Μνήµη Λιλής Κουµανταρέα Στην πραγµατικότητα δεν φοβόµαστε ούτε το ΔΝΤ, ούτε το ΠΑΣΟΚ, ούτε τη Νέα Δηµοκρατία, ούτε το ΚΚΕ, ούτε τον ΛΑΟΣ µε τις απόψεις του για τους µετανάστες. Στην πραγµατικότητα φοβόµαστε τους άλλους και τον εαυτό µας. Αν γνωριζόµασταν µεταξύ µας καλά, αν πιστεύαµε ο ένας τον άλλο, καµιά κρίση, ακόµη και πτώχευση οικονοµική, δεν θα µπορούσε να µας πανικοβάλλει. Αν όλα αυτά δηλαδή που διαφηµίζονται ως πολιτισµός δεν ήταν στο µεγαλύτερό τους ποσοστό µια κρούστα έτοιµη να θρυµµατιστεί στο πρώτο φύσηµα του αέρα. Τι σηµαίνει βασανίζοµαι οικονοµικά; Οτι αντί για ταξί χρησιµοποιώ συγκοινωνία; Οτι δεν έχω χρήµατα για το ιδιωτικό σχολείο του παιδιού µου, αλλά ο ταλαιπωρηµένος δάσκαλος του Δηµοσίου εξακολουθεί να του µαθαίνει γράµµατα; Οτι αντί για γαρίδες τρώω κατ’ εξακολούθηση µια απλή µακαρονάδα; Σε ποιο βαθµό θα µπορούσε να µας επηρεάσει η κρίση αν νιώθαµε δηλαδή ότι είµαστε όλοι µαζί, ενωµένοι;

Ακριβώς γιατί ο κοινωνικός και ανθρώπινος ιστός έχει διαρραγεί ολοκληρωτικά, µας επισείεται η κρίση ως µπαµπούλας. Ώς πότε όµως θα ήταν δυνατόν να ορκιζόµαστε στην κοινωνική ισότητα και στις κοινωνικές σχέσεις και να αποκαλύπτεται ότι ιδιωτικώς δουλεύαµε σαν να µας είναι εντελώς αδιάφορες. Καθώς µε ακίνητα ο ένας, µίζες ο άλλος, προµήθειες ο τρίτος, καταθέσεις ο τέταρτος, συµπεριφέρονταν σαν να είχαν διαφορές µεταξύ τους και ότι ο ένας ήταν περισσότερο δηµοκράτης και προοδευτικός από τον άλλο επειδή διέφεραν µόνο στα λόγια. Η κρίση η οικονοµική ακόµη και αν ξεπεραστεί, θα παραµείνει ως κρίση πολύ βαθιά, έτοιµη πάντα να πάρει µιαν άλλη µορφή, ακόµη πιο αποτρόπαιη, όσο δεν συνειδητοποιούµε πως της οικονοµικής κρίσης προηγούνται πάντα ο κοινωνικός αποµονωτισµός και η κοινωνική διάλυση. Και πως τις δυο αυτές συνθήκες τις προκαλούν εκείνοι ακριβώς που έρχονται να τις θεραπεύσουν, αφού έχουν σωριάσει στο µεταξύ πλούτη, αναισχυντία και ανοησία.

Αλλά δεν είναι υπεύθυνη γι’ αυτό µόνο η άρχουσα τάξη, είναι σε πολύ µεγάλο βαθµό και ο απλός κόσµος, καθώς ο τελευταίος σε σχέση µε εκείνα που τρέµει ότι µπορεί να στερηθεί, έκλεινε τα µάτια του όσο τα στερούνταν άνθρωποι που ήταν δίπλα του. Αν εσένα που έχεις και τρως ένα κοµµάτι ψωµί δεν σ’ αφήνει αδιάφορο ο άλλος που το στερείται, δηµιουργείται ταυτόχρονα µια κοινωνική θωράκιση ώστε να αµφισβητείται και να κινδυνεύει ακόµη και πρακτικά ο ζάπλουτος. Και επιπλέον κανένα άνοιγµα ψαλίδας δεν είναι τόσο τεράστιο, παρά µόνο σε εποχές µεσαιωνικές, σκοτεινές, ώστε να υπάρχουν µόνο οι άρχοντες και ο λαός που βασανίζεται. Αν η µεσαία τάξη, που θεωρητικά, όσον αφορά στην κρίση, είναι στο µάτι του κυκλώνα, έγερνε προς τη διαρκώς πάσχουσα τάξη, θα δηµιουργούνταν µια γέφυρα ώστε ως κατακλείδα οι διαφορές να µην είναι ανάµεσα στις τάξεις τόσο µεγάλες.

Οσο η καραµέλα που πιπιλίζουν όλα τα πολιτικά κόµµατα θα συνεχίσει να είναι η εξάλειψη των ανισοτήτων και η αύξηση των απολαβών, θα αυξάνονται µε γεωµετρική σχεδόν πρόοδο οι στρατιές των αδικηµένων και των ταλαιπωρηµένων. Αν πραγµατικά ενδιαφέρει το κόµµατα η εξάλειψη από τη µια πλευρά και η αύξηση από την άλλη, θα έπρεπε, τουλάχιστον τα προοδευτικότερα ανάµεσά τους, να παύουν να θεωρούν ότι ένας µικροαστός µπορεί να είναι ταυτόχρονα επαναστάτης, κοµµουνιστής ή σοσιαλιστής.

Διαφορετικά δαιµονοποιείται η εξουσία και αντί οι πολιτικοί να θεωρούνται δαίµονες, µεταβάλλονται σε σταρ, ώστε ακόµα και η πιο κατάπτυστη συµπεριφορά τους, µε τη θεαµατοποίησή της, να υπνωτίζει αντί να αφυπνίζει. Σε ιδιωτικό µάλιστα επίπεδο, όσον αφορά την περιλάλητη κρίση, δεν είναι η ίδια τόσο που µας ταράζει, όσο να διαπιστώσουµε ιδίοις όµµασι, κάποια στιγµή, πως αντί για κοινωνικές ρεβερέντζες, τη θέση τους έχει πάρει στο πρόσωπο ενός που τον λογαριάζαµε γνωστό ή φίλο µας ένας ανοικτίρµων µαυραγορίτης.

§ Ο Θανάσης Θ. Νιάρχος είναι ποιητής, συνεκδότης του περιοδικού «Η Λέξη»