρχιεπίσκοπος Αγαθάγγελος, ο δήμαρχος Νίκος Σκουλάς, ανώτεροι δικαστικοί, ένας βιομήχανος, στελέχη τραπεζών, δικηγόροι (ανάμεσά τους οι Κυριάκος Μητσοτάκης, Μιχαήλ Παπαγιαννάκης),γιατροί,κτηματίες. Τι ακριβώς επεδίωκαν και σε ποιο πλαίσιο;

Η μία εκδοχή που δεν αποσιωπάται στο βιβλίο είναι ότι όλοι αυτοί, αυτόκλητοι ταγοί της πόλης, από αγάπη και έγνοια για την πολύπαθη νήσο αλλά και από μια ρεαλιστική θεώρηση των πραγμάτων, επεδίωκαν απλώς την ειρήνευση με τους Γερμανούς προκειμένου να ανασάνει ο τόπος, να ξαναμπεί σε μια σειρά η ζωή. Η άλλη εκδοχή είναι ότι από ηθική τουλάχιστον άποψη η ρητορεία και η επιχειρηματολογία της επιστολής επιδεικνύει αχαρακτήριστη προθυμία στον κατακτητή- εισβολέα. Και αυτή ακριβώς η προθυμία θα κινδυνεύσει πολλές φορές στο άμεσο μέλλον να εκπέσει σε σύμπραξη και συνενοχή.

Αρχές Οκτωβρίου του 1944, η Αθήνα πανηγυρίζει για την απελευθέρωσή της. Μπαίνει το 1945 και οι Γερμανοί βρίσκονται αμετακίνητοι στα Χανιά. Γιατί;